Πίνακας -Βασίλης Βαγιάννης -«Χάρμα η ξιπολιά σε καλοκαίρια ρωμαίικα!» (Νίκος Καρούζος) |
Φωτογραφία -Ενετικό φρούριο του Κούλε-Ηράκλειο Κρήτης Έλεος δεν έχει τούτο το φεγγάρι απλώνει απλώνει αδιάκοπα στο δέρμα του καλοκαιριού πήζει τον ουρανό πήζει τον άνεμο κερώνει την καρδιά και τις χαραματιές της θύμησης και τα σκιαγμένα πρόσωπα ψηλά στις πολεμίστρες. (Βύρων Λεοντάρης) Το Καλοκαίρι -Λένα Παππά Πηγή Αργύρης Χιόνης, Το ωραίο καλοκαίρι Ήταν ωραίο αυτό το καλοκαίρι ήταν ωραίο αλλά και επικίνδυνο Ένας παππούς που έκανε αμμόλουτρα ξεχάστηκε θαμμένος μες την άμμο όταν τον θυμηθήκανε μετά από μέρες σηκώσαν το καπέλο του, δεν ήταν από κάτω Μια πάλευκη τουρίστρια απʼ το βορρά τα ʽφτιαξε με τον ήλιο κοιμήθηκε μαζί του μέρες μήνες σκούρυνε, αφομοιώθηκε απʼ το τοπίο οι δικοί της τώρα την αναζητούν μέσω του Ερυθρού Σταυρού Ένα παιδί δαρμένο έγινε αχινός αν τους βαστάει τώρα ας με ξαναδείρουν, είπε πήρανε ο μπαμπάς κι η μαμά μαχαίρι και πηρούνι και χωρίς να τρυπηθούν του φάγαν την καρδιά Ένα σκυλί κυνηγημένο δάγκωσε την ουρά του και την έφαγε ύστερα έφαγε όλο το κορμί του έμεινε μόνο το κεφάλι του στα βότσαλα Νʼ ασπρίζει από τα κύματα γλειμμένο Βαθιά, ένα καράβι έμενε ακίνητο ακίνητο ένα καλοκαίρι φυσούσαν άνεμοι φουσκώναν τα πανιά δεν έλεγε να φύγει. Τι περίμενε; κανείς δεν ξέρει *Από τη συλλογή “Λεκτικά Τοπία” (1983). |
Πίνακας, jean baptiste valadie Σώμα του καλοκαιριού-Οδυσσέας Ελύτης Πάει καιρός που ακούστηκεν η τελευταία βροχή Πάνω από τα μυρμήγκια και τις σαύρες Τώρα ο ουρανός καίει απέραντος Τα φρούτα βάφουνε το στόμα τους Της γης οι πόροι ανοίγουνται σιγά σιγά Και πλάι απ' το νερό που στάζει συλλαβίζοντας Ένα πελώριο φυτό κοιτάει κατάματα τον ήλιο. Ποιος είναι αυτός που κείτεται στις πάνω αμμουδιές Ανάσκελα φουμέρνοντας ασημοκαπνισμένα ελιόφυλλα Τα τζιτζίκια ζεσταίνονται στ' αυτιά του Τα μυρμήγκια δουλεύουνε στο στήθος του Σαύρες γλιστρούν στη χλόη της μασχάλης Κι από τα φύκια των ποδιών του αλαφροπερνά ένα κύμα Σταλμένο απ' τη μικρή σειρήνα που τραγούδησε: Ω σώμα του καλοκαιριού, γυμνό, καμένο Φαγωμένο από το λάδι κι από το αλάτι Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς Μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς Άχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό εφηβαίο Γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες Σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας! Έρχονται σιγανές βροχές ραγδαία χαλάζια Περνάν δαρμένες οι στεριές στα νύχια του χιονιά Που μελανιάζει στα βαθιά μ' αγριεμένα κύματα Βουτάνε οι λόφοι στα πηχτά μαστάρια των νεφών Όμως και πίσω απ' όλα αυτά χαμογελάς ανέγνοια Και ξαναβρίσκεις την αθάνατη ώρα σου Όπως στις αμμουδιές σε ξαναβρίσκει ο ήλιος Όπως μες στη γυμνή σου υγεία ο ουρανός. |
Πίνακας, Βασίλης Βαγιάννης Ζωή Καρέλλη-Του Καλοκαιριού
|
"Εξοπλισμός θερινών αναγκών" Κική Δημουλα (απόσπασμα) Καπέλο για τον ήλιο παρόλο που δεν καίει όπως τότε που ήσουν μέρα νύχτα εφευρέτης του. Να δοκιμάσω από περιέργεια ένα έγκαυμα παλιό να δω αν ξεφλούδισε ο τρελός έρωτας της πλάτης μου για δαύτο. "Εξοπλισμός θερινών αναγκών" Κική Δημουλα (απόσπασμα) Κάτι ορθάνοιχτα παράθυρα ανεβάζουν καλοκαίρι με το γερανό της μύγας. Μετρώ και λείπουνε μιά δυό συλλαβές του και το πόδι του λάμδα σπασμένο Κουνιότανε από πέρυσι. Τώρα που θα καθίσει τόση ελάττωση κι όλη η συνοδεία των ευνούχων της. Πάντως είναι στέρεο το ελαττούμενο σηκώνει τόνους άλγη. Κάτσε άφοβα. Καλού κακού θα προσθέσω στον κατάλογο μια ξαπλώστρα εις αντικατάστασιν του σπασμένου λάμδα. Χρειάζομαι επίσης Τρανζιστοράκι κολλητό στ’ αυτάκια των κυμάτων ν’ ακούνε μουσική από σταθμούς πειρατικούς της άμμου. Ένα τραγούδι ευσυγκίνητο κομίζει συλλαβές ίδιες σχεδόν μ’ αυτές που βρέθηκαν να λείπουν από το καλοκαίρι και παραπανίσιες μάλιστα. Μην τύχει να θυμηθείς και άλλους. Να έχουν να καθίσουν. Γυαλιά απορροφητικά, μη θυμηθώ περισσότερους. Αν και φορώ πότε πότε καπνούς επαφής. Ποια θάλασσα; Σκέτο νερό πειρατής οφθαλμαπάτης. Πρόσφυγας εκ της μακρινής κοσμογονίας. Εκμαυλιστικά απέραντο χάρη στις βαραθρώσεις σχιζοειδής οξυθυμίες αρχικά του σύμπαντος. Οφθαλμοπόρνος της ιερόδουλης φυγής. Ποια θάλασσα; Καιρός να επικρατήσει η λογική του σώματος ετούτου που διαθέτεις. Ντύσου και κολύμπα. (Απαγορεύεται η ρίψις δακρύων. Είναι που είναι από μόνη της αλμυρή λύσσα η ωριμότης). | |||
MARIO LUZI Νωρίς το καλοκαίρι- Μετάφραση: Μαργαρίτα Δαλμάτη O,τι ασυναίσθητα έχει ήδη συμβεί σε μένα, έγινε βέβαια μέσα στη σιωπή! Κι αρχίζω να ξαναρωτάω, και ν' αγνοώ Εγώ πάντα φύση και ασυμφωνία. Κει κάτω, στη σιγανή φωτιά της μενεξεδένιας Ατμόσφαιρας και της αρχινισμένης βροχής, Μέσα σε έντονο φωτοστέφανο κρύβουνε Το σημάδι της εσπέρας˙ Και τα σκόρπια σύννεφα μαζεύονται Πάνω σ' ένα κορμί παραδομένο σε ύπνο πικρό Εκεί, μέσα στην απεραντοσύνη της υπαίθρου. Yπουλα κυλάει, πλούσιο σε χρώματα Και αποχρώσεις -στο αίμα τόσο ανάλαφρο- Το σήμα που προμηνύει καταιγίδα, Τη χρυσή μέρα μεταλλαγμένη σε σκότη. Εξακολουθώ ν' αγνοώ, να ξεγελιέμαι, Και ήδh το νερό ξεσκίζει το τραγούδι του, Κυλάει βραχνά βογγώντας, οι σαλαμάνδρες Κολυμπάν να κοιμηθούν στις γούρνες Των άκαρδων κήπων, ο ουρανός Φέρνει αλλιώς των κούκων τη λαλιά. Ητανε καλοκαίρι ή τέλος του καλοκαιριούΜετάφραση: Τάκης Μενδράκος Ητανε καλοκαίρι ή το τέλος του καλοκαιριού Τότε που άκουσα τα βήματά σου να 'ρχονται από Ανατολή σε Δύση Για τελευταία φορά. Κι από τον κόσμο Είχανε λείψει τα μαντίλια, οι άνθρωποι και τα βιβλία. Ητανε καλοκαίρι ή τέλος του καλοκαιριού Οι ώρες του απογεύματος, Ησουνα εσύ. Φορούσες πρώτη φορά το σάβανό σου Που δεν επρόσεξες ποτέ Γιατ' ήταν κεντημένο με λουλούδια. [Mόνον το καλοκαίρι...] Μόνον το καλοκαίρι είναι αληθινό και το φως του που σας σταθμίζει. Κι ο καθένας ας έβρει το αειθαλές δέντρο, τον κώνο της σκιάς, το καθαρτήριο μακάριο νερό, κι η αράχνη που έπλεξε η πλήξη ας μείνει πάνω στα κακούργα έλη ένα σουδάριο ίριδας. Εκεί κάτω είναι ο προσωρινός φράχτης, ένα στεφάνι κόκκινης σκόνης, και πένθιμο το τραγούδι των γερμανών στρατιωτών στη χαμένη δύναμη. Τώρα κάθε διαμαρτυρία σωπαίνει συμπαγές το κέλυφος της λήθης ο κύκλος τέλειος. Μετάφραση: Σωτήρης Παστάκας Πηγή |
Ελεγεία των Λουλουδιών-Κ-Π-ΚΑΒΑΦΗΣ
|