Γιώργης Σαράντης
Εδώ Πολυτεχνείο
Τρείς νύχτες καίγανε οι φωτιές
την τελευταία ακούστηκαν καμπάνες
Κάπου αλλού θα παίζεται η ζωή μας σκέφτηκα
και τότε τον είδα
λαμπαδιασμένο απ’ τις ζητωκρυαγές
να τρέχει προς το θάνατο
Αλέξανδρε του φώναξα
Αλέξανδρε
κι ύστερα πιο σπαραχτικά Αλέξανδρεεε,
πάλι και πάλι
Καθώς έσκυψα να τον σηκώσω από την άσφαλτο
δε βρήκα παρά στάχτη
Σ’ όλους τους δρόμους
οι στρατιώτες πυροβολούσαν το φόβο τους.
ΦΩΤΟΣ
ΓΙΟΦΥΛΛΗΣ
«Εδώ
Πολυτεχνείο»
Στον
άγιο ήχο της φωνής: «Εδώ Πολυτεχνείο!...»
στο
κάλεσμα της νιότης μας, που φέρνει προς το φως
άστραψε
σ’ όλες τις ψυχές τ’ άφταστο μεγαλείο
της
Λευτεριάς και ξέσπασε κάθε καημός κρυφός!
Τ’ ατράνταχτα
τα στήθια σας, παιδιά, γινήκαν κάστρα,
και
πάλεψαν σκληρά κι ορθά με τανκς και με πιστόλια
σαν
η ψυχή σας έφερνε στον ουρανό και στ’ άστρα
το
θρίαμβο της Λευτεριάς, μες σε βροχή από βόλια.
Στα
παλληκάρια που’ πεσαν στην άνιση την πάλη
δόξα
τούς πρέπει και τιμή μες σε χιλιάδες χρόνια!
Μα
και σε σας που ζήσατε, για να χαρείτε πάλι
ολάκαιρη
την Λευτεριά, την πάμφωτη κι αιώνια!...
Ο εκφωνητή του Πολυτεχνείου Δημήτρης Παπαχρήστου
ΛΟΥΚΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ο εκφωνητής Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τη φωνή σου γενναίο παιδί: Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο! Σας μιλάει ο σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων!
Είχες βραχνιάσει να μιλάς με τις ώρες μα πιο πολύ ήταν το πάθος που ράγιζε το πυρωμένο μέταλλο της φωνής σου γεμίζοντας τους αιθέρες μ' ανατριχίλες και δάκρυα. Κι ο πλανταγμένος λαός συσπειρωμένος μισός στους δρόμους και μισός στα σπίτια ρουφούσε λαίμαργα το τραύλισμα της λευτεριάς που σπαρταρούσε μέσα στο στήθος σου κι αγωνιούσε και παθαίνονταν κι έκανε προσευχές, Χριστέ μου, να μη σωπάσεις. Γιατί χρόνια και χρόνια σ' αυτό τον τόπο είναι στη μοίρα του ν' ακούει αυτό το τραύλισμα που δεν προφταίνει να γίνει φωνή που δεν προφταίνει να γίνει φθόγγος και μουσική αναστάσιμη.
Γιατί χρόνια και χρόνια στην κρίσιμη στιγμή τα δολερά χέρια των τυράννων υπογράφουν το διάταγμα της σιγής σου. 19 Νοέμβρη 1973
Νικηφόρος
Βρεττάκος
Μικρός
τύμβος
(17
Νοεμβρίου 1973)
Δίχως τουφέκι
και σπαθί, με το ήλιο στο μέτωπο,
υπήρξατε ήρωες
και ποιητές μαζί. Είστε το Ποίημα.
Απλώνοντας το
χέρι μου δεν φτάνει ως εκεί
που ωραία
λουλούδια τις μορφές σας
Λιτανεύει ο
αέρας της αρετής. Ω παιδιά μου,
Μπροστά σ’
αυτό το ποίημα μετράει μόνο η σιωπή.
ΤΑ ΚΑΓΚΕΛΑ
της Κωστούλας Μητροπούλου
Πίσω απ' τα κάγκελα ελεύθεροι χιλιάδες
στο δρόμο περπατάει αργά η φοβέρα,
πίσω απ' τα σίδερα ονειρεύονται μανάδες
παιδιά που έχουνε αλλάξει σε μια μέρα.
Μπροστά απ' τα κάγκελα οι σκλάβοι που φοβούνται
όπλα κρατάνε και ο δρόμος τους ανήκει
πίσω απ' τα κάγκελα φωνές που δε φοβούνται
και μοιάζουν θάλασσα που πλέει ένα καϊκι. Πίσω απ' τα σίδερα τα μάτια της γενιάς τους
χαμογελάνε σ' ένα φως που ξημερώνει
έξω στο δρόμο η ντροπή κι η παγωνιά τους
βήμα με βήμα την ελπίδα τη σκοτώνει.
«Ενθυμούμαι…» – Κώστας Βασιλάκος Πολυτεχνείο 47η επέτειος της Φοιτητικής εξέγερσης «Τότε…» Τότε… Σφίγγαμε τα χέρια µας πάνω στα κάγκελα , γιατί είχαμε τη λευτεριά στο αίµα µας. Ήταν µαύρος ο ουρανός απ’ τα γεράκια , αλλά οι νεανικές καρδιές θέλαν αγάπη , θέλαν όμορφα τραγούδια.
Ήμασταν φοιτητές. Τι κι αν τα δάκτυλά µας λιώσαν στα κάγκελα , τι κι αν μείναν οι σάρκες στις ερπύστριες. Σήμερα είμαι λεύτερος να σου λέω «σ’ αγαπώ». Να τραγουδώ την ομορφιά σου, σαν επανάσταση. Κι αν δεν υπήρχα, θα έφτανε λίγο δάκρυ, λίγο χώμα να ριζώσει και ν’ ανθίσει η λευτεριά. Θα ‘ταν κάποιος άλλος να σου λέει «σ’ αγαπώ». Ίδια τα λουλούδια, ίδιος ο ήλιος , ίδιος κι ο σταυρός µε την επιγραφή. Κώστας Βασιλάκος ( Σκέψεις θραύσματα” / Άνεμος Εκδοτική) |