Ο Χούλιο Κορτάσαρ έχει μείνει στην ιστορία, όχι μόνο ως συγγραφέας και μεταφραστής, αλλά και σαν διανοούμενος του καιρού του. Πολλά από όσα αποτελούσαν το προσωπικό του σύμπαν- καλλιτέχνες, βιβλία, ζωγραφικοί πίνακες, μουσικά ρεύματα- μετουσιώθηκαν στο «Κουτσό» δημιουργώντας ένα παράλληλο σύμπαν με αυτό των ηρώων του βιβλίου, στο οποίο κατοικούν μεταξύ άλλων οι- Roberto Arlt, Louis Armstrong, Antonin Artaud, Baudelaire, Faulkner, Juan Filloy, Goethe, Homero, Paul Klee, François Mauriac, Joan Miró, Piet Mondrian, Thelonious Monk, Charlie Parker, Rembrandt, san Agustín, Erik Satie, Igor Stravinsky, Dylan Thomas, Hugo Wolf, Bessie Smith. Το "Κουτσό" δεν αφηγείται μια ιστορία ξένη προς το συγγραφέα· το υλικό του είναι εν μέρει αυτοβιογραφικό και ο Κορτάσαρ έχει πει: "Αν δεν έγραφα αυτό το βιβλίο εκείνη την εποχή, μάλλον θα έπεφτα στον Σηκουάνα". Το "Κουτσό" θεωρείται από ορισμένους δύσκολο βιβλίο, φιλοσοφικό και μεταφυσικό, εκείνο όμως που κυρίως το χαρακτηρίζει είναι το χιούμορ. Σύμφωνα με τον Κάρλος Φουέντες, "Δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα, αλλά το κουτί της Πανδώρας". Πέρα από την ιστορία που αφηγείται, θέτει πάρα πολλά προβλήματα, υπαρξιακά και αισθητικά. Είναι ένα έργο που διαπνέεται από τον άνεμο της δημιουργικής ελευθερίας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) "Από πολύ μικρός αποτέλεσε για μένα ευχή και κατάρα ταυτόχρονα το γεγονός ότι δεν αποδεχόμουν τα πράγματα όπως αυτά μου δίνοταν. Δεν μου αρκούσε όταν μου έλεγαν ότι αυτό είναι ένα τραπέζι, ή ότι η λέξη «μητέρα» είναι η λέξη «μητέρα» και τίποτε παραπάνω. Αντίθετα, από το αντικείμενο «τραπέζι», ή από την λέξη «μητέρα», άρχιζε για μένα μια μυστική διαδρομή μέσα στην οποία, υπήρχαν φορές, που κατάφερνα να χαθώ και άλλες να σμπαραλιαστώ. Με λίγα λόγια, από μικρός η σχέση μου με τις λέξεις, με την γραφή, δεν διέφερε από τη σχέση μου με τον κόσμο γενικά. Μοιάζει σαν έχω γεννηθεί για να μην αποδέχομαι τα πράγματα, όπως αυτά που δίνονται”. |
ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ- JULIO CORTAZAR Νʼ ανατριχιάζεις απάνω μου όπως η σελήνη στο νερό(απόσπασμα) Αγγίζω το στόμα σου, με το δάχτυλό μου αγγίζω το περίγραμμα του στόματος σου, το σχεδιάζω σαν να το δημιουργεί το χέρι μου, σαν το στόμα σου να μισανοίγει για πρώτη φορά και αρκεί να κλείσω τα μάτια μου για να το σβήσω και να ξαναρχίσω να το φτιάχνω, και κάθε φορά κάνω να γεννιέται το στόμα που ποθώ, το στόμα που επιλέγει το χέρι μου και σχεδιάζει πάνω στο πρόσωπό σου, ένα στόμα επιλεγμένο ανάμεσα σε τόσα άλλα, επιλεγμένο με ηγεμονική ελευθερία από μένα για να το ζωγραφίσει το χέρι μου πάνω στο πρόσωπό σου και που από ένα γύρισμα της τύχης που δεν προσπαθώ να καταλάβω συμπίπτει ακριβώς με το στόμα σου που χαμογελάει κάτω από εκείνο που σχεδιάζει το χέρι μου. Με κοιτάς, με κοιτάς από κοντά, κάθε φορά και από πιο κοντά και τότε παίζουμε τον κύκλωπα, κοιταζόμαστε όλο και από πιο κοντά και τα μάτια μεγαλώνουν, πλησιάζουν το ένα το άλλο, κολλάνε το ένα στο άλλο και οι κύκλωπες κοιτιούνται, οι ανάσες τους μπλέκουν, τα στόματα συναντιούνται και παλεύουν ανόρεχτα, δαγκώνονται χείλια με χείλια, ακουμπώντας μόλις τη γλώσσα πάνω στα δόντια, παίζουν μέσα στον περίβολό τους όπου πηγαινοέρχεται ένας βαρύς αέρας με ένα παλιό άρωμα και μια σιωπή. Τότε τα χέρια μου θέλουν να βυθιστούν στα μαλλιά σου, να χαϊδέψουν αργά τα βάθη των μαλλιών σου ενώ φιλιόμαστε σαν το στόμα μας να είναι γεμάτο λουλούδια ή ψάρια, ζωηρές κινήσεις, σκοτεινή ευωδιά. Και όταν δαγκωνόμαστε ο πόνος είναι γλυκός κι όταν πνιγόμαστε μʼ ένα σύντομο και τρομερό ταυτόχρονο ρούφηγμα της αναπνοής, αυτός ο στιγμιαίος θάνατος είναι όμορφος. Και υπάρχει ένα και μόνο σάλιο, μια και μόνη γεύση από ώριμο φρούτο κι εγώ σε νιώθω νʼ ανατριχιάζεις απάνω μου όπως η σελήνη στο νερό. http://www.politeianet.gr JULIO CORTAZARBιογραφία http://www.biblionet.gr/author/ |