Σελίδες

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2023

Rainer Maria Rilke- “Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή” του Ρίλκε“


[…] l’amour est pour l’individu une éminente occasion de mûrir,
de devenir quelque chose en soi-même, de faire de soi un monde,
un monde en soi pour le profit d’un autre,
c’est une grande et immodeste exigence qu’on adresse à un autre,
qui l’élit entre tous et l’ouvre à de vastes desseins.

Rainer-Maria Rilke, in Lettre à un jeune poète

Δέκα γράμματα που ο Ράινερ-Μαρία Ρίλκε είχε στείλει από το 1903 ώς το 1908 σ έναν άγνωστό του νέο, τον Franz Xaver Kappus, μαθητή της Στρατιωτικής Σχολής κι αργότερα ανθυπολοχαγό του αυτοκρατορικού στρατού της Αυστροουγγαρίας, ο οποίος σύντομα αποσύρθηκε από τον στρατό και αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία.
Αποσπάσματα από το βιβλίο “Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή” του Ρίλκε:

“Κι αληθινά, η καλλιτεχνική δημιουργικότητα βρίσκεται τόσο απίστευτα κοντά με τη σεξουαλική ζωή, με τούς πόνους και τις ηδονές της, που κατά βάθος είναι δυο διαφορετικές μορφές της ίδιας ανάγκης, του ίδιου πόθου, της ίδιας απόλαυσης. Κι αν, αντις “οργασμός”, μπορούσαμε να πούμε “φύλο” – στην ψηλή, την αγνή, την πλατιά της λέξης έννοια, λευτερωμένη απ’ τις υποψίες και τις πλάνες της Εκκλησίας, τότε ή τέχνη του Dehmel θα ‘ταν γιγάντια κι απέραντα βαθυσήμαντη. (…) Κι όταν ή δύναμη αυτή, διαπερνώντας ορμητικά το Είναι του, ανταμώνει το σεξουαλικό στοιχείο, τότε δε βρίσκει τον Dehmel τόσο αγνό όσο θα ‘πρεπε. Ο ερωτικός του κόσμος δεν είναι ολότελα ώριμος κι αγνός, δεν είναι αρκετά ανθρώπινος: δεν είναι παρά το ένστιχτο του αρσενικού, οργασμός, παραζάλη κι ανησυχία, φορτωμένα με τις προλήψεις και την επιτήδευση, πού μ’ αυτές, αιώνες τώρα, παραμορφώνει ο άντρας τον Έρωτα.

Γιατί ο Dehmel νιώθει τον έρωτα σαν άντρας μονάχα όχι σαν άνθρωπος, και γι’ αυτό υπάρχει στη σεξουαλική του αίσθηση κάτι στενό, σαν άγριο, γεμάτο μίσος, διαβατικό και πρόσκαιρο, μη αιώνιο, πού μικραίνει την τέχνη του και την κάνει διφορούμενη κι αβέβαιη. Δεν της λείπουν οι λεκέδες: έχει τη σφραγίδα της Εποχής και του Πάθους. Λίγα απ’ αυτήν θα ζήσουν. Μήπως, όμως, δε γίνεται το ίδιο και μ’ όλη σχεδόν την Τέχνη; Κι ωστόσο μπορείς βαθιά να χαρείς ο,τι μεγάλο κλείνει εντός της – μόνο μην αφήσεις να χαθείς μέσα κει, και μην προσηλυτιστείς στον κόσμο αυτόν του Dehmel, πού ‘ναι τόσο γεμάτος από απέραντη αγωνία, από μοιχεία και ταραχή.”

“Ίσως τα πάντα να τα κυβερνάει μια γιγάντια Μητρότητα, ένας κοινός πόθος. Η ομορφιά της παρθενικής κοπέλας – της ύπαρξης αυτής που (όπως πολύ όμορφα το λέτε) δεν έδωσε ακόμα τίποτα – δεν είναι παρά το προαίσθημα κι η προετοιμασία, ο τρόμος κι ο πόθος της μελλούμενης μητρότητας. Κι η ομορφιά της γυναίκας, σαν είναι μητέρα, δεν είναι παρά η “στρατευόμενη» μητρότητα” και σαν φτάσει στα γεράματα, ομορφιά της είναι η μεγάλη θύμηση, που ζει μέσα της. Ακόμα και στον άντρα υπάρχει, νομίζω, η μητρότητα, σωματική και πνευματική: η καρποφορία του είναι ένα είδος γεννοβόλημα: και γεννοβολάει, πραγματικά, ο άντρας, όταν δημιουργεί μέσ’ απ’ το πιο ολοκληρωμένο Είναι του. Μπορεί τα φύλα να συγγενεύουν περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε κι η μεγάλη Ανανέωση του κόσμου μπορεί να’ ναι τούτη δω: ο άντρας κι η γυναίκα, λυτρωμένοι απ’ όλες τις πλάνες κι απ’ όλες τις δυσαρέσκειες, θ’ αποζητάν ο ένας τον άλλον, όχι πια σαν αντίπαλοι, μα σαν αδέρφια, σα συνοδοιπόροι και θα συσμίγουν σαν άνθρωποι για να σηκώσουν μαζί στους ώμους τους, απλά, σοβαρά και καρτερικά, το βαρύ φορτίο της σάρκας, που τους έταξεν η μοίρα.”

“Αυτή η “ανθρωπιά” της γυναίκας, ωριμασμένη μέσα στον πόνο και την καταφρόνια, θα βγει στο φως της μέρας, όταν η γυναίκα λυτρωθεί απ’ τις κοινωνικές συμβατικότητες, όπου την καταδικάζει η αποκλειστικά θηλυκή υπόστασή της. (…) δεν αργεί η μέρα που η Νέα Κοπέλα θα υπάρξει η Γυναίκα θα υπάρξει που οι λέξεις “νέα κοπέλα” και “γυναίκα” δεν θα σημαίνουν πια μονάχα το αντίθετο του αρσενικού, μα κάτι ξεχωριστό, πού θα ‘χει δική του αξία κι υπόσταση, κάτι πού δε θα ναι απλό συμπλήρωμα άλλου, μα ολοκληρωμένη μορφή της ζωής και της ύπαρξης: ή γυναίκα γνήσιος άνθρωπος.
Αυτή η πρόοδος (ενάντια στη θέληση του άντρα, που θα μείνει, στην αρχή, πίσω) θα μεταμορφώσει ριζικά την ερωτική ζωή, πλημμυρισμένη από τόσες πλάνες σήμερα: ο έρωτας δε θα ‘ναι πια σχέση άντρα με γυναίκα, αλλά Ανθρώπου με Άνθρωπο, θα στέκει πιο κοντά στην ανθρώπινη φύση (γεμάτος άπειρη απαλότητα και σεβασμό, καλός και καθάριος σε όλα κείνα πού σμίγει και χωρίζει), θα ‘ναι ο έρωτας που προετοιμάζουμε μ’ αγωνία και μόχθο: δυο Μοναχικοί Άνθρωποι, πού θα προστατεύουν, θα συμπληρώνουν, θα περιορίζουν και θα σέβονται ο ένας τον άλλον.”

“Γόνιμος είναι κι ο έρωτας: επειδή κι ο έρωτας είναι δύσκολος. Έρωτας του ανθρώπου για τον άνθρωπο: ίσως αυτό να ‘ναι το δυσκολότερο απ’ όσα μας έταξεν η μοίρα, το πιο απόμακρο, η τελευταία δοκιμασία, το έργο πού όλα τ’ άλλα δεν είναι παρά προετοιμασία και προπαρασκευή του. Γι’ αυτό κι οι νέοι —πού είναι «αρχάριοι» στο κάθε τι — δεν ξέρουν ακόμα ν’ αγαπούν: πρέπει να διδαχτούν τον έρωτα. Με όλο τους το είναι, με όλες τους τις δυνάμεις συμμαζεμένες γύρω στην ερημική φοβισμένη καρδιά τους, πού οι χτύποι της ψηλώνουν ολοένα, πρέπει να μάθουν να αγαπούν.
Ο καιρός όμως της μαθητείας είναι πάντα καιρός μακρόχρονου “εγκλεισμού”. Έτσι είναι, για πολύν καιρό, κι ο έρωτας: μοναξιά, ολοένα και πιο έντονη και πιο βαθιά μόνωση. Έρωτας δε θα πει ν’ ανοίγεσαι ευθύς, να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον “Άλλον” (τι θα ήταν, άλλωστε, ή ένωση δύο όντων ακαθόριστων ακόμα, ατέλειωτων, ανοργάνωτων;), είναι μια σπάνια ευκαιρία για να ωριμάσεις, ν’ αποκτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου είναι μια υψηλή, άκρατητη αξίωση, πού σε χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τ απέραντα πλάτη.

Μόνο έτσι θα ‘πρεπε να μεταχειρίζονται οι νέοι τον ερωτά τους: σαν ένα καθήκον που τους υποχρεώνει να εργάζονται αδιάκοπα στο μέσα τους κόσμο «ν’ ακρομάζονται και να σφυροκοπάνε νύχτα-μέρα». Δεν είναι ακόμα ώριμοι για το δόσιμο του εαυτού τους, για την εγκατάλειψη και το σβήσιμό τους μέσα σ’ ένα άλλο άτομο, για οποιοδήποτε τρόπο Ένωσης. (Πρέπει, πρώτα, και για πολύν πολύν καιρό, να μαζεύουν και να θησαυρίζουν ολοένα.) Ή Ένωση αυτή, το δόσιμο αυτό, είναι το στερνό σκαλοπάτι ίσως η ανθρώπινη ζωή να μη μπορεί ακόμα να το χωρέσει.”

“Στο δρόμο του Έρωτα (όπως και στο δρόμο του Θανάτου, πού είναι δύσκολος κι αυτός) δε θα βρεις – άμα τον αντικρύζεις σοβαρά – κανένα φως, καμιάν απόκριση, ούτε σημάδι, ούτε χαραγμένο δρόμο, για να σε βοηθήσουν. Και για τα δυο τούτα καθήκοντα που κρατάμε κρυμμένα μέσα μας και τα παραδίνουμε στους άλλους χωρίς να φωτίσουμε το μυστικό τους, δεν υπάρχουν γενικοί κανόνες. Όσο όμως πιο πολύ αποζητάμε τη μοναξιά στη ζωή μας, τόσο περισσότερο ζυγώνουμε το μεγάλο νόημα του έρωτα και του θανάτου. Οι απαιτήσεις που, τραχύς και δύσκολος, ο έρωτας έχει απ’ τη ζωή μας σ’ όλη της την πορεία, είναι πάρα πολύ βαριές, κι εμείς, στα πρώτα μας βήματα, είμαστε πολύ αδύναμοι μπροστά τους.

Αν όμως σταθούμε καρτερικοί και δεχτούμε τον έρωτα αυτόν σαν τραχιά μαθητεία – αντις να χανόμαστε σ’ όλα κείνα τα εύκολα και κούφια παιχνίδια, που επινόησε ο άνθρωπος για να μην αντικρύζει κατάματα τη βαθύτατη σοβαρότητα της ζωής – ίσως τότε, κείνοι που θα ‘ρθουν καιρό έπειτ’ από μας, να νιώσουν μια κάποια πρόοδο κι ένα ξαλάφρωμα και θα ‘ταν σημαντικό τούτο.”

Rainer Maria Rilke en Allemagne (1913).  (ULLSTEIN BILD DTL. / ULLSTEIN BILD)
Rainer Maria Rilke et Clara Westhoff-Rilke. 1906.