Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν την αρμενίσαμε ακόμα. Το πιο όμορφο παιδί δε μεγάλωσε ακόμα. (Ναζίμ Χικμέτ) -Σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου |
Σὲ ποιά θάλασσα-Γιώργος Θέμελης Σὲ ποιά θάλασσα, ποιός οὐρανὸς σ’ ἔχει φιλήσει;.. Τὰ μαλλιά σου τρυποῦν τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνέμου, σὰν τὰ δέντρα καὶ σὰν τὰ ταξίδια! Τὸ χέρι σου χαμόγελο, φωνὴ σὰν τοῦ νεροῦ, σὰν κοριτσιοῦ κάτασπρη ντάλια! Ὅπου κι ἂν κοιτάξεις, προβάλλει τὸ πρόσωπό σου, κατεβαίνει τὸ βλέμμα σου ἀπὸ χίλια λουλούδια! Κοίταξε, κάλλιο, τὸν ἴσκιο ποὺ πέφτει, τὸν καβαλλάρη τῆς βροχῆς, τὸ χαμογέλοιο τοῦ καλοῦ θεοῦ!..
ΣΠΟΥΔΗ ΘΑΛΑΣΣΗΣ-Νίκος Καββαδίας
Αγνάντευε απ' το κάσσαρο τη θάλασσα ο "Πυθέας"
κι όλο δεξιά και αριστερά σκουντούφλαγε βαριά. Κι απάνω στο άρμπουρο, ο μουγγός, ο γιος της Δωροθέας, είχε κιαλάρει δυο γυμνές γυναίκες στη στεριά.
Τότε στην Πίντα κλέψαμε του Αζτέκου την κορνιόλα.
Τραγίσιο δέρμα το κορμί και μέσαθε πουρί. Φορτίο ποντίκια και σκορπιοί τσιφάρι, στα πανιόλα. Στο Πάλος κουβαλήσαμε το αγιάτρευτο σπυρί.
Και προσκυνώντας του μεγάλου Χάνου τ' αποκείνα
καβάλα στις μικρόσωμες Κινέζες στις πιρόγες, - μετάξι ανάριο τρίχωμα, τριανταφυλλένιες ρώγες - φέραμε κείνον τον κλεμμένο μπούσουλα απ' την Κίνα.
Δεμένα τα ποδάρια μας στου Πάπα τις γαλέρες
κουρσεύαμε του ωκεανού τα πόρτα ή τα μεσόγεια. Σπέρναμε όπου περνούσαμε πανούκλα και χολέρα μπερδεύοντας με το τρελό μας σπέρμα όλα τα σόγια.
Όπου γυναίκα, σε ναούς, καλύβα ή σε παλάτι,
σε κάσες με μπαχαρικά ή πίσω από βαρέλια, μας καθαρίζαν τις παλιές πληγές από το αλάτι, πότε ντυμένες στα χρυσά και πότε στα κουρέλια.
Απίκου πάντα οι άγκυρες και οι κάβοι πάντα ντούκια.
Ορθοί πάντα κι αλύγιστοι στην ανεμορριπή, μασώντας, σαν τα ζωντανά, μπανάνες και φουντούκια, κατάβαθα πιστεύοντας: αμάρτημα η ντροπή.
Στα όρτσα να προλάβουμε. Τραβέρσο και προχώρα.
Να πάμε να ξοδέψουμε την τελευταία ριξιά σε κείνη την απίθανη σ' όλο τον κόσμο χώρα που τα κορίτσια το 'χουνε στα δίπλα ή και λοξά. |
Του Αιγαίου Ο έρωτας το αρχιπέλαγος κι η πρώρα των αφρών του, και οι γλάροι των ονείρων του. Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει ένα τραγούδι.(Οδυσσέας Ελύτης) |
Κι ἐκεῖνα τὰ χέρια σου ὅπου θὰ τυραννιέται
ὁ ἔρωτας. Κι ἐκεῖνο τὸ κοχύλι σου ὅπου θ᾿ ἀντηχεῖ τὸ Αἰγαῖο. (Προσανατολισμοί) ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ. |
ΜΙΚΡΗ ΠΡΑΣΙΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Που θα 'θελα να σε υιοθετήσω
Να σε στείλω σχολείο στην Ιωνία
Να μάθεις μανταρίνι και άψινθο
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Στο πυργάκι του φάρου το καταμεσήμερο
Να γυρίσεις τον ήλιο και ν' ακούσεις
Πως η μοίρα ξεγίνεται και πως
Από λόφο σε λόφο συνεννοούνται
Ακόμα οι μακρινοί μας συγγενείς
Που κρατούν τον αέρα σαν αγάλματα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Με τον άσπρο γιακά και την κορδέλα
Να μπεις απ' το παράθυρο στη Σμύρνη
Να μου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή
Από τα Κυριελέησον και τα Δόξα σοι
Και με λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε
Κύμα το κύμα να γυρίσεις πίσω
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Για να σε κοιμηθώ παράνομα
Και να βρίσκω βαθιά στην αγκαλιά σου
Κομμάτια πέτρες τα λόγια των Θεών
Κομμάτια πέτρες τ' αποσπάσματα του Ηράκλειτου.
Η ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ
Έχοντας ερωτευθεί και κατοικήσει αιώνες μες στη θάλασσα έμαθα
γραφή και ανάγνωση
γραφή και ανάγνωση
Ώστε τώρα να μπορώ σε μεγάλο βάθος πίσω τις γενιές απανωτές
όπως αρχίζει ένα βουνό προτού τελειώσει το άλλο
όπως αρχίζει ένα βουνό προτού τελειώσει το άλλο
Να κοιτάζω Και μπροστά πάλι το ίδιο:
Το βαθύ σκούρο μπουκάλι και η νέα στο μπράτσο Ελένη με το
πλάι επάνω στον ασβέστη
πλάι επάνω στον ασβέστη
Να γεμίζει κρασί της Παναγίας το μισό το σώμα της φευγάτο κιό-
λας στην Ασία την αντικρινή
λας στην Ασία την αντικρινή
Και το κέντημα όλο μετατοπισμένο μες στον ουρανό με τα διχα-
λωτά πουλιά τα κιτρινάκια και τους ήλιους.
λωτά πουλιά τα κιτρινάκια και τους ήλιους.
Ελύτης, Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
ΕΠΕΤΕΙΟΣ
Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
Στο σημάδι ετούτο που παλεύει
Πάντα κοντά στη θάλασσα
Νιάτα στα βράχια επάνω, στήθος
Με στήθος προς τον άνεμο
Πού να πηγαίνει ένας άνθρωπος
Πού δεν είναι άλλο από άνθρωπος
Λογαριάζοντας με τις δροσιές τις πράσινες
Στιγμές του, με νερά τα οράματα
Της ακοής του, με φτερά τις τύψεις του
Ά, Ζωή
Παιδιού που γίνεται άντρας
Πάντα κοντά στη θάλασσα όταν ο ήλιος
Τον μαθαίνει ν' ανασαίνει κατά 'κεί που σβήνεται
Η σκιά του γλάρου.
Οδυσσέα Ελύτη, «Μυρίσαι το άριστον. XIV»
Τ' ανώτερα μαθηματικά μου τα έκανα στο Σχολείο της θάλασσας. Ιδού και μερικές πράξεις για παράδειγμα:
1.
Εάν αποσυνδέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια
ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την
ξαναφτιάχνεις.
2. Το γινόμενο των μυριστικών χόρτων επί την αθωότητα δίνει πάντοτε το σχήμα κάποιου Ιησού Χριστού.
3.
Η ευτυχία είναι η ορθή σχέση ανάμεσα στις πράξεις (σχήματα) και στα
αισθήματα (χρώματα). Η ζωή μας κόβεται, και οφείλει να κόβεται, στα
μέτρα που έκοψε τα χρωματιστά χαρτιά του ο Matisse.
4. Όπου υπάρχουν συκιές υπάρχει Ελλάδα. Όπου προεξέχει το βουνό απ' τη λέξη του υπάρχει ποιητής. Η ηδονή δεν είναι αφαιρετέα.
5. Ένα δειλινό στο Αιγαίο περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη σε τόσο ίσες δόσεις που δε μένει στο τέλος παρά η αλήθεια.
6.
Κάθε πρόοδος στο ηθικό επίπεδο δεν μπορεί παρά να είναι αντιστρόφως
ανάλογη προς την ικανότητα που έχουν η δύναμη κι ο αριθμός να καθορίζουν
τα πεπρωμένα μας.
7. Ένας «Αναχωρητής» για τους μισούς είναι, αναγκαστικά, για τους άλλους μισούς, ένας «Ερχόμενος».
Από τη συλλογή Ο Μικρός Ναυτίλος (1985)
[πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, Ποίηση, Ίκαρος, Αθήνα 2002, σ. 514-515]
[πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, Ποίηση, Ίκαρος, Αθήνα 2002, σ. 514-515]
XXIV
Για όποιον η θάλασσα στον ήλιο είναι «τοπίο» – η ζωή μοιάζει εύκολη και ο θάνατος επίσης.
Αλλά για τον άλλον είναι κάτοπτρο αθανασίας, είναι «διάρκεια». Μια διάρκεια που μόνον το ίδιο της το εκθαμβωτικό φως δε σ’ αφήνει να τη συλλάβεις.
Αλλά για τον άλλον είναι κάτοπτρο αθανασίας, είναι «διάρκεια». Μια διάρκεια που μόνον το ίδιο της το εκθαμβωτικό φως δε σ’ αφήνει να τη συλλάβεις.
Εάν
υπήρχε τρόπος να βρίσκεται κανείς, την ίδια στιγμή, μπρος και πίσω απ’
τα πράγματα, θα καταλάβαινε πόσο το άνοιγμα του χρόνου, που
καταβροχθίζει απλώς γεγονότα, χάνει τη σημασία του, όπως, ακριβώς, μέσα
σ’ ένα ποίημα.
Και τότε – αφού είναι μια ανάπτυξη του ακαριαίου ή, αντίστροφα, μια σύμπτυξη του ατέρμονος το ποίημα – να κερδίσει την ελευθερία του χωρίς να καταφύγει σε κανενός είδους πυρίτιδα.
Μόνο ένα πράγμα να μπορούσε να συνειδητοποιήσει: ότι δεν τα κρατάνε όλα οι ζωντανοί.Και τότε – αφού είναι μια ανάπτυξη του ακαριαίου ή, αντίστροφα, μια σύμπτυξη του ατέρμονος το ποίημα – να κερδίσει την ελευθερία του χωρίς να καταφύγει σε κανενός είδους πυρίτιδα.
Ἄλλοτε η θάλασσα...Γιῶργος ΣαραντάρηςἌλλοτε ἡ θάλασσα μᾶς εἶχε σηκώσει στὰ φτερά τηςΜαζί της κατεβαίναμε στὸν ὕπνοΜαζί της ψαρεύαμε τὰ πουλιὰ στὸν ἀγέραΤὶς ἡμέρες κολυμπούσαμε μέσα στὶς φωνὲς καὶ τὰ χρώματαΤὰ βράδια ξαπλώναμε κάτω ἀπ᾿ τὰ δέντρα καὶ τὰ σύννεφαΤὶς νύχτες ξυπνούσαμε γιὰ νὰ τραγουδήσουμεἮταν τότε ὁ καιρὸς τρικυμία χαλασμὸς κόσμουΚαὶ μονάχα ὕστερα ἡσυχίαἈλλὰ ἐμεῖς πηγαίναμε χωρὶς νὰ μᾶς ἐμποδίζει κανεὶςΝὰ σκορπᾶμε καὶ νὰ παίρνουμε χαρὰἈπὸ τοὺς βράχους ὡς τὰ βουνὰ μᾶς ὁδηγοῦσε ὁ ΓαλαξίαςΚαὶ ὅταν ἔλειπε ἡ θάλασσα ἦταν κοντὰ ὁ Θεός |
Η Θάλασσα στην ποίηση του Γιάννη Ρίτσου Γιάννη Ρίτσου «Το Εμβατήριο του ωκεανού» ''Παραθέματα '' ΘΑΛΑΣΣΑ θάλασσα στο νου στην ψυχή και στις φλέβες μας θάλασσα. Είδαμε τα πλοία να φέρνουν τις μυθικές χώρες εδώ στην ξανθή αμμουδιά όπου αργοπορούν οι βραδινοί οδοιπόροι. Ντύσαμε τις παιδικές αγάπες μας με νωπά φύκια. Προσφέραμε στους θεούς της ακρογιαλιάς όστρακα στιλπνά και βότσαλα. Γιάννης Ρίτσος, Υπολογισμένη αναβολή (Καρλόβασι, 29. VI. 87.) Ωραία που βγαίνει το πλοίο απ’ το λιμάνι. Ρόδινος ο καπνός του μες στη χρυσόσκονη του δειλινού. Λοιπόν, όσες φορές κι αν σε αρνήθηκαν ή κι αν αρνήθηκες, ένα άσπρο σπίτι πάνω στο λόφο ζητάει τη ματιά σου, ένα παιδί βρέχει τα πόδια του στη θάλασσα χαμογελώντας, ένα πουλί τη νύχτα τραγουδάει και για σένα. Λοιπόν, ας αναβάλουμε και πάλι˙ ας ενθρονίσουμε αυτή τη μικρή πεταλούδα στο ραγισμένο τζάμι. |