Σελίδες

Κυριακή 13 Απριλίου 2025

Η Ποίηση της Προσευχής


Απόστολος Γεραλής (1886-1983)

 Μανόλης Αναγνωστάκης-Προσευχή

Κυριακή. Θε μου σ’ ευχαριστούμεΔέξου μας σαν πρόβατα στην αγκαλιά σου απολωλόταΠολύ αμαρτήσαμε Κύριε, πολύ αδικήσαμεΣαν άπιστοι θρηνούμε για τα επίγεια αγαθά μαςΛησμονήσαμε την αιωνίαν Άνοιξη του ΠαραδείσουΣτον Οίκο σου δεόμεθα συγχωρηθήναι ημάςΣήμερα Κυριακή τας εντολάς σου ενθυμούμενοιΜη μας εγκαταλείψεις Θε μου, εις το σκότος της αβύσσου.
(Άλλωστε, λίαν προσφάτως, προσεφέραμενΕις αρμοδίων εντολάς υπείκοντες,Τον οβολόν μας διά την αναστήλωσιν του Ιερού Ναού Σου).


Απόστολος Γεραλής (1886-1983)

Νικηφόρος Βρεττάκος, «Προσευχή»

«Κύριε, ποὺ στέλνεις τὴ βροχὴ στοὺς σπόρους καὶ τὸν ἥλιο στὴ μήτρα τῆς μητέρας, ποὺ ἀποκρίνεσαι στὸ βέλασμα τοῦ ἀρνιοῦ μὲ τὸ οὐράνιο τόξο πάνω ἀπὸ τὴ χλόη, ποὺ ἀπὸ ψηλὰ εὐλογεῖς, μέρα καὶ νύχτα, τῶν ἔναστρων ἀχτῶν τὴν ἀνανέωση τὸ φῶς καὶ τὴν ἀνάπτυξη μυριάδων διάφορων λουλουδιῶν – ἂς μὴν ἀκούσεις ποτὲ τὸ βέλασμά μου!… Ὅμως, Κύριέ μου τὴ δύση αὐτὴ μπορεῖς νὰ μοῦ στερήσεις μ’ ὅποια σου δυστυχία; Τὰ δάκρυα τοῦτα ποὺ βγαίνουν ἀπὸ βάθη πιὸ γαλάζια κι ἀπ’ τὶς πηγὲς τῆς ἄνοιξης, μπορεῖς, Κύριε, νὰ τὰ ἐμποδίσεις; Κοίταξέ με πως ἐπιμένω πίσω ἀπ’ τὶς τροχιὲς τῶν τελευταίων πλασμάτων σου! Εἶναι μάταιο νὰ μὲ κουράζεις πιότερο!  Ἄφησέ με μὲ ἥσυχη ἀναπνοὴ κάτω ἀπ’ τὸ κλῆμα τῶν ἄστρων σου νὰ κλάψω… Δὲ μπορῶ, Κύριε μου, νὰ μισήσω!  Ἀγάπησέ με!»

(Από το ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠ’ ΤΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ, 1939)



Απόστολος Γεραλής-Προσευχή (1886-1983)
 
Η προσευχή των αστέγων, Νικηφόρος Βρεττάκος
Μητέρα του Χριστού, Μαρία,
πόσο είναι η νύχτα τούτη κρύα
δεν μπορεί ο Θεός να καταλάβει.

Κατέβα, Συ, απ' τους ουρανούς
και μ' αναμμένους τους φανούς
του Χάρου οδήγα το καράβι.

Χίλιες φορές απόψε εκλήθη
μα δεν ακούει. Κάπου κοιμήθη
κι αυτός στα πλάτη παγωμένος.
Του θόλου λύθηκαν οι αρμοί
κι όλος ο κόσμος σαν κορμί
τρέμει στα νέφη τυλιγμένος.

Ρόδα κανείς να τον στολίσεις,
μύρα κανείς να τον ραντίσεις
μήπως σου ζήτησε, Μαρία;
Πάρ' την ψυχούλα μας γυμνή
προς τη γαλάζια σου σκηνή
από τη νύχτα αυτή την κρύα.

Κι η θεία σου πόλη σαν μας πάρει,
για τη μεγάλη σου τη χάρη
σκυφτοί στις άκρες των βραδιών σου,
με δάκρυα, σαν ο ήλιος σβει,
θα σου ποτίζουμε βουβοί
τις θάλασσες των λουλουδιών σου.
Νικηφόρος Βρεττάκος, Οι Γκριμάτσες του Ανθρώπου


Η προσευχή του ταπεινού (Ζαχαρίας Παπαντωνίου)

Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά, σου λέω την προσευχή μου.
Άλλη ψυχή δεν έβλαψα στον κόσμο απ’ τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι.
Την πίκρα μου τη βάσταξα. Μου δίνεις και την ξένη.

Μ’ απαρνηθήκαν οι χαρές. Δεν τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα. Είν’ αμαρτία να ελπίσω.
Σαν ευτυχία την αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στην πόρτα μου άλλος δεν χτυπά κανείς απ’ τον αγέρα.

Δεν έχω δόξα. Είν’ ήσυχα τα έργα που έχω πράξει.
Άκουσα τη γλυκιά βροχή. Τη δύση έχω κοιτάξει.
Έδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι.
Ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδυ.

Τώρα δεν έχω τίποτα να διώξω ή να κρατήσω.
Δεν περιμένω ανταμοιβή. Πολύ ’ναι τέτοια ελπίδα.
Ευδόκησε ν’ αφανιστώ χωρίς να ξαναζήσω…
Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.

Ονειρεμένη προσευχή-Κωστής Παλαμάς

Χριστέ μου, κράτα με μακριά απ’ τις κακίες του κόσμου.
Στη Φάτνη Βρέφος, όσο ζω να σε λατρεύω δώσ’ μου!

Κι όταν θα ’ρθεί από Σε σταλτός ο Χάρος να με πάρει,
κάμε σα βρέφος να σταθώ μπροστά στη θεία Σου χάρη.

Χριστέ μου, δώσ’ μου στους σεισμούς, στις τρικυμίες του κόσμου πάντα να στέκω ατράνταχτος, και να είναι ο λογισμός μου

το φως από το μυστικό που χύνοταν αστέρι, όταν για Σένα στη Βηθλεέμ τους Μάγους είχε φέρει.

Και κάμε λόγια κι έργα μου σαν των αγρών τα κρίνα, προφητικά, φεγγόβολα κάμε τα σαν εκείνα

της νύχτας των απλών βοσκών. Γεννιόσουν, και γρικούσαν τους ουρανούς ολάνοιχτους που Σε δοξολογούσαν.

 Κωστής Παλαμάς -Προσευχή

Αγάπη, Εσύ, χαρά της γης

και τ’ ουρανού ευλογία,

που είσαι γλυκιά σαν τ’ άστρο της αυγής,

που είσαι μεγάλη σαν την Παναγία!

Εμπρός Σου γονατίζω, αγνή θεά,

και Σου φιλώ το διαμαντένιο χέρι·

λυπήσου μας που ζούμε μακριά,

κάμε μια μέρα να γενούμε ταίρι.

Εμπρός Σου για κερί μού λιώνει ο νους,

μου καίγετ’ η καρδιά μου για λιβάνι·

απ’ τους ανθούς Σου τους παντοτινούς

πλέξε για μας του γάμου το στεφάνι.

Κι εμείς θα ζούμε δούλοι Σου πιστοί,

και το μικρό, το φτωχικό μας σπίτι

θα είν’ εκκλησιά τρανή και ξακουστή

που τη δική Σου δόξα θα κηρύττει!

Αλλ’ αν γράφτηκε ακόμα για πολύ,

ω χωρισμοί και πίκρες να μας τρώτε,

Αγάπη μεγαλόχαρη, καλή,

μη μας ξεχνάς, λυπήσου μας και τότε.

Και πρόβαλε και δώσε μας φτερά,

αθώρητα φτερά κι ευλογημένα,

για να πετούμε αιώνια, τί χαρά!

Εγώ να βρίσκω αυτή κι εκείνη εμένα.

Κι ο ένας μες στ’ άλλου εκεί την αγκαλιά,

δικά Σου Χερουβείμ, κοντά στ’ αστέρια,

γλυκά γλυκά ν’ αλλάζουμε φιλιά,

σφιχτά σφιχτά να σμίγουμε τα χέρια.

ΠΗΓΗ

Προσευχή, Άγγελος Σικελιανός

Γυμνή Σου δέεται η ψυχή.Από χαρά,από πόνο
γυμνή από ηδονή
γυμνή Σου δέεται η ψυχή,Δημιουργέ,με μόνο
την άπλαστη φωνή,

που,πριν στη σάρκα μου να μπει,στον Κόρφο σου - ως τζιτζίκι
κρυμμένο στην ελιά -
βουλή δική Σου χτύπαε στην καρδιά μου κι έλεε:"νίκη,
νίκη στα πάντα!",και δεν ήτανε μιλιά

δική μου,ήταν η δική Σου,Θεέ, Μ'εκείνη μόνο
Σου δέομαι,λύτρωσέ μου το σκοπό
το μυστικό που γεύτηκα βαθιά κ' έξω απ' το χρόνο,
για ν' αγαπώ,για ν' αγαπώ

πάνω από πρόσωπα και πλάσματα,απ' τον ένα
που κλείνω μέσα μου παλμό,
που είν' ένας πια για ζωντανά κι πεθαμένα
δώσε μου,ναι,το λυτρωμό,

τον άναρχο Έρωτα να νιώσω ακέριο,Θε μου,
μέσα στα στήθια μου ξανά
και να 'μαι όλα σαν η πνοή και σαν η βοή τ' ανέμου,
στα κοντινά,στα μακρινά...

Προσευχή- Μελισσάνθη

Ὅλες οἱ πράξεις μου οἱ ἁμαρτωλές,
τὰ λάθη, οἱ ἄνομες ἐπιθυμιὲς
περνοῦνε πάνωθέ μου
καθὼς τὸ διάφανο νερό,
Κύριέ μου.

Μέσα ἀπὸ βαλτονέρια προχωρῶ
καὶ τίποτα, μὰ τίποτα δὲν μὲ ῥυπαίνει,
ἴχνος σκιᾶς ἀπάνω μου δὲν μένει.

Κοίταξε πόσο καθαρὰ
εἶναι τὰ χέριά μου τ᾿ ἁμαρτωλά·

σὰν τοῦ παιδιοῦ ποὺ ὅταν προσεύχεται σὲ Σένα
ἔτσι σὰν φλόγα ἀμόλυντη ὑψωμένα
εἶναι ἄξια τὸν χιτῶνα σου ν᾿ ἀγγίσουν
καὶ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων νὰ κρατήσουν...

Ἀπὸ τὰ σφάλματά μου τὰ φριχτὰ κανένα,
κανένας ξεπεσμός, κρίμα κανένα
δὲν δύναται ἀνάμεσό μας νὰ μπεῖ,
νὰ μᾶς χωρίσει,

τίποτε ἄλλο δὲν μπορεῖ ἐξόν,
ἀπὸ τὸν ὕπνο ποὺ μὲ παίρνει τὸ βαθὺ
-τὸν ξένοιαστο ὕπνο σὰν ἑνὸς παιδιοῦ
στὴ μέση ξάφνου ποὺ ἔρχεται τοῦ παιχνιδιοῦ-

Τὸ ξέρω
εἶναι ἄσοφο νὰ σὲ παρακαλοῦν γιὰ κάτι τι·
γιὰ τοῦτο τίποτα δὲν σοῦ ζητῶ.

Μόνο μιὰ λύπη μὲ βαραίνει σὰν βουνό,
βαθιὰ ὑποφέρω,

σὰν συλλογίζομαι τὸν ὕπνο τοῦτο,
ποὺ μπορεῖ νὰ ᾿ρθεῖ
τὴν κρίσιμη ὥρα,
ποὺ τὸ Σάλπισμά Σου θ᾿ ἀκουστεῖ.

Ὁδοιπορικό. Ἐκδ.Καστανιώτη.2000. σελ. 192

Η προσευχή των παιδιών-Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896)

Θεός τον ήλιο οδηγεί 

ποὺ πρέπει ν᾿ ἀνατείλει, 

πῶς νὰ περάσει ἀπὸ τὴ γῆ 

τὸ φῶς του νὰ μᾶς στείλει. 

Θεὸς ὁρίζει τὰ ψηλὰ 

ὁ ἥλιος ὅταν σβήνει, 

νὰ φέγγουν τ᾿ ἄστρα τὰ πολλὰ 

κι ἡ κάτασπρη σελήνη. 

Καὶ τὰ λουλούδια, ποὺ χυτὰ 

στὴ γῆ μοσκοβολοῦνε, 

Θεὸς τὰ ἔμαθε κι αὐτὰ 

πότε καὶ ποῦ ν᾿ ἀνθοῦνε. 

Καὶ τὸ μικρὸ-μικρὸ πουλί, 

ποὺ ψάλλει στὸ κλωνάρι, 

Θεὸς τοῦ εἶπε νὰ λαλεῖ 

νὰ κελαηδεῖ μὲ χάρη. 

Θεὸς χαρίζει στὰ παιδιὰ 

τὸ νοῦ τους καὶ τὴ γλώσσα, 

νὰ λὲν ὅ,τι ἔχουν στὴν καρδιὰ 

καὶ νὰ μαθαίνουν τόσα. 

Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὰ καλὰ παιδιὰ 

βράδυ, πρωί, χρωστοῦνε 

στὴν προσευχή τους μὲ καρδιὰ 

νὰ τὸν εὐχαριστοῦνε.