Σελίδα τίτλου της Ερωφίλης στην έκδοση του Κιγάλα (1637).
Η Ερωφίλη είναι το πιο γνωστό έργο του Χορτάτση.
Το έργο γράφτηκε στο Ρέθυμνο γύρω στα 1600. Είναι η πιο παλιά και πιο αξιόλογη από τις τρεις γνωστές τραγωδίες του κρητικού θεάτρου.
Η Ερωφίλη έχει αφιέρωση στον δικηγόρο Ιωάννη Μούρμουρη ή Μόρμορη, ο οποίος καταγόταν από τα Χανιά και ήκμασε στα τέλη του 16ου αιώνα.
Αποτελείται από 3.205 στίχους, πρόλογο (τον οποίο λέει ο Χάρος), πέντε πράξεις με ισάριθμα χορικά και τέσσερα ιντερμέδια, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις πράξεις του έργου.
Τα ιντερμέδια αφορούν το επεισόδιο του Rinaldo και της Armida, από το έργο του Torquato Tasso, «Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ» (Gerusalemme Liberata, 1581). Το έργο έχει σαν πρότυπο το έργο Orbecche του ιταλού συγγραφέα G. Battista Giraldi (1549), ενώ μέρος της δεύτερης πράξης ο Χορτάτσης την δανείστηκε από την τραγωδία Il Re Torrismondo του Τ. Tasso (1587) που υπήρξε επίσης πηγή της κρητικής τραγωδίας, Βασιλεύς ο Ροδολίνος.
Πηγή των χορικών είναι η τραγωδία Phaedra του Σενέκα. Ωστόσο, παρά τις ποικίλες επιδράσεις, ο Χορτάτσης δεν μιμείθηκε άκριτα τα ξένα πρότυπα, αλλά κατάφερε να δημιουργήσει το δικό του πρωτότυπο ποιητικό έργο, με πλούσια γλώσσα, έντονη πλοκή και τέλεια στιχουργία.
Υπόθεση της Ερωφίλης: Ο Φιλόγονος, βασιλιάς της αιγυπτιακής Μέμφιδας, ανέβηκε στο θρόνο σκοτώνοντας τον αδελφό του. Στην αυλή του μεγαλώνει ένα ορφανό βασιλόπουλο, ο Πανάρετος, γιος του επίσης σκοτωμένου βασιλιά της Τζέρτζας.1
Η κόρη του βασιλιά Φιλόγονου Ερωφίλη ερωτεύεται τον Πανάρετο κι οι δυο νέοι παντρεύονται μυστικά. 'Οταν το μαθαίνει ο Φιλόγονος εξοργίζεται, σκοτώνει τον Πανάρετο και στέλνει την καρδιά του ως δώρο στην Ερωφίλη. Η Ερωφίλη αυτοκτονεί και ο Χορός, που τον αποτελούν κορασίδες υπηρέτριες της Ερωφίλης, εξεγείρεται και σκοτώνει το Φιλόγονο. Παρουσιάζεται τότε η σκιά (το φάντασμα) του δολοφονημένου αδελφού και εκφράζει ικανοποίηση για την τιμωρία του δολοφόνου βασιλιά.
ΠΡΑΞΗ Γ' - ΣΚΗΝΗ Ε'
ΧΟΡΟΣ
Πηγές πληροφοριών
www.24grammata.com/?p=38834 http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-A111/262/1914,6335/
Χορικό Α΄ / Του Έρωτα
Έρωτα, που συχνά σ’ τσι πλια μεγάλους
κι όμορφους λογισμούς κατοικημένος
βρίσκεσαι, τσι μικρούς μισώντας τσ’ άλλους•
κ’ έτσι ’σαι δυνατός και μπορεμένος,
και τόσην χάρην έχου τ’ άρματά σου,
που βγαίνεις πάντα μ’ όλους κερδεμένος•
μάλλιος τόσα ’ν’ τα βρόχια τα δικά σου
γλυκιά, και μετ’ αυτό τόση έχου χάρη,
π’ όποιο κι αν εμπερδέσα ευχαριστά σου.
Κι άγριος ως θέλει να ’ναι και λιοντάρι
πάσα κιανείς, συμπέφτει μετά σένα
και πεθυμά πληγή από σε να πάρει.
Κι όχι οι αθρώποι μόνο γνωρισμένα
σ’ έχουσι τι μπορείς και πόσα ξάζεις,
μα τα βερτόνια αυτά τ’ ακονισμένα
στον ουρανό, όντα θέλεις, ανεβάζεις
μ’ αποκοτιά και δύναμη μεγάλη,
και την καρδιά του Ζευ την ίδια σφάζεις•
και τόση παιδωμή και τόση ζάλη
του δίδεις, απ’ αφήνει το θρονί του
κ’ έρχεται εδώ στη γη με πρόσοψη άλλη.
Για χάρη σου ο γιαλός μες στο καυκί του
στέκει κ’ η γης για σένα δε γυρίζει,
και μιαν οδό ουρανός κρατεί δική του.
Για σένα πάσα φύτρο πρασινίζει,
πάσα δεντρό πληθαίνει και ξαπλώνει,
κι αθούς και πωρικά μασε χαρίζει.
Δάσος, τόσ’ άγριο ζο ποθές δε χώνει,
γη ψάριν ο γιαλός, τη δύναμή σου
να μη γροικού κι αυτά να τα πληγώνει.
Στω γυναικώ τ’ αμμάτια το θρονί σου κρατείς,
κ’ εκ τα χιονάτα κι όμορφά τως
προσώπατα πληθαίνει η μπόρεσή σου.
Στα χρουσωμένα κείνα τα μαλλιά τως,
στα δροσερά τως στήθη τ’ ασημένια,
στα κοραλένια χείλη τα γλυκιά τως,
πετέσαι ολημερνίς και μαραμένα
τα μέλη να θωρείς συχνιά σ’ αρέσει,
τ’ αμμάτια ταπεινά κι ανακλαημένα•
για να μπορούσι στο ’στερο όσοι κλαίσι
για κόρης ομορφιά κι αναστενάζου,
περίσσα αδικοκρίτη να σε λέσι,
κι εκείνη τη χαρά που δοκιμάζου
του πόθου, πλια γλυκειά και πλια δροσάτη
και πλια χαριτωμένη να λογιάζου.
Για κείνο του Πανάρετου γεμάτη
πάντα ’χες την καρδιά καημούς και βάρη
και πάντα ταπεινός στη γη επορπάτει.
Τώρα επειδή τον έκαμες να πάρει
τέτοια άξα πλερωμή στη δούλεψή του,
τέτοιο άξο θησαυρό, τέτοιο λογάρι,
κάμε, παρακαλώ σε, τη δική του
κόρη να του φυλάσσεις σαν τυχαίνει,
κ’ εις κίντυνο μη βάλεις τη ζωή του.
Τούτη την προξενιά την πρικαμένη
φοβούμαι δυνατά, πολλά τρομάσσω,
κι όλη γροικώ η καρδιά μου και λιγαίνει,
τα μέλη μου χωρίζου κι όψη αλάσσω
κ’ εις χίλια μέρη ο νους μου διασκορπάται,
σα να ’μου βραδιασμένη σ’ άγριο δάσο,
μην την αποδεχτεί, μην πει φοβάται
το βασιλιό που θε να την παντρέψει,
γιατί μεγάλο πράμα ευθύς γεννάται.
Τούτη την τύχην, Έρωτα, να στρέψει
ξοπίσω την κακή, χάρη του δώσε,
και πλιο ουρανός κιαμιά μηδέν του πέψει,
σα θέλει, δυσκολιά, παρακαλώ σε.
http://www.poiein.gr/archives/16739/index.html
Ερωφίλη, Πράξη Γ΄, 143-158
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Στὸν ἥλιον ἔχω ντήρηση κ’ εἰς τ’ ἄστρα ποὺ περνοῦσι
καὶ τσ’ ὀμορφιές σου, ἀφέντρα μου, κάτω στὴ γῆ θωροῦσι,
μηδὲ χυθοῦ κι ἁρπάξου σε, κ’ ἐμένα τὸν καημένο
παρ’ ἄλλον ἄνθρωπο στὴ γῆ ν’ ἀφήσου πρικαμένο.
ΕΡΩΦΙΛΗ
Τόσες δὲν εἶναι οἱ ὀμορφιές, τόσα δὲν εἶν’ τὰ κάλλη,
μὰ τοῦτο ἐκ τὴν ἀγάπη σου γεννᾶται τὴ μεγάλη.
Μὰ γὴ ὄμορφή ΄μαι γὴ ἄσχημη, Πανάρετε ψυχή μου,
γιὰ σέναν ἐγεννήθηκε στὸν κόσμο τὸ κορμί μου.
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Νερὸ δὲν ἔσβησε φωτιά ποτέ, βασίλισσά μου,
καθὼς τὰ λόγια τὰ γροικῶ σβήνουσι τὴν πρικιά μου.
Μ’ ὅλον ἐτοῦτο, ἀφέντρα μου, μὰ τὴν ἀγάπη ἐκείνη
ποὺ μᾶς ἀνάθρεψε μικρὰ καὶ πλιὰ παρ’ ἄλλη ἐγίνη
πιστὴ καὶ δυνατότατη σ’ ἐμένα κ’ εἰς ἐσένα
καὶ τὰ κορμιὰ μας σ’ ἄμετρο πόθο κρατεῖ δεμένα,
περισσα σὲ παρακαλῶ ποτὲ νὰ μὴν ἀφήσεις
νὰ σὲ νικήσει ὁ βασιλιός, νὰ μ’ ἀπολησμονήσεις.
Γεώργιος Χορτάτσης (2ο μισό του 16ου αι.)
Τέλος του Προλόγου σε εικονογραφημένο χειρόγραφο της Πανώριας (ιδιωτική συλλογή Μάριου Δαπέργολα)
Το σχεδίασμα του Γιάννη Τσαρούχη για το εξώφυλλο του προγράμματος της Ε-
ρωφίλης της Λαϊκής Σκηνής του Καρόλου Κουν, το 1934.
|
Μια λέξη και όλα σώζονται. Μια λέξη και όλα χάνονται. (André Breton)