Σελίδες

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2025

Άγγελος Πετρουλάκης ( 1952-2021) Ποιήματα


(Ι)
Σ’ έναν τοίχο έγραψα πως
ανήκω σ’ εκείνους που θα φύγουν
με την εικόνα σου,
πως ανήκεις στους γαλαξίες
που δε θα ταξιδεύω.
Δεν ήξερα τότε πως
μια νύχτα σαν την αποψινή
θα άνοιγα ξανά το συρτάρι των αναπολήσεων
με μια ακόμα φωτογραφία σου
να μιλά αρχαία φθινόπωρα.

Σου είχα πει:
Αναπνέω μια σιωπή.
Αυτήν τη σιωπή σχηματοποιώ
σε μάτια και χείλη,
σε γήινες εκφράσεις που θέλουν ν’ αποδράσουν
στη μεταφυσική των ανεκπλήρωτων ερώτων.
Εσχατολογική αναζήτηση πια
το καταβύθισμα στα μάτια σου
αφού καμιά ιστορία δε θα σταθεί
στο άσημο των ημερών μου.

Άκου:
Η δική μας μικρή ιστορία
δεν μπορεί να είναι το εγωιστικό υπόλοιπο
των προσθαφαιρέσεων που εγκλώβισαν τη ζωή μας.
Ίσως και να είναι μια μουσική από κάποια σονάτα
που έτυχε ν’ ακούσουμε ανάμεσα σε δυο τσιγάρα.

www.poein.gr (10-7-2015)


(ΙΙ)

Να επιστρέψω ξυπόλητος στις αναμνήσεις,
ακροποδητί,
μην τις ξυπνήσω.

Δικαιούνται έναν ύπνο – θάνατο,
σκεπασμένες με τη σκόνη της σιωπής
και οι αναμνήσεις.
Άλλωστε, τις υποβρύχιες νύχτες
δεν τις αντέχει εύκολα ο λυγμός.
Κάθε άρνηση και το σχήμα της,
κάθε απόρριψη και το πρόσωπό της.
Η αμφισβήτηση ακροβατεί
ανάμεσα στο υπαρκτό και το ανύπαρκτο.
Ζωή σε αυτοαναίρεση.
Τα νηολόγια των ερώτων σε άγονες δημοπρασίες,
σ’ ένα ταξίδι που μιλά για έγκοπα όνειρα
και δειλινά εικονογραφημένα με ματαιώσεις.

Σε μιαν άλλη ζωή ίσως μιλήσουμε μιαν άλλη γλώσσα.

www.poein.gr (10-7-2015)


(ΙΙΙ)
To αντίο το είπαμε
πίνοντας κρασί
και λέγοντας πως θα ξαναβρεθούμε.
Ύστερα
με μια χαρτοπετσέτα
σκουπίσαμε τ’ απομεινάρια της νύχτας
και τις λέξεις
που σαρκάζουν με νόημα τις υποσχέσεις.

Φεύγοντας
όλα ντύθηκαν στις αποχρώσεις του κόκκινου
έτσι ώστε να μη ματώνουν
μόνο οι αναμνήσεις.

 από την προσωπική σελίδα στο facebook του Άγγελου Πετρουλάκη (3-12-2016)


(IV)
Κυριακάτικη αναζήτηση
με τις φωνές να προχωρούν
στα τέσσερα.

Αρχαία σημάδια
που ανακαλύπτω σε κάθε νέο ρούχο.

Κλείνοντας οριστικά τα μάτια
θ’ αφήσω δυο, τρεις λέξεις
να πλανιένται στο αύριο,
αφού πρώτα τους αφαιρέσω τα φωνήεντα,
έτσι ώστε να καγχάζουνκάθε απόπειρα μνημόνευσής μου.

από την προσωπική σελίδα στο facebook του Άγγελου Πετρουλάκη (6-12-2020)


(V)
Υπάρχουμε,
σ’ ένα κατακερματισμένο σήμερα,
ανάμεσα σε ορίζοντες απροσπέλαστους,
ανάμεσα σε χέρια τεντωμένα
που ψηλαφούν τα σκοτάδια.

Υπάρχουμε,
χωρίς να ξέρουμε το γιατί,
βαδίζοντας δρόμους άγνωστους,
απέναντι σ’ άγνωστο τέλος,
θρυμματιζόμενοι από πλαστότητες
και αυταπάτες.

Υπάρχουμε
μέσα στους μύθους μας,
αναζητώντας τη λύτρωση
σε φαιδρά είδωλα.

Τι θ’ απογίνουμε
σ’ ένα αύριο δίχως μύθους;

Μόνοι απέναντι στην άγνοια
πώς θα παλέψουμε την αγωνία;
Με τους αμφιβληστροειδείς άδειους από ήλιο
τι χρώμα θα έχουν οι εικόνες;

Πώς θ’ αντιπαλέψουμε τη μοίρα μας
τώρα, που όλα όσα μας τυλίγουν
έγιναν πλαστικά;

Μιλώ για σένα, σ’ έναν κόσμο που προχωράει αγνοώντας τη συμπεριφορά του νερού και του ανέμου.
Μιλώ για σένα, σ’ έναν κόσμο που ανερμήνευτα πορεύεται ανάμεσα στο τυχαίο και στη λήθη της ιστορίας.
Δακρύζω για ό,τι χάθηκε πριν καν δηλώσει την ύπαρξή του. Συχνά ανεμίζω λέξεις μισοσπασμένες και ακόμα συχνότερα ενταφιάζω επιθυμίες.
Όσο για τα γράμματα της αλφαβήτου. Από τα πλέον αγαπημένα, μου είναι αυτά που λιγότερο χρησιμοποιούν οι άνθρωποι.
Από την πτήση μου, κράτησα μόνο εκείνα τα γράμματα που θα μου χρησιμεύσουν στην πτώση μου…

—Λόγος και αιτία για μια σιωπή (Λάρισα, 2001)

Πετρουλάκης, Άγγελος- 1952-2021

Ο Άγγελος Πετρουλάκης γεννήθηκε το 1952 στη Λάρισα. Η σχέση του με τη δημοσιογραφία ξεκίνησε το 1967, όταν ως μαθητής τού Γυμνασίου, άρχισε να γράφει σημειώματα, σχόλια, άρθρα στις τοπικές εφημερίδες της Λάρισας.

Συνεργάστηκε και έγραψε σε εφημερίδες και site, όπως η «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», η «Larissanet», και η LarissaPress.
Η σχέση του με τη λογοτεχνία ξεκίνησε επίσης το 1967 δημοσιεύοντας ποιήματα στο λογοτεχνικό περιοδικό τής Λάρισας «Προσανατολισμοί», που εκδίδει εκείνη την εποχή ο επίσης νεαρός Δημήτρης Κουνελάκης, ανατρέποντας τον εφησυχασμό τής επαρχιακής πόλης.
Το φθινόπωρο του 1971, στις εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν για τα 150 χρόνια από την επανάσταση του 1821, κέρδισε Α΄ Πανελλήνιο Βραβείο τής Ακαδημίας Αθηνών, στην ποίηση.

Το 1981 κυκλοφόρησαν από τις «Εκδόσεις Δεδεμάδη» εφτά τόμοι με διηγήματα και νουβέλες του, που είχαν βασιστεί στα εγκληματολογικά αρχεία και χρονικά τής Ελληνικής Χωροφυλακής τής 25ετίας 1955-1980 με το γενικό τίτλο «Εγκλήματα στην Ελλάδα». Τα «Εγκλήματα στην Ελλάδα» είναι τα πρώτα που εισάγουν στην αστυνομική λογοτεχνία υποθέσεις που άπτονται των εγκληματολογικών χρονικών και παρουσιάζουν ρεαλιστικά την πορεία για την εξιχνίασή τους.

Έχει εκδώσει συνολικά 16 βιβλία:
«ΛΟΓΟΣ πρώτος» – ποίηση (1981)
«ΛΟΓΟΣ δεύτερος» – ποίηση (1984)
«ΛΟΓΟΣ τρίτος» – ποίηση (1999)
«ΛΟΓΟΣ και αιτία για ένα ταξίδι» – ποίηση (2001)
«ΛΟΓΟΣ και αιτία για μια σιωπή» – ποίηση (2001)
«ΛΟΓΟΣ και αιτία για μια θύμηση» – ποίηση (2011)
«Μου πες να κουρευτώ και κουρεύτηκα» – μυθιστόρημα – Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ (2002)
«Κρυφοί έρωτες» – μυθιστόρημα – Εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (2004)
«Ζωές στο κόκκινο» – μυθιστόρημα (2010) Εκδόσεις ΓΡΑΦΗΜΑ.

Έχει γράψει τα κείμενα του φωτογραφικού λευκώματος «Μικρά αντίο» του καρδιοχειρουργού Σωτήρη Πράπα (Εκδόσεις Καστανιώτης).
Έχει σχεδιάσει, επιμεληθεί και γράψει τα κείμενα του φωτογραφικού λευκώματος του Γιώργου Μποντικούλη «ΛΑΡΙΣΑ – άνωθεν».


Στο στόμα μου χωράει πια,

μόνο τ’ όνομά σου…

Τα μάτια μου

υπάρχουν, πια, μόνο για την επιστροφή.

Σε ποια κοσμογονία να σ’ αναζητήσω;

Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ

Πέμπτη 8 Μαΐου 2025

Γιώργος Τριανταφύλλου- Ποιήματα

Γιώργος Τριανταφύλλου- «Άγγιξέ με» 

Άγγιξέ με ανήθικα, τόσο ανήθικα
που να μοιάζει με στοργή
αργά χωρίς βιασύνη
να γλιστρούν τα ακροδάχτυλά σου
στην χωματένια αύρα μου
και από καφέ να κοκκινίζει
Σπάσε με πάθος τα σύνορα του δέρματος
να εισχωρήσεις μέσα μου
στην απαγορευμένη χώρα
που ζουν μόνο μετανάστες
άστεγοι και κάτι τρομαγμένα χελιδόνια
Μίλα μου με την ωκύπτερη αφή σου
πες μου ότι διψάς
για να στύψω όλα τα σ’ αγαπώ
να τα ρουφήξεις άπληστα

Μίλα μου με το απαλό γρατζούνισμα
των νυχιών σου
πες μου ότι πεινάς
να ξεπαγώσω τις ανάσες μου
και να σε ταΐσω στο στόμα

Μίλα μου με την ίριδα των ματιών σου
πες μου ότι νυστάζεις
για να στρώσω το λίκνο του ασυνειδήτου
και να σε σκεπάσω με την λούτρινη
παιδική μου ανωριμότητα

Και αθάνατοι τώρα πια
να ξεψυχάμε κάθε στιγμή
ο ένας στα χέρια του άλλου

Μαλαχίδα η άγρια ή η αμελημένη. Οι μαλαχίδες έχουν θεραπευτικές και επουλωτικές ιδιότητες. Στη μεγάλη οικογένεια των μαλαχοειδών ανήκει και η μολόχα που τρίβοντάς την σε μέρος που πονά από το άγγιγμα της τσουκνίδας καταλαγιάζει το τσούκνισμα. Η χρήση τους ποικίλει μπορείς να τις τρίψεις, να τις πιεις ή να τις μασήσεις.
Εγώ προσπάθησα να γράψω μαλαχίδες. Κι εσείς να τις διαβάσετε! Δεν είμαι σίγουρος ότι θεραπεύουν αλλά σίγουρα είναι μια απάντηση στις τσουκνίδες. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 Αντίο μαλαχίδα μου (Γιώργος Τριανταφύλλου)

Θέλω το απαλό άρωμα των μαλλιών σου να χαϊδεύει το κορμί μου,
αλλά όχι εσένα.
Θέλω την γεύση της ανάσας σου να με κάνει λαίμαργο,
αλλά μην γυρίσεις πίσω.
Θέλω να πλαγιάζω με την ζεστασιά των ψιθύρων σου,
αλλά μην έρθεις ξανά.
Θέλω την ανασφάλεια των ματιών σου να την καλύπτω
με ένα φιλί στο μέτωπο,
αλλά εξαφανίσου απ’ την ζωή μου.
Θέλω να σβήνω τα φώτα και να βλέπω καθαρά τα υπέροχα
σκοτάδια σου,
αλλά μείνε μακριά μου.
Θέλω να με διαβάζεις, αλλά να μην με αγγίζεις.
Πονάω.

Σιωπή (Γιώργος Τριανταφύλλου)

Αθόρυβο μαχαίρι το «εγώ» μας,
βραχύλογος υγρός επίλογος στις ουτοπίες μας.
Οι επιθυμίες βουλιάζουν μία-μία στον νεροχύτη,
κάθε πρωί και βράδυ.
Τα φιλιά έγιναν λέξεις που δεν ειπώθηκαν
και γλίστρησαν στον λαιμό, στο στήθος, στα γεννητικά όργανα
κι όταν έπεσαν στα πόδια μας,
μυρμήγκια που άθελά μας τα λιώσαμε.
Χωρίς αντίο, χωρίς επιστροφή.
Ουρλιάζουν οι σιωπές μας.

 

Για τα αγγίγματα που αφήνουν πληγές

Για όλους όσους ακόμα δεν αγγίξαμε

και για τα βαθιά αγγίγματα που ζουν κάτω απ’ το δέρμα μας

Ο Γιώργος Τριανταφύλλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε θεατρικές σπουδές στην φιλοσοφική σχολή Αθηνών (ΕΚΠΑ), παρακολούθησε επιστημονικά συνέδρια και σεμινάρια όπως «Oι τέχνες στο Ελληνικό σχολείο» κ.α. Σπούδασε επίσης σκηνοθεσία στην σχολή «Σταυράκου» και υποκριτική στη δραματική σχολή «Δ. Φωτιάδη».

Έχει εργαστεί σε δημοτικές θεατρικές ομάδες και σε παιδικό θέατρο, έχει δραματοποιήσει αποσπάσματα από λογοτεχνικά βιβλία και το 2012 είχε πρωταγωνιστικό ρόλο και σκηνοθετική επιμέλεια του θεατρικού έργου του Furio Borton, «Τα τελευταία Φεγγάρια».

Έχει γράψει, σκηνοθετήσει και πρωταγωνιστήσει σε πολλές μικρού μήκους ταινίες όπως το «Άγγιξέ με» που διακρίθηκε σε αρκετά διεθνή φεστιβάλ κινηματογράφου επίσης έχει αρκετές συμμετοχές σε μεγάλου μήκους ταινίες και θεατρικές παραγωγές.

Από την Άνεμος εκδοτική κυκλοφορούν οι συλλογές τους «Άγγιξε με» (2019) και «Μαλαχίδες» (2024).

Κυριακή 13 Απριλίου 2025

Η Ποίηση της Προσευχής


Απόστολος Γεραλής (1886-1983)

 Μανόλης Αναγνωστάκης-Προσευχή

Κυριακή. Θε μου σ’ ευχαριστούμεΔέξου μας σαν πρόβατα στην αγκαλιά σου απολωλόταΠολύ αμαρτήσαμε Κύριε, πολύ αδικήσαμεΣαν άπιστοι θρηνούμε για τα επίγεια αγαθά μαςΛησμονήσαμε την αιωνίαν Άνοιξη του ΠαραδείσουΣτον Οίκο σου δεόμεθα συγχωρηθήναι ημάςΣήμερα Κυριακή τας εντολάς σου ενθυμούμενοιΜη μας εγκαταλείψεις Θε μου, εις το σκότος της αβύσσου.
(Άλλωστε, λίαν προσφάτως, προσεφέραμενΕις αρμοδίων εντολάς υπείκοντες,Τον οβολόν μας διά την αναστήλωσιν του Ιερού Ναού Σου).


Απόστολος Γεραλής (1886-1983)

Νικηφόρος Βρεττάκος, «Προσευχή»

«Κύριε, ποὺ στέλνεις τὴ βροχὴ στοὺς σπόρους καὶ τὸν ἥλιο στὴ μήτρα τῆς μητέρας, ποὺ ἀποκρίνεσαι στὸ βέλασμα τοῦ ἀρνιοῦ μὲ τὸ οὐράνιο τόξο πάνω ἀπὸ τὴ χλόη, ποὺ ἀπὸ ψηλὰ εὐλογεῖς, μέρα καὶ νύχτα, τῶν ἔναστρων ἀχτῶν τὴν ἀνανέωση τὸ φῶς καὶ τὴν ἀνάπτυξη μυριάδων διάφορων λουλουδιῶν – ἂς μὴν ἀκούσεις ποτὲ τὸ βέλασμά μου!… Ὅμως, Κύριέ μου τὴ δύση αὐτὴ μπορεῖς νὰ μοῦ στερήσεις μ’ ὅποια σου δυστυχία; Τὰ δάκρυα τοῦτα ποὺ βγαίνουν ἀπὸ βάθη πιὸ γαλάζια κι ἀπ’ τὶς πηγὲς τῆς ἄνοιξης, μπορεῖς, Κύριε, νὰ τὰ ἐμποδίσεις; Κοίταξέ με πως ἐπιμένω πίσω ἀπ’ τὶς τροχιὲς τῶν τελευταίων πλασμάτων σου! Εἶναι μάταιο νὰ μὲ κουράζεις πιότερο!  Ἄφησέ με μὲ ἥσυχη ἀναπνοὴ κάτω ἀπ’ τὸ κλῆμα τῶν ἄστρων σου νὰ κλάψω… Δὲ μπορῶ, Κύριε μου, νὰ μισήσω!  Ἀγάπησέ με!»

(Από το ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠ’ ΤΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ, 1939)



Απόστολος Γεραλής-Προσευχή (1886-1983)
 
Η προσευχή των αστέγων, Νικηφόρος Βρεττάκος
Μητέρα του Χριστού, Μαρία,
πόσο είναι η νύχτα τούτη κρύα
δεν μπορεί ο Θεός να καταλάβει.

Κατέβα, Συ, απ' τους ουρανούς
και μ' αναμμένους τους φανούς
του Χάρου οδήγα το καράβι.

Χίλιες φορές απόψε εκλήθη
μα δεν ακούει. Κάπου κοιμήθη
κι αυτός στα πλάτη παγωμένος.
Του θόλου λύθηκαν οι αρμοί
κι όλος ο κόσμος σαν κορμί
τρέμει στα νέφη τυλιγμένος.

Ρόδα κανείς να τον στολίσεις,
μύρα κανείς να τον ραντίσεις
μήπως σου ζήτησε, Μαρία;
Πάρ' την ψυχούλα μας γυμνή
προς τη γαλάζια σου σκηνή
από τη νύχτα αυτή την κρύα.

Κι η θεία σου πόλη σαν μας πάρει,
για τη μεγάλη σου τη χάρη
σκυφτοί στις άκρες των βραδιών σου,
με δάκρυα, σαν ο ήλιος σβει,
θα σου ποτίζουμε βουβοί
τις θάλασσες των λουλουδιών σου.
Νικηφόρος Βρεττάκος, Οι Γκριμάτσες του Ανθρώπου


Η προσευχή του ταπεινού (Ζαχαρίας Παπαντωνίου)

Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά, σου λέω την προσευχή μου.
Άλλη ψυχή δεν έβλαψα στον κόσμο απ’ τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι.
Την πίκρα μου τη βάσταξα. Μου δίνεις και την ξένη.

Μ’ απαρνηθήκαν οι χαρές. Δεν τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα. Είν’ αμαρτία να ελπίσω.
Σαν ευτυχία την αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στην πόρτα μου άλλος δεν χτυπά κανείς απ’ τον αγέρα.

Δεν έχω δόξα. Είν’ ήσυχα τα έργα που έχω πράξει.
Άκουσα τη γλυκιά βροχή. Τη δύση έχω κοιτάξει.
Έδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι.
Ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδυ.

Τώρα δεν έχω τίποτα να διώξω ή να κρατήσω.
Δεν περιμένω ανταμοιβή. Πολύ ’ναι τέτοια ελπίδα.
Ευδόκησε ν’ αφανιστώ χωρίς να ξαναζήσω…
Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.

Ονειρεμένη προσευχή-Κωστής Παλαμάς

Χριστέ μου, κράτα με μακριά απ’ τις κακίες του κόσμου.
Στη Φάτνη Βρέφος, όσο ζω να σε λατρεύω δώσ’ μου!

Κι όταν θα ’ρθεί από Σε σταλτός ο Χάρος να με πάρει,
κάμε σα βρέφος να σταθώ μπροστά στη θεία Σου χάρη.

Χριστέ μου, δώσ’ μου στους σεισμούς, στις τρικυμίες του κόσμου πάντα να στέκω ατράνταχτος, και να είναι ο λογισμός μου

το φως από το μυστικό που χύνοταν αστέρι, όταν για Σένα στη Βηθλεέμ τους Μάγους είχε φέρει.

Και κάμε λόγια κι έργα μου σαν των αγρών τα κρίνα, προφητικά, φεγγόβολα κάμε τα σαν εκείνα

της νύχτας των απλών βοσκών. Γεννιόσουν, και γρικούσαν τους ουρανούς ολάνοιχτους που Σε δοξολογούσαν.

 Κωστής Παλαμάς -Προσευχή

Αγάπη, Εσύ, χαρά της γης

και τ’ ουρανού ευλογία,

που είσαι γλυκιά σαν τ’ άστρο της αυγής,

που είσαι μεγάλη σαν την Παναγία!

Εμπρός Σου γονατίζω, αγνή θεά,

και Σου φιλώ το διαμαντένιο χέρι·

λυπήσου μας που ζούμε μακριά,

κάμε μια μέρα να γενούμε ταίρι.

Εμπρός Σου για κερί μού λιώνει ο νους,

μου καίγετ’ η καρδιά μου για λιβάνι·

απ’ τους ανθούς Σου τους παντοτινούς

πλέξε για μας του γάμου το στεφάνι.

Κι εμείς θα ζούμε δούλοι Σου πιστοί,

και το μικρό, το φτωχικό μας σπίτι

θα είν’ εκκλησιά τρανή και ξακουστή

που τη δική Σου δόξα θα κηρύττει!

Αλλ’ αν γράφτηκε ακόμα για πολύ,

ω χωρισμοί και πίκρες να μας τρώτε,

Αγάπη μεγαλόχαρη, καλή,

μη μας ξεχνάς, λυπήσου μας και τότε.

Και πρόβαλε και δώσε μας φτερά,

αθώρητα φτερά κι ευλογημένα,

για να πετούμε αιώνια, τί χαρά!

Εγώ να βρίσκω αυτή κι εκείνη εμένα.

Κι ο ένας μες στ’ άλλου εκεί την αγκαλιά,

δικά Σου Χερουβείμ, κοντά στ’ αστέρια,

γλυκά γλυκά ν’ αλλάζουμε φιλιά,

σφιχτά σφιχτά να σμίγουμε τα χέρια.

ΠΗΓΗ

Προσευχή, Άγγελος Σικελιανός

Γυμνή Σου δέεται η ψυχή.Από χαρά,από πόνο
γυμνή από ηδονή
γυμνή Σου δέεται η ψυχή,Δημιουργέ,με μόνο
την άπλαστη φωνή,

που,πριν στη σάρκα μου να μπει,στον Κόρφο σου - ως τζιτζίκι
κρυμμένο στην ελιά -
βουλή δική Σου χτύπαε στην καρδιά μου κι έλεε:"νίκη,
νίκη στα πάντα!",και δεν ήτανε μιλιά

δική μου,ήταν η δική Σου,Θεέ, Μ'εκείνη μόνο
Σου δέομαι,λύτρωσέ μου το σκοπό
το μυστικό που γεύτηκα βαθιά κ' έξω απ' το χρόνο,
για ν' αγαπώ,για ν' αγαπώ

πάνω από πρόσωπα και πλάσματα,απ' τον ένα
που κλείνω μέσα μου παλμό,
που είν' ένας πια για ζωντανά κι πεθαμένα
δώσε μου,ναι,το λυτρωμό,

τον άναρχο Έρωτα να νιώσω ακέριο,Θε μου,
μέσα στα στήθια μου ξανά
και να 'μαι όλα σαν η πνοή και σαν η βοή τ' ανέμου,
στα κοντινά,στα μακρινά...

Προσευχή- Μελισσάνθη

Ὅλες οἱ πράξεις μου οἱ ἁμαρτωλές,
τὰ λάθη, οἱ ἄνομες ἐπιθυμιὲς
περνοῦνε πάνωθέ μου
καθὼς τὸ διάφανο νερό,
Κύριέ μου.

Μέσα ἀπὸ βαλτονέρια προχωρῶ
καὶ τίποτα, μὰ τίποτα δὲν μὲ ῥυπαίνει,
ἴχνος σκιᾶς ἀπάνω μου δὲν μένει.

Κοίταξε πόσο καθαρὰ
εἶναι τὰ χέριά μου τ᾿ ἁμαρτωλά·

σὰν τοῦ παιδιοῦ ποὺ ὅταν προσεύχεται σὲ Σένα
ἔτσι σὰν φλόγα ἀμόλυντη ὑψωμένα
εἶναι ἄξια τὸν χιτῶνα σου ν᾿ ἀγγίσουν
καὶ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων νὰ κρατήσουν...

Ἀπὸ τὰ σφάλματά μου τὰ φριχτὰ κανένα,
κανένας ξεπεσμός, κρίμα κανένα
δὲν δύναται ἀνάμεσό μας νὰ μπεῖ,
νὰ μᾶς χωρίσει,

τίποτε ἄλλο δὲν μπορεῖ ἐξόν,
ἀπὸ τὸν ὕπνο ποὺ μὲ παίρνει τὸ βαθὺ
-τὸν ξένοιαστο ὕπνο σὰν ἑνὸς παιδιοῦ
στὴ μέση ξάφνου ποὺ ἔρχεται τοῦ παιχνιδιοῦ-

Τὸ ξέρω
εἶναι ἄσοφο νὰ σὲ παρακαλοῦν γιὰ κάτι τι·
γιὰ τοῦτο τίποτα δὲν σοῦ ζητῶ.

Μόνο μιὰ λύπη μὲ βαραίνει σὰν βουνό,
βαθιὰ ὑποφέρω,

σὰν συλλογίζομαι τὸν ὕπνο τοῦτο,
ποὺ μπορεῖ νὰ ᾿ρθεῖ
τὴν κρίσιμη ὥρα,
ποὺ τὸ Σάλπισμά Σου θ᾿ ἀκουστεῖ.

Ὁδοιπορικό. Ἐκδ.Καστανιώτη.2000. σελ. 192

Η προσευχή των παιδιών-Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896)

Θεός τον ήλιο οδηγεί 

ποὺ πρέπει ν᾿ ἀνατείλει, 

πῶς νὰ περάσει ἀπὸ τὴ γῆ 

τὸ φῶς του νὰ μᾶς στείλει. 

Θεὸς ὁρίζει τὰ ψηλὰ 

ὁ ἥλιος ὅταν σβήνει, 

νὰ φέγγουν τ᾿ ἄστρα τὰ πολλὰ 

κι ἡ κάτασπρη σελήνη. 

Καὶ τὰ λουλούδια, ποὺ χυτὰ 

στὴ γῆ μοσκοβολοῦνε, 

Θεὸς τὰ ἔμαθε κι αὐτὰ 

πότε καὶ ποῦ ν᾿ ἀνθοῦνε. 

Καὶ τὸ μικρὸ-μικρὸ πουλί, 

ποὺ ψάλλει στὸ κλωνάρι, 

Θεὸς τοῦ εἶπε νὰ λαλεῖ 

νὰ κελαηδεῖ μὲ χάρη. 

Θεὸς χαρίζει στὰ παιδιὰ 

τὸ νοῦ τους καὶ τὴ γλώσσα, 

νὰ λὲν ὅ,τι ἔχουν στὴν καρδιὰ 

καὶ νὰ μαθαίνουν τόσα. 

Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὰ καλὰ παιδιὰ 

βράδυ, πρωί, χρωστοῦνε 

στὴν προσευχή τους μὲ καρδιὰ 

νὰ τὸν εὐχαριστοῦνε.