Σελίδες

Σάββατο 4 Μαρτίου 2017

ΕΡΩΦΙΛΗ (ΤΡΑΓΩΔΙΑ), Γεώργιος Χορτάτσης

Σελίδα τίτλου της Ερωφίλης στην έκδοση του Κιγάλα (1637).

 Η Ερωφίλη είναι το πιο γνωστό έργο του Χορτάτση. 

Το έργο γράφτηκε στο Ρέθυμνο γύρω στα 1600. Είναι η πιο παλιά και πιο αξιόλογη από τις τρεις γνωστές τραγωδίες του κρητικού θεάτρου. 

Η Ερωφίλη έχει αφιέρωση στον δικηγόρο Ιωάννη Μούρμουρη ή Μόρμορη, ο οποίος καταγόταν από τα Χανιά και ήκμασε στα τέλη του 16ου αιώνα.
Αποτελείται από 3.205 στίχους, πρόλογο (τον οποίο λέει ο Χάρος), πέντε πράξεις με ισάριθμα χορικά και τέσσερα ιντερμέδια, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις πράξεις του έργου. 

Τα ιντερμέδια αφορούν το επεισόδιο του Rinaldo και της Armida, από το έργο του Torquato Tasso, «Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ» (Gerusalemme Liberata, 1581). Το έργο έχει σαν πρότυπο το έργο Orbecche του ιταλού συγγραφέα G. Battista Giraldi (1549), ενώ μέρος της δεύτερης πράξης ο Χορτάτσης την δανείστηκε από την τραγωδία Il Re Torrismondo του Τ. Tasso (1587) που υπήρξε επίσης πηγή της κρητικής τραγωδίας, Βασιλεύς ο Ροδολίνος. 

Πηγή των χορικών είναι η τραγωδία Phaedra του Σενέκα. Ωστόσο, παρά τις ποικίλες επιδράσεις, ο Χορτάτσης δεν μιμείθηκε άκριτα τα ξένα πρότυπα, αλλά κατάφερε να δημιουργήσει το δικό του πρωτότυπο ποιητικό έργο, με πλούσια γλώσσα, έντονη πλοκή και τέλεια στιχουργία.

Ερωφίλη-πίνακας, Γιάννης Τσαρούχης


Υπόθεση της Ερωφίλης: Ο Φιλόγονος, βασιλιάς της αιγυπτιακής Μέμφιδας, ανέβηκε στο θρόνο σκοτώνοντας τον αδελφό του. Στην αυλή του μεγαλώνει ένα ορφανό βασιλόπουλο, ο Πανάρετος, γιος του επίσης σκοτωμένου βασιλιά της Τζέρτζας.1 

Η κόρη του βασιλιά Φιλόγονου Ερωφίλη ερωτεύεται τον Πανάρετο κι οι δυο νέοι παντρεύονται μυστικά. 'Οταν το μαθαίνει ο Φιλόγονος εξοργίζεται, σκοτώνει τον Πανάρετο και στέλνει την καρδιά του ως δώρο στην Ερωφίλη. Η Ερωφίλη αυτοκτονεί και ο Χορός, που τον αποτελούν κορασίδες υπηρέτριες της Ερωφίλης, εξεγείρεται και σκοτώνει το Φιλόγονο. Παρουσιάζεται τότε η σκιά (το φάντασμα) του δολοφονημένου αδελφού και εκφράζει ικανοποίηση για την τιμωρία του δολοφόνου βασιλιά.
ΕΡΩΦΙΛΗ
Τόσες δεν είναι οι ομορφιές, τόσα δεν είν' τα κάλλη,
μα τούτο εκ την αγάπη σου γεννάται* τη μεγάλη.
Μα γή όμορφή 'μαι γή άσκημη, Πανάρετε ψυχή μου,
για σέναν εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου.
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Νερό δεν έσβησε φωτιά ποτέ, βασίλισσά μου,
καθώς τα λόγια τα γροικώ* σβήνουσι την πρικιά* μου.
Μ' όλον ετούτο, αφέντρα μου, μα την αγάπη εκείνη,
που μας ανάθρεψε μικρά, και πλια παρ' άλλη εγίνη
πιστή και δυνατότατη σ' εμένα κι εις εσένα,
και τα κορμιά μας σ'άμετρο* πόθο κρατεί δεμένα,
περίσσα* σε παρακαλώ ποτέ να μην αφήσεις
να σε νικήσει ο βασιλιός, να μ' απολησμονήσεις.
ΕΡΩΦΙΛΗ
Oϊμένα*, νά 'βρω δε μπορώ ποιαν αφορμή ποτέ μου
σου 'δωκα στην αγάπη μου φόβο, Πανάρετέ μου,
να πιάνεις τόσα δυνατό, σα να μηδέ γνωρίζεις
το πως το νου και την ψυχή και την καρδιά μου ορίζεις.
Έρωτα, απείς* τ' αφέντη μου τ' αμμάτια* δε μπορούσι
πόσα πιστά και σπλαχνικά τον αγαπώ να δούσι*,
μιαν απού τσι σαΐτες σου φαρμάκεψε και ρίξε
μέσα στα φυλλοκάρδια μου και φανερά του δείξε
με τον πρικύ μου θάνατο πως ταίρι του απομένω,
και μόνο πως για λόγου του στον Άδη κατεβαίνω.
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Τούτο ας γενεί σ' εμένα ομπρός, φόβο κιανένα αν έχω
στον πόθο σου, νεράιδα μου, γή αν έν' και δεν κατέχω
πως μήδ' ο θάνατος μπορεί να κάμει να σηκώσεις
τον πόθο σου από λόγου μου κι αλλού να τόνε δώσεις.
Μα δεν κατέχω ποια αφορμή με κάνει και τρομάσσω,
το πράμα, που στο χέρι μου κρατώ σφικτά, μη χάσω,
κι εκείνο, απού παρηγοριά πρέπει να μου χαρίζει,
τσ' ελπίδες μου τσ' αμέτρητες σε φόβο μού γυρίζει.
ΕΡΩΦΙΛΗ
Τούτό 'ναι απού το ξαφνικό μαντάτο που μας δώσα,
μα μην πρικαινομέστανε*, Πανάρετέ μου, τόσα,
γιατί ουρανός, απού 'καμε κι εσμίξαμεν αντάμι*,
να στέκομε παντοτινά ταίρια μάς θέλει κάμει.
Τον ουρανό, τη θάλασσα, τη γη και τον αέρα,
τ' άστρα, τον ήλιο το λαμπρό, τη νύκτα, την ημέρα,
παρακαλώ ν' αρματωθού, να 'ρθουν αντίδικά* μου,
την ώρα οπ' άλλος θέλει μπει πόθος εις την καρδιά μου.

ΕΡΩΦΙΛΗ
Τόσες δεν είναι οι ομορφιές, τόσα δεν είν' τα κάλλη,
μα τούτο εκ την αγάπη σου γεννάται* τη μεγάλη.
Μα γή όμορφή 'μαι γή άσκημη, Πανάρετε ψυχή μου,
για σέναν εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου.
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Νερό δεν έσβησε φωτιά ποτέ, βασίλισσά μου,
καθώς τα λόγια τα γροικώ* σβήνουσι την πρικιά* μου.
Μ' όλον ετούτο, αφέντρα μου, μα την αγάπη εκείνη,
που μας ανάθρεψε μικρά, και πλια παρ' άλλη εγίνη
πιστή και δυνατότατη σ' εμένα κι εις εσένα,
και τα κορμιά μας σ'άμετρο* πόθο κρατεί δεμένα,
περίσσα* σε παρακαλώ ποτέ να μην αφήσεις
να σε νικήσει ο βασιλιός, να μ' απολησμονήσεις.
ΕΡΩΦΙΛΗ
Oϊμένα*, νά 'βρω δε μπορώ ποιαν αφορμή ποτέ μου
σου 'δωκα στην αγάπη μου φόβο, Πανάρετέ μου,
να πιάνεις τόσα δυνατό, σα να μηδέ γνωρίζεις
το πως το νου και την ψυχή και την καρδιά μου ορίζεις.
Έρωτα, απείς* τ' αφέντη μου τ' αμμάτια* δε μπορούσι
πόσα πιστά και σπλαχνικά τον αγαπώ να δούσι*,
μιαν απού τσι σαΐτες σου φαρμάκεψε και ρίξε
μέσα στα φυλλοκάρδια μου και φανερά του δείξε
με τον πρικύ μου θάνατο πως ταίρι του απομένω,
και μόνο πως για λόγου του στον Άδη κατεβαίνω.
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Τούτο ας γενεί σ' εμένα ομπρός, φόβο κιανένα αν έχω
στον πόθο σου, νεράιδα μου, γή αν έν' και δεν κατέχω
πως μήδ' ο θάνατος μπορεί να κάμει να σηκώσεις
τον πόθο σου από λόγου μου κι αλλού να τόνε δώσεις.
Μα δεν κατέχω ποια αφορμή με κάνει και τρομάσσω,
το πράμα, που στο χέρι μου κρατώ σφικτά, μη χάσω,
κι εκείνο, απού παρηγοριά πρέπει να μου χαρίζει,
τσ' ελπίδες μου τσ' αμέτρητες σε φόβο μού γυρίζει.
ΕΡΩΦΙΛΗ
Τούτό 'ναι απού το ξαφνικό μαντάτο που μας δώσα,
μα μην πρικαινομέστανε*, Πανάρετέ μου, τόσα,
γιατί ουρανός, απού 'καμε κι εσμίξαμεν αντάμι*,
να στέκομε παντοτινά ταίρια μάς θέλει κάμει.
Τον ουρανό, τη θάλασσα, τη γη και τον αέρα,
τ' άστρα, τον ήλιο το λαμπρό, τη νύκτα, την ημέρα,
παρακαλώ ν' αρματωθού, να 'ρθουν αντίδικά* μου,
την ώρα οπ' άλλος θέλει μπει πόθος εις την καρδιά μου.
Γ. Χορτάτσης, Ερωφίλη

ΠΡΑΞΗ Γ' - ΣΚΗΝΗ Ε'
ΧΟΡΟΣ

Του πλούτου αχορταγιά, τση δόξας πείνα,
του χρυσαφιού ακριβιά καταραμένη,
πόσα για σας κορμιά νεκρ' απόμεινα,
πόσοι άδικοι πόλεμοι σηκωμένοι,
πόσες συχνές μαλιές συναφορμά σας

γρικούνται ολημερνίς στην οικουμένη!

Στον άδην ας βουλήσει τ' όνομα σας,

κι όξω στη γη μην έβγει να παιδέψει
νου πλιον ανθρωπινόν η ατυχιά σας·
γιατί αποκεί, ως θωρώ, σας έχει πέψει

κανείς στον κόσμον δαίμονας να 'ρθείτε,
τς ανθρώπους μετά σας να φαρμακέψει.

Τη λύπηση μισάτε, και κρατείτε

μακρά τη δικιοσύνη ξορισμένη,
κι ουδέ πρεπό, μηδ' όμορφο θεωρείτε,

Για σας οι ουρανοί 'ναι σφαλισμένοι,
κι εδώ στον κόσμο κάτω δε μπορούσι
να στέκουν οι άνθρωποι αναπαημένοι·
με τς αδερφούς τ' αδέρφια πολεμούσι,
κι οι φίλοι τσι φιλιές των απαρνούνται,

και τα παιδιά τον κύρην τους μισούσι...



Χορικό Α΄ / Του Έρωτα
Έρωτα, που συχνά σ’ τσι πλια μεγάλους
κι όμορφους λογισμούς κατοικημένος
βρίσκεσαι, τσι μικρούς μισώντας τσ’ άλλους•

κ’ έτσι ’σαι δυνατός και μπορεμένος,
και τόσην χάρην έχου τ’ άρματά σου,
που βγαίνεις πάντα μ’ όλους κερδεμένος•

μάλλιος τόσα ’ν’ τα βρόχια τα δικά σου
γλυκιά, και μετ’ αυτό τόση έχου χάρη,
π’ όποιο κι αν εμπερδέσα ευχαριστά σου.

Κι άγριος ως θέλει να ’ναι και λιοντάρι
πάσα κιανείς, συμπέφτει μετά σένα
και πεθυμά πληγή από σε να πάρει.

Κι όχι οι αθρώποι μόνο γνωρισμένα
σ’ έχουσι τι μπορείς και πόσα ξάζεις,
μα τα βερτόνια αυτά τ’ ακονισμένα

στον ουρανό, όντα θέλεις, ανεβάζεις
μ’ αποκοτιά και δύναμη μεγάλη,
και την καρδιά του Ζευ την ίδια σφάζεις•

και τόση παιδωμή και τόση ζάλη
του δίδεις, απ’ αφήνει το θρονί του
κ’ έρχεται εδώ στη γη με πρόσοψη άλλη.

Για χάρη σου ο γιαλός μες στο καυκί του
στέκει κ’ η γης για σένα δε γυρίζει,
και μιαν οδό ουρανός κρατεί δική του.

Για σένα πάσα φύτρο πρασινίζει,
πάσα δεντρό πληθαίνει και ξαπλώνει,
κι αθούς και πωρικά μασε χαρίζει.

Δάσος, τόσ’ άγριο ζο ποθές δε χώνει,
γη ψάριν ο γιαλός, τη δύναμή σου
να μη γροικού κι αυτά να τα πληγώνει.

Στω γυναικώ τ’ αμμάτια το θρονί σου κρατείς,
κ’ εκ τα χιονάτα κι όμορφά τως
προσώπατα πληθαίνει η μπόρεσή σου.

Στα χρουσωμένα κείνα τα μαλλιά τως,
στα δροσερά τως στήθη τ’ ασημένια,
στα κοραλένια χείλη τα γλυκιά τως,

πετέσαι ολημερνίς και μαραμένα
τα μέλη να θωρείς συχνιά σ’ αρέσει,
τ’ αμμάτια ταπεινά κι ανακλαημένα•

για να μπορούσι στο ’στερο όσοι κλαίσι
για κόρης ομορφιά κι αναστενάζου,
περίσσα αδικοκρίτη να σε λέσι,

κι εκείνη τη χαρά που δοκιμάζου
του πόθου, πλια γλυκειά και πλια δροσάτη
και πλια χαριτωμένη να λογιάζου.

Για κείνο του Πανάρετου γεμάτη
πάντα ’χες την καρδιά καημούς και βάρη
και πάντα ταπεινός στη γη επορπάτει.

Τώρα επειδή τον έκαμες να πάρει
τέτοια άξα πλερωμή στη δούλεψή του,
τέτοιο άξο θησαυρό, τέτοιο λογάρι,

κάμε, παρακαλώ σε, τη δική του
κόρη να του φυλάσσεις σαν τυχαίνει,
κ’ εις κίντυνο μη βάλεις τη ζωή του.

Τούτη την προξενιά την πρικαμένη
φοβούμαι δυνατά, πολλά τρομάσσω,
κι όλη γροικώ η καρδιά μου και λιγαίνει,

τα μέλη μου χωρίζου κι όψη αλάσσω
κ’ εις χίλια μέρη ο νους μου διασκορπάται,
σα να ’μου βραδιασμένη σ’ άγριο δάσο,

μην την αποδεχτεί, μην πει φοβάται
το βασιλιό που θε να την παντρέψει,
γιατί μεγάλο πράμα ευθύς γεννάται.

Τούτη την τύχην, Έρωτα, να στρέψει
ξοπίσω την κακή, χάρη του δώσε,
και πλιο ουρανός κιαμιά μηδέν του πέψει,
σα θέλει, δυσκολιά, παρακαλώ σε.
 http://www.poiein.gr/archives/16739/index.html

Ερωφίλη, Πράξη Γ΄, 143-158
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Στὸν ἥλιον ἔχω ντήρηση κ’ εἰς τ’ ἄστρα ποὺ περνοῦσι
καὶ τσ’ ὀμορφιές σου, ἀφέντρα μου, κάτω στὴ γῆ θωροῦσι,
μηδὲ χυθοῦ κι ἁρπάξου σε, κ’ ἐμένα τὸν καημένο
παρ’ ἄλλον ἄνθρωπο στὴ γῆ ν’ ἀφήσου πρικαμένο.
ΕΡΩΦΙΛΗ
Τόσες δὲν εἶναι οἱ ὀμορφιές, τόσα δὲν εἶν’ τὰ κάλλη,
μὰ τοῦτο ἐκ τὴν ἀγάπη σου γεννᾶται τὴ μεγάλη.
Μὰ γὴ ὄμορφή ΄μαι γὴ ἄσχημη, Πανάρετε ψυχή μου,
γιὰ σέναν ἐγεννήθηκε στὸν κόσμο τὸ κορμί μου.
ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ
Νερὸ δὲν ἔσβησε φωτιά ποτέ, βασίλισσά μου,
καθὼς τὰ λόγια τὰ γροικῶ σβήνουσι τὴν πρικιά μου.
Μ’ ὅλον ἐτοῦτο, ἀφέντρα μου, μὰ τὴν ἀγάπη ἐκείνη
ποὺ μᾶς ἀνάθρεψε μικρὰ καὶ πλιὰ παρ’ ἄλλη ἐγίνη
πιστὴ καὶ δυνατότατη σ’ ἐμένα κ’ εἰς ἐσένα
καὶ τὰ κορμιὰ μας σ’ ἄμετρο πόθο κρατεῖ δεμένα,
περισσα σὲ παρακαλῶ ποτὲ νὰ μὴν ἀφήσεις
νὰ σὲ νικήσει ὁ βασιλιός, νὰ μ’ ἀπολησμονήσεις.

Γεώργιος Χορτάτσης (2ο μισό του 16ου αι.)
Τέλος του Προλόγου σε εικονογραφημένο χειρόγραφο της Πανώριας (ιδιωτική συλλογή Μάριου Δαπέργολα)

  Το σχεδίασμα του Γιάννη Τσαρούχη για το εξώφυλλο του προγράμματος της Ε-
ρωφίλης της Λαϊκής Σκηνής του Καρόλου Κουν, το 1934.

Σχέδιο του Γ. Τσαρούχη για το πρόγραμμα της παράστασης της «Ερωφίλης» από τη Λαϊκή Σκηνή του Κ. Κουν (1934)
Λαϊκή Σκηνή του Καρόλου Κουν, το 1934
Ερωφίλη η Βάσω Μανωλίδου.
Αποτέλεσμα εικόνας για «Ερωφίλης» από τη Λαϊκή Σκηνή του Κ. Κουν (1934)
Ερωφίλη (1961)
Εθνικό Θέατρο: Κεντρική Σκηνή 

http://www.nt-archive.gr/playDetails.aspx?playID=784
Βάσω Μανωλίδου (Ερωφίλη).
Δημήτρης Παπαμιχαήλ (Πανάρετος), Νίκος Παπακωνσταντίνου (Καρπόφορος).

Δείτε όλες τις φωτογραφίες/ ΕΔΩ 
 Γεώργιος Χορτάτσης Πληροφορίες /εδώ
Επιμέλεια κειμένων, Μαρία Λαμπράκη