Σελίδες

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Μισό φεγγάρι...

Μισό φεγγάρι..
Μόνο τ' άστρα του /άναψε απόψε ο ουρανός/για τους εραστές της νύχτας..
<<Τι να τα κάνω τ' άστρα/αφού  λείπεις;>>
Η φράση στα εισαγωγικά είναι παρμένη, από  το ποίημα του Γ.Ρίτσου -Γυμνό σώμα.
Μισό φεγγάρι-Αλκίνοος Ιωαννίδης 

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012

Iεροτελεστίες της νύχτας

Σε αργυρό τάσι καίει θυμίαμα η νύχτα/σε μυσταγωγίες απελευθέρωσης της ψυχής /μεγαλώνοντας στην αιώνια ροή του έρωτα/ανιχνεύοντας τις στιγμές /που διαμορφώθηκαν στο μηδέν του χώρου /σε πεμπτουσίες οραμάτων...
Iεροτελεστίες της νύχτας/σπονδή  στο φως/για το θαύμα της αγάπης.(M-Λαμπράκη)

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2012

Το κλειδί της σιωπής


Δεν ήταν που περίμενα πως θα'ρθεις/και πέρασα με μιας /απο τη νύχτα,στη μέρα..
Που κοιταζόμουν στους καθρέφτες /και στολιζόμουν διακριτικά /να σε υποδεχτώ..
Που γελούσα μονάχη σαν μικρό παιδί/κι ασφυκτιούσα στον ατέρμωνα χώρο/με μια αγάπη που μεγάλωνε /στο φως της απουσίας σου..
Είναι που δεν έμαθα ποτέ/με ποιο κλειδί ανοίγει η πόρτα /της σιωπής σου. (Μ-Λαμπράκη)


ΑΧ Αγάπη /κουράστηκε το βλέμμα μου/να πελεκά 

τον ορίζοντα/περιμένοντας τον ερχομό σου..

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

Απόψε η νύχτα/δεν περνά..



Απόψε η νύχτα /δεν περνά..
Ο Ερωτας στήνει οδοφράγματα /μα πάντα /θα υπάρχουν εκείνοι/που την υπερασπίζονται /με τα κορμιά τους (Μ-Λ-)


Yasmin Levy - Mal de l'amor


Τρίτη 17 Ιουλίου 2012

Ποια όνειρα καίγονται απόψε;

Ποια όνειρα καίγονται απόψε/και πήρε φωτιά η νύχτα;
Κι απουσία σου /πανταχού παρούσα /να ρίχνει λάδι στη φωτιά..
Με πόσα ποτάμια δάκρυα/ γλυτώνεις ''άραγε'' τα εγκαύματα; (Μ-Λαμπράκη)

Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Yπάρχεις ..

Yπάρχεις ..
Αδημονώντας μέσα μου/στη ρευστότητα του χρόνου..
Σε κύκλους φαντασιώσεων /με το χρόνο να τεμαχίζεται αναίτια/σε ανύπαρκτο ερωτικό τοπίο.
Υπάρχεις..
Στο λαβύρινθο της σκέψης μου/κι ως άλλη Αριάδνη /μάταια αναζητώ τον Θησέα εντός μου/απο τον λώρο του μίτου σου να πιαστώ.
Υπάρχεις..
Σαν άνεμος ούριος /στην αβέβαιη πλώρη των ονείρων μου..(Μαρία-Λαμπράκη-)




Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Τι έρημος κι αυτή των ανθρώπων

Tα όνειρα έμειναν και σήμερα /στα ''αζήτητα''
Τώρα η νύχτα περιδιαβαίνει τους δρόμους /με απούλητη την πραμάτεια της/ κανείς δεν ενδιαφέρεται /ως να τους είχε η μοναξιά τυλίξει/με νύχτες δίχως όνειρα..
Τι έρημος κι αυτή των ανθρώπων....


Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Δεν έμαθες ποτέ....

Δεν έμαθες ποτέ ,πως..
Τα βράδια που κοιμόσουν/άνοιγα κρυφά τις πόρτες των ονείρων σου με το αντικλείδι της σιωπής..
Πλημμύριζα απ' το άχραντο δάκρυ του Ερωτα/μεταλάμβανα τα θαύματα  της Αγάπης/πεθαίνοντας στα πιο όμορφα τραγούδια /αυτά που δεν σου τραγούδησα,ποτέ..
Δεν έμαθες ποτέ...
Πόσες φορές η σκέψη μου /κοιμήθηκε μαζί σου στα νησιά τα Παραδείσια /των αμέτρητων μικρών Θεών(Μ.Λαμπράκη)

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

Ίσως οι πιο ωραίοι στίχοι ενός ποιητή, ν' άρχισαν εκεί....(Τάσος Λειβαδίτης)


Οι Στίχοι   -Τάσος Λειβαδίτης               
Συλλογιέμαι τη μοναξιά ενός παιδιού που παίζει ολομόναχο σ' έναν κήπο μες στην ερημιά του καλοκαιρινού απομεσήμερου. 
Ίσως οι πιο ωραίοι στίχοι ενός ποιητή ν' άρχισαν εκεί.


Τάσος Λειβαδίτης «Ξημέρωμα»

O πατέρας φορούσε συνήθως έναν κατιφέ στο πέτο, κι η μητέρα
μια ρόμπα με ζωγραφιστά αρχαία ειδύλλια
κι όταν παίζαμε στην αυλή πατούσαμε μόνο στις άσπρες πλάκες:
έτσι δε βγήκαμε ποτέ απ’ τ’ όνειρο
η μικρή Άρκτος ερωτοτροπούσε με τον Σεπτέμβριο
ω παιδικότητα: αιωνιότητα αμετάφραστη
κι ο Θεός που απ’ τις δακρυσμένες προσευχές των παιδιών που
φοβούνται τη νύχτα
φτιάχνει τις πρώτες γαλάζιες γραμμές της μέρας που στέλνουν
την ελπίδα στους ναυαγούς.

Ποίηση. Tόμος Tρίτος 1979-1987, Kέδρος, 1991



Ή δίκη του αιώνος-Τ.Λειβαδίτης
Σάς παρακαλώ αφήστε με να περάσω, είμαι ο μοναδικός μάρτυς σ' αύτη τη δίκη,
πρόκειται για το έγκλημα του αιώνος. 
Βέβαια, όλα αυτά είναι υπερβολές της φαντασίας, μου —
πως αλλιώς να δικαιώσω την ύπαρξη μου σ' έναν ακατανόητο κόσμο.
Συνήθως τις περισσότερες ώρες μου τις περνώ στο ζωολογικό κήπο
και σκέφτομαι πράγματα τόσο θλιβερά, που τα ζώα γρυλίζουν φοβισμένα -
τέλος, βγάζω το περίστροφο μου, το ακουμπώ στο μέτωπο μου και πυροβολώ
αλλά μ' έχουν ξεχάσει κι οι σφαίρες μου φεύγουν προς τον ουρανό —
όπως θα φύγω κάποτε κι εγώ λυπημένος, χωρίς να μάθω ποτέ ποιος είμαι.
....Μια λυπημένη αναπνοή για την πουτάνα τη ζωή που μου χρεώσανε......
Θυμάσαι αλήθεια την μέρα που νιώσαμε άξαφνα πως
είχαμε αποτύχει στην ζωή μας
ίσως και να πεθάναμε τότε από πόνο, αλλά την ίδια στιγμή
απ΄το βάθος κάποιου δρόμου ακούστηκε η ξεχασμένη
μελωδία της Ραμόνας
σαν να μην είχαμε ποτέ μεγαλώσει....
Μα τώρα είναι αργά , κλείσε την πόρτα , οι ξένοι ας μείνουν έξω
ήρθε ο καιρός τησ δοκιμασίας και μ΄αυτά που θα
πεις θα σε κατηγορήσουν αύριο
άλλωστε το ρολόι του σταθμού χτύπησε τρεις : η ώρα του αποχαιρετισμού
Ποιός έφευγε ; Ποιός έμενε ;
Και ποιός θα αποδώσει δικαιοσύνη;
Απόσπασμα από το ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη '' Η δίκη του αιώνος '' . Συλλογή ΄΄μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα ΄΄

Γυμνά χέρια, Τ-Λειβαδίτης-
 Από τη συλλογή Νυχτερινός επισκέπτης (1972),
……Κανείς δε θα μάθει ποτέ με πόσες αγρυπνίες συντήρησα τη ζωή μου, γιατί έπρεπε να προσέχω, κινδυνεύοντας κάθε στιγμή απ’ την καταχθόνια δύναμη, που κρατούσε αυτήν την αδιατάρακτη τάξη, φυσικά, όπως ήμουν φιλάσθενος, τέτοιες προσπάθειες με κούραζαν, προτιμούσα, λοιπόν, πλαγιασμένος να βλέπω κρυμμένο το μυστικό που φθείρουμε ζώντας, και πώς θα επιστρέψουμε με άδεια χέρια
……και συχνά αναρωτιόμουν, πόσοι να υπάρχουν, αλήθεια, στο σπίτι, καμιά φορά, μάλιστα, μετρούσα τα γάντια τους για να το εξακριβώσω, μα ήξερα πως ήταν κι οι άλλοι, που πονούσαν με γυμνά χέρια, άλλοτε πάλι έρχονταν ξένοι που δεν ξανάφευγαν, κι ας μην τους έβλεπα, έβλεπα, όμως, τους αμαξάδες τους που γερνούσαν και πέθαιναν έξω στο δρόμο,
……ώσπου βράδιαζε σιγά σιγά, κι ακουγόταν η άρπα, που ίσως, βέβαια, και να μην ήταν άρπα, αλλά η αθάνατη αυτή θλίψη που συνοδεύει τους θνητούς.

Τάσος Λειβαδίτης, Μια γυναίκα 
Ένα πλατύ, δροσερό χαμόγελο έτρεχε πάνω στο γυμνό κορμί σου
Σαν ένα κλωνάρι πασχαλιάς, πρωί, την άνοιξη
Έσταζες όλη από ηδονή, οι ερωτικές κραυγές μας
Τινάζονταν μέσα στον ουρανό σα μεγάλα γιοφύρια
Απ’ όπου θα περνούσαν οι αιώνες –α, για να γεννηθείς εσύ
Κι εγώ για να σε συναντήσω
Γι αυτό έγινε ο κόσμος.
Κι η αγάπη μας ήταν η απέραντη σκάλα που ανέβαινα
Πάνω απ' το χρόνο και το Θεό και την αιωνιότητα
Ως τ' ασύγκριτα, θνητά σου χείλη.

.............. Πέρασαν μήνες. Κι είναι στιγμές που ξεχνάω
Ακόμα και το πρόσωπό της
Πασχίζω να θυμηθώ –τίποτα.
Μονάχα αυτό το βάρος στην καρδιά
Που είναι κάτι περισσότερο
Κι απ' την ανάμνησή της.
Που είναι αυτή ολόκληρη μέσα μου.
Αν βρουν έναν άνθρωπο νεκρό έξω απ' την πόρτα σου
Εσύ θα ξέρεις
Πως πέθανε σφαγμένος απ' τα μαχαίρια των φιλιών
Που ονειρευότανε για σένα.


Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Μυστικές- μυσταγωγίες- των απόβραδων....

Xάθηκες απο τις γειτονιές των ονείρων μου/στα καλντερίμια των  φαντασιώσεων μου/ δεν ξανακούστηκε ο ήχος από τα βήματά σου.
Ερήμωσαν οι τόποι που είχαν γεννήσει αστροφεγγιές
Συρικνώθηκαν στα πιο σκοτεινά μονοπάτια.
Τώρα; Ευλαβικά σωπαίνουμε /στους ναούς της μοναξιάς μας/μαζεύοντας το φως των άστρων/στις μυστικές μυσταγωγίες των απόβραδων...(Μαρία-Λαμπράκη)

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012

Νίκος Καζαντζάκης

Ο Νίκος Καζαντζάκης στο Ηράκλειο το 1901.
Αποσπάσματα απο το έργο Ασκητική -Νίκος Καζαντζάκης.
Η καρδιά σμίγει ό,τι ο νους χωρίζει, ξεπερνάει την παλαίστρα της ανάγκης,  και μετουσιώνει το πάλεμα σε αγάπη.
Ο Νίκος Καζαντζάκης στρατιώτης.

Πρόλογος

Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.
Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή· ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός· κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος.
Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή· κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι΄ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.
Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα τα δυο τούτα ρέματα παλεύουν:
α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία·
β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο.
Και τα δυο ρέματα πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας. Στην αρχή η ζωή ξαφνιάζει· σαν παράνομη φαίνεται, σαν παρά φύση, σαν εφήμερη αντίδραση στις σκοτεινές αιώνιες πηγές· μα βαθύτερα νιώθουμε: η Ζωή είναι κι αυτή άναρχη, ακατάλυτη φόρα του Σύμπαντου.
Αλλιώς, πούθε η περανθρώπινη δύναμη που μας σφεντονίζει από το αγέννητο στο γεννητό και μας γκαρδιώνει· φυτά, ζώα, ανθρώπους· στον αγώνα; Και τα δυο αντίδρομα ρέματα είναι άγια.
Χρέος μας λοιπόν να συλλάβουμε τ΄ όραμα που χωράει κι εναρμονίζει τις δυο τεράστιες τούτες άναρχες, ακατάλυτες Ορμές· και με τ΄ όραμα τούτο να ρυθμίσουμε το στοχασμό μας και την πράξη.

ΠΡΩΤΟ ΧΡΕΟΣ

Ήσυχα, καθαρά, κοιτάζω τον κόσμο και λέω: Όλα τούτα που θωρώ, γρικώ, γεύουμαι, οσφραίνουμαι κι αγγίζω είναι πλάσματα του νου μου.
Ο ήλιος ανεβαίνει, κατεβαίνει μέσα στο κρανίο μου. Στο ένα μελίγγι μου ανατέλνει ο ήλιος, στο άλλο βασιλεύει ο ήλιος.
Τ΄ άστρα λάμπουν μέσα στο μυαλό μου, οι Ιδέες, οι άνθρωποι και τα ζώα βόσκουν μέσα στο λιγόχρονο κεφάλι μου, τραγούδια και κλάματα γιομώνουν τα στρουφιχτά κοχύλια των αυτιών μου και τρικυμίζουν μια στιγμή τον αγέρα·
σβήνει το μυαλό μου, κι όλα, ουρανός και γης, αφανίζουνται.
"Εγώ μονάχα υπάρχω!" φωνάζει ο νους.
"Μέσα στα κατώγια μου, οι πέντε μου ανυφάντρες δουλεύουν, υφαίνουν και ξυφαίνουν τον καιρό και τον τόπο, τη χαρά και τη θλίψη, την ύλη και το πνέμα.
"Όλα ρέουν τρογύρα μου σαν ποταμός, χορεύουν, στροβιλίζουνται, τα πρόσωπα κατρακυλούν σαν το νερό, το χάος μουγκρίζει.
"Μα εγώ, ο Νους, με υπομονή, με αντρεία, νηφάλιος μέσα στον ίλιγγο, ανηφορίζω. Για να μην τρεκλίσω να γκρεμιστώ, στερεώνω απάνω στον ίλιγγο σημάδια, ρίχνω γιοφύρια, ανοίγω δρόμους, οικοδομώ την άβυσσο.
"Αργά, με αγώνα, σαλεύω ανάμεσα στα φαινόμενα που γεννώ, τα ξεχωρίζω βολικά, τα σμίγω με νόμους και τα ζεύω στις βαριές πραχτικές μου ανάγκες.
"Βάνω τάξη στην αναρχία, δίνω πρόσωπο, το πρόσωπο μου, στο χάος.
Καθαρά να ξεχωρίσεις κι ηρωικά να δεχτείς τις πικρές γόνιμες τούτες, ανθρώπινες, σάρκα από τη σάρκα μας, αλήθειες: 
α)
Ο νους του ανθρώπου φαινόμενα μονάχα μπορεί να συλλάβει, ποτέ την ουσία· 
β)
κι όχι όλα τα φαινόμενα, παρά μονάχα τα φαινόμενα της ύλης· 
γ)
κι ακόμα στενώτερα: όχι καν τα φαινόμενα τούτα της ύλης, παρά μονάχα τους μεταξύ τους συνειρμούς·
δ)
κι οι συνειρμοί τούτοι δεν είναι πραγματικοί, ανεξάρτητοι από τον άνθρωπο· είναι κι αυτοί γεννήματα του ανθρώπου· 
ε)
και δεν είναι οι μόνοι δυνατοί ανθρώπινοι· παρά μονάχα οι πιο βολικοί για τις πραχτικές και νοητικές του ανάγκες.

Μέσα στα σύνορα τούτα, ο νους είναι ο νόμιμος απόλυτος μονάρχης. Καμιά άλλη εξουσία στο βασίλειο του δεν υπάρχει.
Αναγνωρίζω τα σύνορα τούτα, τα δέχουμαι μ΄ εγκαρτέρηση, γενναιότητα κι αγάπη, κι αγωνίζουμαι μέσα στην περιοχή τους άνετα σα να ΄μουν ελεύτερος.
Ο Καζαντζάκης στην Αίγινα το 1933.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΧΡΕΟΣ

Δε δέχουμαι τα σύνορα, δε με χωρούν τα φαινόμενα, πνίγουμαι! Την αγωνία τούτη βαθιά, αιματερά να τη ζήσεις, είναι το δεύτερο χρέος.
Ο νους βολεύεται, έχει υπομονή, του αρέσει να παίζει· μα η καρδιά αγριεύει, δεν καταδέχεται αυτή να παίξει, πλαντάει και χιμάει να ξεσκίσει το δίχτυ της ανάγκης.
Να υποτάξω τη γης, το νερό, τον αγέρα, να νικήσω τον τόπο και τον καιρό, να νιώσω με ποιους νόμους αρμολογούνται κι έρχουνται και ξανάρχουνται οι αντικαθρεφτισμοί που ανεβαίνουν από την πυρωμένην έρημο του νου, τι αξίαν έχει;
Ένα μονάχα λαχταρίζω: Να συλλάβω τι κρύβεται πίσω από τα φαινόμενα, τι είναι το μυστήριο που με γεννάει και με σκοτώνει, κι αν πίσω από την ορατή ακατάπαυτη ροή του κόσμου κρύβεται μια αόρατη ασάλευτη παρουσία.
Αν ο νους δεν μπορεί, δεν είναι έργο του να επιχειρήσει πέρα από τα σύνορα την ηρωικήν απελπισμένην έξοδο, να ΄ταν να μπορούσε η καρδιά μου!
"Καρδιά, απλοϊκή καρδιά, γαλήνεψε κι υποτάξου!"
Μα η καρδιά ανατινάζεται και φωνάζει: "Είμαι ο χωριάτης και πηδώ απάνω στη σκηνή κι επεμβαίνω στην πορεία του κόσμου!"
Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύουμαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι.
Ρωτώ, ξαναρωτώ χτυπώντας το χάος: Ποιος μας φυτεύει στη γης ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια; Ποιος μας ξεριζώνει από τη γης ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια;
Θέλω μια στιγμή, προτού με συντρίψουν, ν΄ ανοίξω τα μάτια μου και να τις δω. Αλλο σκοπό δε δίνω στη ζωή μου.


Ας ενωθούμε, ας πιαστούμε σφιχτά, ας σμίξουμε τις καρδιές μας, ας δημιουργήσουμε εμείς, όσο βαστάει ακόμα η θερμοκρασία τούτη της Γης, όσο δεν έρχουνται σεισμοί, κατακλυσμοί, πάγοι, κομήτες να μας εξαφανίσουν, ας δημιουργήσουμε έναν εγκέφαλο και μιαν καρδιά στη Γης, ας δώσουμε ένα νόημα ανθρώπινο στον υπερανθρώπινον αγώνα!
Τούτη η αγωνία είναι το δεύτερο χρέος

Ο Καζαντζάκης στην Αντίπολη της Γαλλίας το 1952.

ΤΡΙΤΟ ΧΡΕΟΣ

Ο νους βολεύεται. Θέλει να γιομώσει μ΄ έργα μεγάλα τη φυλακή του, το κρανίο. Να χαράξει στους τοίχους ρητά ηρωικά, να ζωγραφίσει στις αλυσίδες του φτερούγες ελευτερίας.
Η καρδιά δε βολεύεται. Χέρια χτυπούν απόξω από τη φυλακή της, φωνές ερωτικές αφουκράζεται στον αγέρα· κι η καρδιά, γιομάτη ελπίδα, αποκρίνεται τινάζοντας τις αλυσίδες· και σε μιαν αστραπή της φαίνεται πως έγιναν οι αλυσίδες φτερούγες.http://i0.wp.com/www.antikleidi.com/wp-content/uploads/2013/01/377887_418243031567631_2041217090_n-1.jpg
Μα γρήγορα η καρδιά πέφτει πάλι αιματωμένη, έχασε πάλι την ελπίδα και την ξαναπιάνει ο Μέγας Φόβος.
Καλή η στιγμή, παράτα πίσω σου το νου και την καρδιά, τράβα μπροστά, κάμε το τρίτο βήμα.
Γλίτωσε από την απλοϊκή άνεση του νου που βάνει τάξη κι ελπίζει να υποτάξει τα φαινόμενα. Γλίτωσε από τον τρόμο της καρδίας που ζητάει κι ελπίζει να βρει την ουσία.
Νίκησε το στερνό, τον πιο μεγάλο πειρασμό, την ελπίδα. Τούτο είναι το τρίτο χρέος.
Πολεμούμε γιατί έτσι μας αρέσει, τραγουδούμε κι ας μην υπάρχει αυτί να μας ακούσει. Δουλεύουμε, κι ας μην υπάρχει αφέντης, σα βραδιάσει, να μας πλερώσει το μεροκάματο μας. Δεν ξενοδουλεύουμε· εμείς είμαστε οι αφέντες· το αμπέλι τούτο της Γης είναι δικό μας, σάρκα μας κι αίμα μας.
Το σκάβουμε, το κλαδεύουμε, το τρυγούμε, πατούμε τα σταφύλια του, πίνουμε το κρασί, τραγουδούμε και κλαίμε, οράματα κι Ιδέες ανηφορίζουν στην κεφαλή μας.
Σε ποια εποχή του αμπελιού σου έλαχε ο κλήρος να δουλεύεις; Στα σκάμματα; Στον τρύγο; Στα ξεφαντώματα; Όλα είναι ένα.
Σκάβω και χαίρουμαι όλον τον κύκλο του σταφυλιού, τραγουδώ μέσα στη δίψα και στο μόχτο μου, μεθυσμένος από το μελλούμενο κρασί.
Κρατώ το γιομάτο ποτήρι και ξαναζώ το μόχτο του παππού και του προπάππου. Κι ο ιδρώτας της δουλειάς τρέχει κρουνός στο αψηλό καταμέθυστο κρανίο.
Που πάμε; Μη ρωτάς! Ανέβαινε, κατέβαινε. Δεν υπάρχει αρχή, δεν υπάρχει τέλος. Υπάρχει η τωρινή τούτη στιγμή, γιομάτη πίκρα, γιομάτη γλύκα, και τη χαίρουμαι όλη.
Ο Νίκος Καζαντζάκης το χειμώνα του 1956 στο γραφείο του στην Αντίμπ.
Καλή είναι η ζωή, καλός ο θάνατος, η Γης στρογγυλή και στερεή, σα στήθος γυναικός στις πολυκάτεχες παλάμες μου.
Δίνουμαι σε όλα. Αγαπώ, πονώ, αγωνίζουμαι.
Ο κόσμος μου φαντάζει πλατύτερος από το νου, η καρδιά μου ένα μυστήριο σκοτεινό και παντοδύναμο.
Αν μπορείς, Ψυχή, ανασηκώσου απάνω από τα πολύβουα κύματα και πιάσε μ΄ ένα κλωθογύρισμα του ματιού σου όλη τη θάλασσα.
Κράτα καλά τα φρένα σου να μη σαλέψουν. Κι ολομεμιάς βυθίσου πάλι στο πέλαγο και ξακλούθα τον αγώνα.
Ένα καράβι είναι το σώμα μας και πλέει απάνω σε βαθιογάλαζα νερά. Ποιος είναι ο σκοπός μας; Να ναυαγήσουμε!
Ο Νίκος Καζαντζάκης (αριστερά) με τον Αγγελο Σικελιανό
Χρέος σου, ήσυχα, χωρίς ελπίδα, με γενναιότητα, να βάνεις πλώρα κατά την άβυσσο. Και να λες: Τίποτα δεν υπάρχει!
Τίποτα δεν υπάρχει! Μήτε ζωή, μήτε θάνατος. Κοιτάζω την ύλη και το νου σα δυο ανύπαρχτα ερωτικά φαντάσματα να κυνηγιούνται, να σμίγουν, να γεννούν και ν΄ αφανίζουνται, και λέω: "Αυτό θέλω!"
Ξέρω τώρα· δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, λυτρώθηκα από το νου κι από την καρδιά, ανέβηκα πιο πάνω, είμαι λεύτερος. Αυτό θέλω. Δε θέλω τίποτα άλλο. Ζητούσα ελευτερία.
http://douridasliterature.com/kaz45.jpg1957, 6 Νοεμβρίου. Ο τάφος του Νίκου Καζαντζάκη στον προμαχώνα Martinego του ενετικού τείχους του Ηρακλείου
Ο τάφος του Νίκου Καζαντζάκη στο λόφο Μαρτινέγκο.(Ηράκλειο Κρήτης)
Στιγμιότυπα από την ταφή του Νίκου Καζαντζάκη.
"Ν΄ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω.
Ν΄ αγαπάς τον καθένα ανάλογα με τη συνεισφορά του στον αγώνα. Μη ζητάς φίλους· να ζητάς συντρόφους!
"Που πάμε; Θα νικήσουμε ποτέ; Προς τι όλη τούτη η μάχη; Σώπα! Οι πολεμιστές ποτέ δε ρωτούνε!"
Το μουσείο Νίκος Καζαντζάκης στην Μυρτιά Ηρακλείου.
http://www.kazantzakis-museum.gr/index.php?pre_id=1188&id=1012&level=4&pre_level=1&lang=el
Aποψη του γραφείου του Νίκου Καζαντζάκη.
Ο Νίκος Καζαντζάκης με τη σύζυγο του Ελένη.
Όταν φοβάσαι, ο φόβος διακλαδώνεται σε αναρίθμητες γενεές καi εξευτελίζεις αναρίθμητες ψυχές μπροστά και πίσω σου. Όταν υψώνεσαι σε μια γενναία πράξη, η ράτσα σου αλάκερη υψώνεται και αντρειεύει.
"Δεν είμαι ένας! Δεν είμαι ένας!" Τ όραμα τούτο κάθε στιγμή να σε καίει.
http://www.paraskhnio.gr/wp-content/uploads/2014/02/kazantzakhs.jpg
Πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη/ Εδώ http://www.historical-museum.gr/webapps/kazantzakis-pages/gr/work/mutations-keimeno01-antiparavoli02.php

Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

The Mystic's Dream

Σε τόπους που ευδοκιμούν τα όνειρα ξαναγυρνώ /ανιχνεύοντας σημεία της όρασης και των διαισθήσεων/αναζητώντας στο φως το ανέσπερο την καινούργια μέρα,
 Σε ίχνη ηχοχρωμάτων αιθέριων/τα θαύματα επικαλούμαι /ανακαλώ απ' τη σιωπή τα λόγια των χαμένων παραδείσων /απ' τη μοναξιά μου βγαίνω χαρίζοντας ίχνη/ & σύμβολα ερωτικά στους ανέμους/σαν ένα γόνιμο μόριο της συλλογικής μνήμης του απείρου.(Μαρία-Λαμπράκη-)



Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

«Το εγκώμιο της σκιάς»

Οταν η νύχτα ακουμπάει στους ώμους της το πρώτο φως της αυγής/έρχεσαι γυμνός  και απροκάλυπτος στη χώρα του ονείρου..
Κι αρχίζουν τότε οι αισθήσεις να θωπεύουν τη μνήμη/να βγαίνει στην επιφάνεια η επιθυμία..
'Εξαψη της στιγμής στραγγίζει σταγόνα/σταγόνα το δάκρυ στο τάσι του Ερωτα/για όσα δεν υπήρξαμε παρά μόνο σε επίπεδο φαντασίας..
Παραδοθήκαμε για λίγο στο ανεκπλήρωτο/με άχραντες λέξεις κοινωνήσαμε το μυστήριο του πάθους και σβήσαμε τη δίψα του πόθου μας /με της αγάπης τ' ακριβό κρασί..
Αντί-δωρο στην προσμονή.. 
Μετά-γγιση στην απουσία..(Μ-Λαμπράκη)

Ψάχνουμε ο ένας τον άλλο. Ας ήτανε απόψε
η τελευταία μέρα της αναμονής. ( Χόρχε Λουίς Μπόρχες)«Το εγκώμιο της σκιάς»