Σελίδες

Τρίτη 20 Ιουνίου 2017

Τα φεγγάρια στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη

Τ' ασημένιο το φεγγάρι
«Το  διάδημα του φεγγαριού» στο μέτωπο της νύχτας, όπως είναι φυσικό, δεν θα μπορούσε να λείπει απο τα τοπία της ποίησης του Οδυσσέα Ελύτη
«γερμένο μες το  γιασεμί», «γίνεται το αραχνοΰφαντο του πεπρωμένου να διαβάζεις», βγαίνοντας αργά και ιερατικά μόνον όταν έχουν πέσει «στον ύπνο οι βλάστημοι» ανοίγοντας  «φεγγερά περάσματa», «σαν ημισέληνος της νοσταλγίας»,
«πανσέληνος  του Ερωτα»
«Σαν αίνιγμα διαβασμένο απο τη θάλασσα»
Φτιάχνοντας το δικό του ουρανό,  όπως αναφέρει στην ποιητική του συλλογη
<<Τα μικρά έψιλον>>
''θα του 'βαζα αντίς από 'να, δυο φεγγάρια ανόμοια
το 'να μικρό σαν παιδί, τ' άλλο μεγάλο σαν παράπονο.'' (Μαρία Λαμπράκη)

Το αίνιγμα της Σελήνης, ακόμη κι αν είναι διαβασμένο από τη θάλασσα, όπως γράφει ο Ελύτης, παραμένει, ωστόσο, σχεδόν πάντοτε άλυτο και σαγηνευτικό για τον άνθρωπο.

Μια έλξη μαγική, που διαπερνά τα στρώματα του αιθέρα κι έρχεται να τραβήξει με τ' αόρατα μεταξένια της νήματα κάθε νυχτερινό βλέμμα, κάθε ανομολόγητη νοσταλγία, κάθε έρωτα...

Ερμούπολη, Σύρος
Το Άξιον Εστί - Δοξαστικόν - 1959 (απόσπασμα)
Νυν της Σελήνης το μελάγχρωμα το ανίατο
Αιέν το χρυσοκύανο του Γαλαξία
σελάγισμα

Οδ. Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά, Ίκαρος) Πεζά κείμενα

(Παιδί, παιδάκι)
«… Μια νύχτα η μητέρα μου αγρυπνούσε μ’ ένα κομμάτι φεγγαριού στα χέρια της.
Ήταν κόκκινο, πελώριο, μυτερό στην κόψη του καθώς πριόνι, κι έβγανε καπνούς.
Εκείνη, καθισμένη σ’ ένα βράχο, δε μιλούσε, μόνο κοιτούσε μακριά κατά το Λιγονέρι.
Μια φυσαρμόνικα έκλαιγε σ’ όλο το μάκρος της ακρογιαλιάς κι έβλεπες οι σκιές να  Μεγαλώνουν.

 Ύστερα πήρε να φυσάει. Άκουγα ένα ένα τα φύλλα να μιλάν μέσα
στον ύπνο μου. «Παιδί, παιδάκι.» Το νερό με ταλάντευε – κι όλη τη στεριά μαζί μου,
και τα τζάμια που αστράφτανε πέρα και τα λευκά μετέωρα δώματα.

Ήταν μια νύχτα πίσσα μαύρη. Αγριεμένα βελάζανε τα κύματα.
Μια γερόντισσα με ξέπλεκα λευκά μαλλιά και λαχούρι στους ώμους ασημένιο
τον κρατούσε απ’ το χέρι και πήγαινε, μέσα στην κοσμοχαλασιά.

Ήτανε όμορφη! Όμορφη!  Αγγέλισσα σωστή, που ευωδίαζε δεντρολίβανο.
Μέσα σε λίγες ώρες μου ‘πιε όλο το σκοτάδι ως την στερνή σταγόνα.
 Χαράματα, όταν άνοιξα τα μάτια, κιόλας έστεκε ορθή, στραμμένη κατά την Ανατολή…»

ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ   (1940) Οδυσσέας Ελύτης (αποσπάσματα)
ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ  IV
Ένας ώμος ολόγυμνος
Σαν αλήθεια
Πληρώνει την ακρίβεια του
Στην άκρια τούτη της βραδιάς
Που φέγγει ολομόναχη

Κάτω απ' τη μυστικιά ημισέληνο
Της νοσταλγίας μου.

Οδυσσέας Ελύτης
ADAGIO

*
Έλα μαζί να διαφιλονικήσουμε απ' τον ύπνο το νωχελικό προσκέφα-
λο που πλέει στο διπλανό φεγγάρι.

Ατρικύμιστα κεφάλια και τα δυο

μαζί λικνιστικά γλιστρώντας να γεμίσουμε την αμμουδιά με φύκια ή
άστρα.
Γιατί πολύ θα 'χουμε ζήσει από τα δάκρυα τη μαρμαρυγή και

θ' αγαπούμε τη σωστή γαλήνη.

ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
Στα τρίστρατα όπου στάθηκεν η αρχαία μάγισσα
Καίοντας με ξερό θυμάρι τους άνεμους
Οι λυγερές σκιές αλαφροπερπατήσανε
Μ' ένα σταμνί γεμάτο αμίλητο νερό στο χέρι
Εύκολα σαν να μπαίναν στον Παράδεισο
Κι από την προσευχή των γρύλων που άφρισε τους κάμπους
Οι όμορφες ξεπροβάλανε με δέρμα φεγγαριού
Για να χορέψουνε στο μεσονύχτιο αλώνι...

Platamon castle -foto from TripAdvisor

ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ  (1943)- Οδυσσέας Ελύτης(αποσπάσματα)

Ή πάλι νύχτα μ' άσωτα βιολιά
Μέσα στους μισοχαλασμένους μύλους
Κρυφομιλούσες με μια μάγισσα
Στους κόρφους σου έκρυβες μια χάρη
Που ήταν το ίδιο το φεγγάρι.

Πανσέληνος στο Σούνιο ΙΧ

Ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα


Ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα
βαθύ γαρούφαλο ακρωτήρι
Το χέρι σου έφευγε με το νερό
να στρώσει νυφικό το πέλαγο
Το χέρι σου άνοιγε τον ουρανό

Άγγελοι μ’ έντεκα σπαθιά
πλέανε πλάι στ’ όνομά σου
σκίζοντας τ’ ανθισμένα κύματα
Στους κόρφους σου έκρυβες μια χάρη
που ήταν το ίδιο το φεγγάρι


Φεγγάρι εδώ, φεγγάρι εκεί
αίνιγμα διαβασμένο από τη θάλασσα
Για το δικό σου το χατίρι
ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα
βαθύ γαρούφαλο ακρωτήρι


ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ  (1971) -αποσπάσματα-Οδυσσέας Ελύτης   

  III
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ' αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ' αχανή σεντόνια


Να μαδάω γιασεμιά - κι έχω τη δύναμη

Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μέσ' από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε

ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ  (1972)-αποσπάσματα-Οδυσσέας Ελύτης

ΤΟ ΤΡΙΖΟΝΙ

Κοιμήθηκα κοιμήθηκα
    στων Αρχαγγέλων τη σκιά

Στην ερημιά του φεγγαριού
    στο κυματάκι του γιαλού


Τι να 'φταιξα της μοίρας μου
    κι έτσι με φαρμακώνει
Μονάχα μου αποκρίνεται
    της νύχτας το τριζόνι


 ΝΤΟΥΚΟΥ ΝΤΟΥΚΟΥ ΜΗΧΑΝΑΚΙ   
 Σκίζει η πλώρη τα νερά
    κι αντηχάνε τα βουνά


Ντούκου ντούκου μηχανάκι
    ντούκου το παλιό μεράκι


Τρίτη Πέμπτη και Σαββάτο
    μες στης θάλασσας τον πάτο

Ποιος θα ρίξει ποιος θα πάρει
    τ' ασημένιο το φεγγάρι
   
Marc Fishman Dancing to the moon.
Τα κορίτσια του Ιαπαχάν
Μισοφέγγαρο ασημί
βγαίνει μες στο γιασεμί

Τα κορίτσια το κοιτάν
απ’ τους κήπους του Ισπαχάν

Κι ένας άγγελος με γένια
στέκει πάνω στα μπεντένια :
Τέτοια νύχτα ποιος κοιμάται
το Θεό δεν τον φοβάται ;
 
Μισοφέγγαρο ασημί
γέρνει μες στο γιασεμί

Τραγουδάνε και το παν
τα κορίτσια του Ισπαχάν



Η ΤΑΡΑΤΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ
α’
Στα σύρματα μπουγάδες απλωμένες
φέγγουν οι τοίχοι φέγγουνε οι αντένες
Αύγουστο μήνα μέσα στο φεγγάρι
παν οι ταράτσες παν χωρίς βαρκάρη
 ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΡΚΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΙΝΕΜΕΝΗΣ    (Μετάφραση Οδυσσέα Ελύτη)

Ντέφι χτυπώντας το φεγγάρι
    χορεύει κι έρχεται με χάρη


μέσ' από δάφνες και μυρτιές
    κι από το φως ασημωμένη

μικρή τσιγγάνα η Παινεμένη
  
Ο ΑΝΤΟΝΙΟ ΤΟΡΡΕΣ ΧΕΡΕΝΤΙΑ
             ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΕΒΙΛΛΙΑΣ

 Κάτου στης ακροποταμιάς
    το μονοπάτι περπατάει

κρατώντας βέργα λυγαριάς
    ο Αντόνιο Τόρρες ο Χερέντια
και στη Σεβίλλια πάει

    Τα κατσαρά του γυαλιστά
πέφτουν στα μάτια του μπροστά
    στην όψη του είναι μελαψός

από του φεγγαριού το φως
 Η ΜΙΚΡΟΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ
 Τέτοιο δέρμα τέτοια χείλη
    δεν τα βρίσκεις σε κοχύλι
τέτοιο θάμπος τέτοια χάρη
σε γυαλί και σε φεγγάρι
  Η ΣΕΛΗΝΗ ΣΤΟ ΣΙΔΕΡΑΔΙΚΟ
  
Μπήκε στα κλεφτά η Σελήνη
    με τ' άσπρο της το νυχτικό

μπήκε στο σιδεράδικο
    τ' αγόρι στο περβάζι

κάθεται και κοιτάζει

Στην αχνή που τηνε τυλίγει
    τα μπράτσα η Σελήνη ανοίγει
και το παιδί κοιτάει κοιτάει
    δυο στήθη από σκληρό καλάι
 
-Μη Σελήνη φύγε φύγε
    τι αν έρθουν οι τσιγγάνοι
την καρδιά σου θα την κάνουν
    δαχτυλίδι και γιορντάνι


Μες στα λιόφυτα περνάνε
    οι τσιγγάνοι κι όλο πάνε

με τα κεφάλια τους στητά
    τα βλέφαρα μισόκλειστα 

Αχ τι λέει το νυχτοπούλι
    μες στα δέντρα τι μεράκι
αψηλά η Σελήνη πάει

    κι απ' το χέρι της κρατάει
ένα μελαψό αγοράκι.

ΤΑ ΕΤΕΡΟΘΑΛΗ  (1974)-αποσπάσματα-Οδυσσέας Ελύτης
''Θύμησες φεγγαριού των αρρεβωνιασμένων
Όλο πούλιες χρυσές και ρόμβους ρόδινους''


Full moon on Lesvos -Πηγή

Της σελήνης της Μυτιλήνης(απόσπασμα)

Παλαιά και νέα ωδή

Τόσο μου ομόρφυνες τη δυστυχία — που ξέρω:
Μόνο σε Σένα θα το πω παλιά θαλασσινή Σελήνη μου.

Ήτανε στο νησί μου κάποτες κει που αν δε γελιέμαι
Πριν χιλιάδες χρόνους η Σαπφώ κρυφά
Σ΄ έφερε μέσ’ στον κήπο του παλιού σπιτιού μας
Κρούοντας βότσαλα μέσ’ στο νερό ν’ ακούσω
Πως σε λένε Σελάνα και πως εσύ κρατείς
Επάνω μας και παίζεις τον καθρέφτη του ύπνου.

*
Όχι που ήμουν άτυχος — θέλω να πω
Που τα χρόνια επάνω μου δεν έπιαναν σαν το νερό
Και τα λόγια μου μέσα στο φως πηδώντας
Όμοια ψάρια να φτάσουν λαχταρίζανε
Μέσ’ στον άλλο ουρανό — Μα που πια κανείς κανείς
Ν’ αναγνώσει δε γνώριζε Παράδεισο
Παλιά θαλασσινή Σελήνη μου μόνο σε Σένα θα το πω
Γιατί μου ομόρφυνες τη δυστυχία — και ξέρω:

Το παλιό μου σπίτι ακόμη κατοικώ
Και στα ίδια τριξίματα τρομάζω
Και τις νύχτες πάλι βγαίνοντας ο Ιούλιος
Τυλιγμένος τη μαύρη πρασινάδα σου παραμιλώ

Μαρία Νεφέλη (1978)αποσπάσματα-Οδυσσέας Ελύτης

  Α'
Η Μαρία Νεφέλη λέει:
                         ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Ροές της θάλασσας κι εσείς
των άστρων μακρινές επιρροές - παρασταθείτε μου!
απ' τα νερά της νύχτας τ' ουρανού κοιτάξετε
πως ανεβαίνω
αμφίκυρτη

σαν τη νέα Σελήνη
και σταλάζοντας αίματα.    

ΤΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ

Πέσαν στον ύπνο οι βλάστημοι και να: βρήκε το θάρρος
το φεγγάρι μας να ξεμυτίσει.

Μίλησε πάλι το βουνό
ιερές ακατανόητες έλξεις
από φύλλο σε φύλλο
το ελαφάκι του νερού και η κάππαρη.

Με το πλάι σταματημένα και αποκοιμισμένα
τ' αλόγα πανύψηλα
και κάτου ως πέρα η μισή κοιλάδα στ' άσπρα.
Θάρρος. Τώρα. Είναι η στιγμή
 

ΚΑΘΕ ΦΕΓΓΑΡΙ ΟΜΟΛΟΓΕΙ
Κάθε φεγγάρι ομολογεί και μες στα δέντρα κρύβεται μην
         και το καταλάβεις· 

έχεις ανακατώσει τόσο τους καιρούς που μήτε ο ίδιος ξέρεις

         από που το μήνυμα θα λάβεις.

Εσύ 'σαι ο ένας απ' αυτούς που του 'δωσαν χαρτί μεγάλο
        για να γράψει και δεν έστερξε την πένα του να πιάσει· 
που του 'ρθε η τύχη σαν λακκάκι μες στο μάγουλο και που
       δεν είπε μπάρεμ να χαμογελάσει.
Και η Μαρία Νεφέλη: 
Εσύ 'σαι αυτός που του 'ριξαν το δίχτυ μέσα στο λουτρό να τον
σκοτώσουν μα κρατάει μες στο βασίλειό του ακόμη
 ·
που σπρώχνει την αγάπη απ' το παράθυρο κι υστέρα κλαίγεται
και λέει ότι τον αδικούν οι νόμοι.


Κάθε φεγγάρι ομολογεί κι εσύ κάνεις πως τάχα δεν καταλαβαίνεις.
Ξέρεις ότι φορείς τον ήλιο -και ότι πριν εκείνο κατεβεί εσύ
ανεβαίνεις.

Δίνε δωρεάν το χρόνο
                     αν θες να σου μείνει λίγη αξιοπρέπεια.

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΝΑΥΤΙΛΟΣ (1985)-αποσπάσματα-Οδυσσέας Ελύτης

 ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ [ VIII-ΧΙV]

Οι φανταστικές αλήθειες φθείρονται πολύ πιο δύσκολα.
Ο Rimbaud
επέζησε της Κομούνας όπως θα επιζήσει
το φεγγάρι της Σαπφώς από
το φεγγάρι του Armstrong.

Χρειάζονται άλλης λογής υπολογισμοί.

Christian Schloe (arte)     

ΚΑΙ ΜΕ ΦΩΣ ΚΑΙ ΜΕ ΘΑΝΑΤΟΝ [8-14]

Μια η Μαρία - δυο το νέο φεγγάρι
Το φύλλωμα όλο ακόμη σκοτεινό
Βαρύ από θάνατο που δεν επρόκανε ν' αραιώσει;
                                           Τι σημαίνει

 ΟΤΤΩ ΤΙΣ ΕΡΑΤΑΙ

Full moon over Korthi Bay, Andros.Kostas Dendrinos
                                             [Τα Στιγμιότυπα]

 ΑΝΔΡΟΣ
Στραπουργιές.
Φεγγαρόφωτο πάνω στους ανθισμένους γκρεμούς κι
ως πέρα στο μυριστικό πέλαγος, ατελεύτητα.

Η ΣΠΕΡΑΝΤΖΑ
Καθώς το φεγγάρι προχωρεί και την κυριεύει από τα πόδια.
Πλέει
ανάσκελα μέσα στο φως, κι από τα γυμνά στήθη, που ανεβοκατεβαί-
νουν, φτάνει μια μυρωδιά περιβολιού και θάλασσας.

ΤΑ ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΗΣ ΟΞΩΠΕΤΡΑΣ  (1991)-απόσπασμα

Μικρά χρυσά πετούμενα μωράκια της αναπνοής σου ακόμη
Πάνε κι έρχονται πάνω στην πέτρα και τις νύχτες παίζουνε φεγγάρι
Αλλ' εκείνος που σαν γλύπτης ήχων μουσική από μακρινούς
        αστερισμούς συνθέτει

ΔΥΤΙΚΑ ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ (1995) -απόσπασμα -Οδυσσέας  Ελύτης
        ΣΕ ΜΠΛΕ ΙΟΥΛΙΤΑΣ

Ασπασμούς απ' τα Κύθηρα. Έτσι με κάτι τέτοια πιάνεται
Ο κισσός και μεγαλώνει το φεγγάρι να βλέπουν οι ερωτευμένοι
Σε τι μπλε Ιυυλίτας γίνεται το αραχνοΰφαντο του πεπρωμένου
        να διαβάζεις

Christian Schloe (arte)

 ΕΚ ΤΟΥ ΠΛΗΣΙΟΝ (1998)-ΑΠΟΣΠΆΣΜΑΤΑ-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Μ' ευρήματα σελήνης και μικρής Υακίνθης παρειών θραύσματα
Τα πάντα εντέλει ανάγνωση επιδέχονται
Του μύρμηγκα η μυστηριώδης διαδρομή και της μελίσσης

        το βόμβισμα

Γρατζουνάει το πρώτο σου φιλί, όπως το πρώτο σου ποίημα.
Κι είναι
οι δυο αυτές αγριμάδες που,
αν συμπέσουν και κάνουν καινούριο
φεγγάρι,

μπορεί να ξαναγραφτεί απαρχής η ιστορία του κόσμου

Μην ακούτε τον Armstrong.
Η μυρωδιά του φεγγαριού θα πρέπει να
είναι κάτι ανάμεσα παλαιό φιλί και αιθέριο έλαιο κυπαρισσώνων.

Οδυσσέας Ελύτης ~ Τα μικρά έψιλον
Ποιος κράτησε ποτέ του μια διάφανη πέτρα
και δεν ένιωσε μέσα της τον ουρανό;
Θα 'θελα να φτιάξω έναν ουρανό
να 'χω τώρα που νύχτωσε ένα στερέωμα να κοιτάζω
θα το 'καμνα μεγάλο, γιομάτο άστρα με σχήματα παράξενα
θα του 'βαζα αντίς από 'να, δυο φεγγάρια ανόμοια
το 'να μικρό σαν παιδί, τ' άλλο μεγάλο σαν παράπονο.

Αιώνος είδωλον(απόσπασμα)

Οδυσσέας Ελύτης

 Καθείς μ’ ένα φεγγάρι στρογγυλό στο χέρι Τη δική του νύχτα.

Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Η ποίηση των ''Ανέμων''



Νικηφόρος  Βρεττάκος
Να μαλώσεις τον άνεμο.
Να μαλώσεις τη νύχτα.
Εγώ, να τους πεις,
Δεν είμαι ένα τυχαίο περιστατικό,
να τους παραδοθώ.
Αποτέλεσμα εικόνας για animated images with wind and flowersΜάλωμα-Νικηφόρος  Βρεττάκος
Κοίταξέ με στα μάτια. Τι έκανες;
Ανεβαίνοντας πάνω στο λόφο που βλέπει
πέρα απ' τον άνεμο, άργησες.
               Κλαις;
Γιατί δε μιλάς;
Τι σου 'λεγε ο ήλιος;


 Και φεύγοντας έρχεσαι.-Νικηφόρος Βρεττάκος

 "Τώρα το ξέρεις:
τα βουνά δε μπορούνε
να μας χωρίσουν.

Και φεύγοντας έρχεσαι.
Και φεύγοντας έρχομαι.

Δεν υπάρχει άλλος χώρος
έξω απ' το χώρο μας.


Κι ο άνεμος είναι
η αφή των χεριών μας.

Καθώς ταξιδεύουμε,
εσύ στο βορρά, εγώ προς το νότο,
κοιτώντας τον ήλιο,
ο καθένας μας έχει
τον άλλο στο πλάι του"...

https://ak9.picdn.net/shutterstock/videos/2591837/thumb/1.jpg
Αυγουστιάτικος άνεμος-Νικηφόρος Βρεττάκος


Είναι τόση η γαλήνη, που δεν ξέρω αν υπάρχουν

καρδιές χωριστές - τόσα μάτια, όσα βλέπουν

αυτή τη στιγμή: ζώα, ψάρια, φυτά και πουλιά

κι αδερφοί το στερέωμα, πάμφωτο, διάφανο, ανάμεσα

στην κάτασπρη γύρη του.


     Νιώθω μέσα στο στήθος μου

την καρδιά μου νερό που χορεύει και νιώθω

σα να 'μαι ένας διάττοντας που πέφτοντας στάθηκε

για λίγο μετέωρος και γύρισε πάλι, φωτεινός και

     χαρούμενος,

προς τα πάνω.


Ψυχή μου! Τι σε θέλω, ψυχή μου; Τι

     κάθεσαι και

δε γίνεσαι μέλισσα;

Δυο γραμμούλες φωτός,

δυο αστεράκια οι κεραίες σου - πέταξε, πρόλαβε, τρέξε,

ένα γύρο, δυο γύρους, τρεις γύρους, να φέρεις

φωτιά στην κυψέλη σου.

Ψυχή μου, χαρά μου, τι κάθεσαι μέλισσα;

Ανοιξαν όλα τα λουλούδια του σύμπαντος.

Το Άξιον Εστί - Δοξαστικόν -Οδυσσέας  Ελύτης

ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΟΡΕΣ ΑΝΕΜΟΙ που ιερουργούνε
που σηκώνουν το πέλαγος σαν Θεοτόκο
που φυσούν και ανάβουνε τα πορτοκάλια
που σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται

Ο Μαϊστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής
ο Πουνέντες, ο Γραίγος, ο Σιρόκος
η Τραμουντάνα, η Όστρια

Άνεμος της Παναγίας – του Οδυσσέα Ελύτη

Σε μια παλάμη θάλασσας γεύτηκες τα πικρά χαλίκια
Δύο η ώρα το πρωί περιδιαβάζοντας τον έρημο Αύγουστο
Είδες το φως του φεγγαριού να περπατεί μαζί σου
Βήμα χαμένο. Ή αν δεν ήτανε η καρδιά στη θέση της
Ήταν η θύμηση της γης με την ωραία γυναίκα

Η ευχή που λαχτάρησε μέσ’ απ’ τους κόρφους του βασιλικού
Να τη φυσήξει ο άνεμος της Παναγίας!

Ώρα της νύχτας! Κι ο βοριάς πλημμυρισμένος δάκρυα
Μόλις ερίγησε η καρδιά στο σφίξιμο της γης
Γυμνή κάτω από τους αστερισμούς των σιωπηλών της δέντρων
Γεύτηκες τα πικρά χαλίκια στους βυθούς του ονείρου
Την ώρα που τα σύννεφα λύσανε τα πανιά

Και δίχως ήμαρτον κανέν’ από την αμαρτία χαράχτηκε
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν από την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!

Αποτέλεσμα εικόνας για animated images with wind and flowers
 Οδυσσέας ΕΛΥΤΗΣ, Ο μικρός Ναυτίλος (απόσπασμα)

ΚΑΠΟΤΕ ΔΕΝ
είναι παρά μια λάμψη πίσω απ’ τα βουνά
-κει κατά το μέρος του πελάγου. Κάποτε πάλι ένας αέρας δυνατός
που άξαφνα σταματάει όξω απ’ τα λιμάνια. Κι όσοι νογούν, το μάτι
τους βουρκώνει
Χρυσέ ζωής αέρα γιατί δε φτάνεις ως εμάς;
Κανένας δεν ακούει, κανένας. Όλοι τους πάνε κρατώντας ένα εικό-
νισμα και πάνω του η φωτιά.
Κι ούτε μια μέρα, μια στιγμή στον τόπο
αυτόν που να μη γίνεται άδικο και φονικό κανένα
Γιατί δε φτάνεις ως εμάς;
Είπα θα φύγω. Τώρα. Μ’ ό,τι να’ ναι: το σάκο μου τον ταξιδιωτικό
στον ώμο• στην τσέπη μου έναν Οδηγό• τη φωτογραφική μου μηχανή
στο χέρι. Βαθιά στο χώμα και βαθιά στο σώμα μου θα πάω να βρω
ποιος είμαι. Τι δίνω, τι μου δίνουν, και περισσεύει το άδικο
Χρυσέ ζωής αέρα…


-Βύρων Λεοντάρης, «Ξερίζωσέ με, άνεμε, ξερίζωσέ με»
«Ξερίζωσέ με, άνεμε, ξερίζωσέ με
πάρε μου τα πουλιά,
πάρε μου τ’ άνθη και τα φύλλα
τίναξε από τις ρίζες μου το χώμα της καρδιάς του, στέγνωσέ με
κάνε με αστραπή να δέρνομαι στα ουράνια.

Μπροστά στο μέγα ρίγος, ποιο το φως,
ποια η φτωχούλα αυτή δροσιά ζωής που μας πλανεύει
στους σκοτεινούς βυθούς της ύπαρξής μας,
ρόδο βαρύ στριφογυρνώντας κατεβαίνει
μαδώντας μέσα στα νερά τα ματωμένα πέταλά του- έτσι
γδυτός απ’ όλους τους παραδείσους
όποιος μπορεί να βαστήξει την ανάσα του για πάντα
να ξεχειλίσει μ’ ένα μόνο του σφυγμό άξαφνα τον κόσμο, αυ-
τός μονάχα
ας μπει στην απεραντοσύνη του έρωτα και του θανάτου.

Κρατώ κρύα μάνταλα της πόρτας και χτυπάω το μέτωπο
μου στο κατώφλι που ποτέ, ποτέ, ποτέδε θα ξαναδια-
βούν τ’ αγαπημένα πόδια,
σβήνω τους κήπους σαν φωτιές επάνω στο κορμί μου
χιονίζω λόγια απόκοσμα τις νύχτες.

Να ‘ταν να σ’έδινε ξανά πίσω σε μας η μοίρα σου
να ‘ρχόσουν συναπάντημα άξαφνο στους ιδρωμένους δρόμους
κι ω, να γινόσουν πάλι σάρκα
ανάσα γύρω απ’ τη γυμνή μου απελπισία
αίμα ανθισμένο στο αίμα μου
χαλάρωμα χεριών στα μεθυσμένα μου μαλλιά
ω, να γινόσουν πάλι σάρκα…
-ξερίζωσέ με, άνεμε, ξερίζωσέ με.»
 (Βύρων Λεοντάρης, «Ανασύνδεση», 1962).
Σαπφώ:
''Σαν άνεμος μου τίναξε ο έρωτας τη σκέψη,
σαν άνεμος που σε βουνό βελανιδιές λυγάει.
Ήρθες, καλά που έκανες, που τόσο σε ζητούσα,
δρόσισες την ψυχούλα μου, που έκαιγε ο πόθος.''

 "Ερωτικός Λόγος" του Γιώργου Σεφέρη
Β'
Ρόδο του ανέμου, γνώριζες μα ανέγνωρους μας πήρες
την ώρα που θεμέλιωνε γιοφύρια ο λογισμός
να πλέξουνε τα δάχτυλα και να διαβούν δυο μοίρες
και να χυθούν στο χαμηλό κι αναπαμένο φως.

Ε'
   Ρόδο άλικο του ανέμου και της μοίρας,
μόνο στη μνήμη απέμεινες, ένας βαρύς ρυθμός
ρόδο της νύχτας πέρασες, τρικύμισμα πορφύρας
τρίκυμισμα της θάλασσας... Ο κόσμος είναι απλός.

Τὸ φύλλο τῆς λεύκας-Γιώργος Σεφέρης
Ἔτρεμε τόσο ποὺ τὸ πῆρε ὁ ἄνεμος
ἔτρεμε τόσο πῶς νὰ μήν τὸ πάρει ὁ ἄνεμος

πέρα μακρυά
μιὰ θάλασσα
πέρα μακρυά
ἕνα νησί στὸν ἥλιο
καὶ τὰ χέρια σφίγγοντας τὰ κουπιά
πεθαίνοντας τὴν ὥρα ποὺ φάνηκε τὸ λιμάνι
καὶ τὰ μάτια κλειστά
σὲ θαλασσινές ἀνεμῶνες…

Ἔτρεμε τόσο πολύ
τὸ ζήτησα τόσο πολύ
στὴ στέρνα μὲ τοὺς εὐκαλύπτους
τὴν ἄνοιξη καὶ τὸ φθινόπωρο
σ' ὅλα τὰ δάση γυμνά
θεέ μου τὸ ζήτησα!

PABLO NERUDA,Ο ΑΝΕΜΟΣ ΣΤΟ ΝΗΣΙ 

-FERNANDO PESSOA, «Ο άνεμος εκεί ψηλά»

“Ο άνεμος εκεί ψηλά,στα αιθέρια,
την μοναξιά μου έρχεται κι αυξάνει,
παράπονα δεν κάνω σε κανέναν,
παράπονα αυτός πρέπει να κάνει.

Ήχος αφηρημένος, απροσμέτρητος,
από του φευγαλέο του κόσμου τέλος,
το νόημά του γίνεται βαθύ,
κι εντός του μου μιλά όλο το ανύπαρκτο:
πως η αρετή δεν είναι μια ασπίδα
και πως καλύτερη αρετή είναι η σιωπή.”



Τα Κύθηρα -Κώστας Βασιλάκος

Αποχαιρετώ την Παναγία
των Μυρτιδίων
που στη σκέπη της
κύματα και άνεμοι
σέρνονται γονατιστοί.

Συλλογή " Λόγια δραπέτες "
Κώστας Βασιλάκος / Άνεμος Εκδοτική


Το βαπόρι- —Γιάννης Σκαρίμπας
Νάναι ως νάχης φύγει — με τους ανέμους — καβάλλα
στο άτι της σιγής κι' όλα να πάης
και vάv' πολλά καράβια, πολλή θάλασσα — μεγάλα
σύγνεφα πάνω — οι άνθρωποι κι' ο Μάης.

Κι' εντός μου εμένα να βρυχιέται — όλο να τρέμει —
βαρύ ένα βαπόρι και κατόπι
πάλι εσύ κι' ο Μάης κι' οι ανέμοι
κι' έπειτα πάλιν οι ανθρώποι, οι ανθρώποι.

Και νάναι όλα απ' ό,τι φεύγει —και δε μένει—
σε μια πόλη ακατοίκητη, κι' εντός μου
ακυβέρνητο, όλο να σε πηγαίνει το καράβι
 έξω απ' την τρικυμία τούτου κόσμου.

'Ανεμε, δρόμε μου-Μαρία Λαμπράκη

 Νοτιά το στήθος μου απόψε θερμαίνει
άναψε η φλέβα μου δρόμο ζητώ
λεπίδι η θύμηση στις νύχτας το χάδι
ψάχνω τα χέρια σου που να σε βρω;

Οι σκέψεις  γίνανε δίχτυα του τρόμου
το θέλω μέσα μου τ' ατσάλι τρυπά
έγινες δρόμος μου ροή του κόσμου
   στο άδειο πέλαγος τρέμει η καρδιά

Νησί τα χέρια σου κι αν τα κρατήσω
πικρά τα κύματα πως να διαβώ
φωτιά τα χείλη σου κι αν τα φιλήσω
βροχή στα μάτια μου και θα πνιγώ

'Ανεμε,  δρόμε μου θα σε ζητήσω
βαθιά στη νύχτα μου μοίρα σκληρή
τρέμει η φωνή μου πως να μιλήσω
το στήθος χτίστηκε για ν' απορεί.
Η τελευταία αποστροφή του στίχου '' το στήθος χτίστηκε για ν' απορεί'' είναι ''δάνειο'' απο ποίημα του Δημήτρη Χριστοδούλου.


Μα εγώ είμαι ο άνεμος
και αύριο φεύγω.....

Ένας απαρηγόρητος άνεμος-Τάσος Πορφύρης

Όλο κι όλο είν’ ένας ανεπαίσθητος άνεμος
που έρχεται από τη βορεινή κάμαρη του επάνω πατώματος
ούτε λόγος πως δεν μπορεί να κρυολογήσει κανείς
ούτε να χτυπήσουν οι πόρτες και τα παράθυρα με πάταγο
τα παιδιά συνεχίζουν το παιχνίδι τους
ο παππούς αλλάζει σελίδα, έχει κιόλας ξεχάσει
και μοιάζει ευτυχισμένος παρακολουθώντας
το Χρηματιστήριο Αξιών
Μονάχα η μάνα αφήνει για μια στιγμή τη δουλειά της
σαν ν’ αφουγκράζεται από πολύ μακριά:
«Φυσάει απ’ τον παλιό καιρό«» ούτε που το ψιθυρίζει
και ξανασκύβει στο πλεχτό
Κι εκείνος είναι εδώ ανάμεσά μας
και δεν ξέρει’
πού να βάλει τα χέρια του
πού να ακουμπήσει το φορτίο της μνήμης
που του κουράζει τα μάτια
Και φαίνεται αδικαιολόγητο που βγαίνουμε
τρέχοντας απ’ το σπίτι
ρίχνοντας ικετευτικές ματιές
στον κήπο
στα κάγκελα
στ’ αναρριχώμενα του φράχτη
εκβιάζοντας το χρόνο ανώφελα
γιατί αυτός είναι μέσα και κάνει το ίδιο
δένοντας τάχα τα κορδόνια των παπουτσιών του
Έτσι ξημέρωσε και τούτ’ η μέρα
κρατώντας απ’ το χέρι έναν απαρηγόρητο άνεμο.


(Τάσος Πορφύρης, από τη συλλογή Νεμέρτσκα, 1961
Συγκεντρωτική έκδοση Νεμέρτσκα,
Ποιήματα (1961-2011), 2013)


''Έστειλα στον άνεμο μηνύματα
να παίξει με τα κύματα
για να με θυμηθείς''