Σελίδες

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

To νου σου ε!-Κατερίνα Γώγου..

Καμμιά φορά ανοίγει η πόρτα σιγά σιγά και μπαίνεις. 
Φοράς κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια. 
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου 72 φράγκα και φεύγεις. 
Έχω μείνει στη θέση που με άφησες για να με ξαναβρείς. 
Όμως πρέπει να έχει περάσει πολύς καιρός γιατί τα νύχια μου μακρύνανε και 
οι φίλοι μου με φοβούνται. Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες 
 έχω χάσει την φαντασία μου και κάθε 
φορά που ακούω "Κατερίνα" τρομάζω. Νομίζω ότι πρέπει να καταδώσω κάποιον. 
Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον που λέγανε 
πως είσαι εσύ. Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες, 
γιατί γράψανε ότι σου ρίξανε στα πόδια. 
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. 
Στο μυαλό είναι ο Στόχος 
το νου σου ε; 
Θαρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.  
Να  το θυμάσαι Μαρία.  
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι  
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη  
-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ εισ' η ελπίδα.  
’κου θάρθει καιρός  
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς  
δε θα βγαίνουν στην τύχη  
Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές  
με γυρμένους απέξω  
Και τη δουλειά  
θα τη διαλέγουμε  
δε θάμαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.  
Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα  
κι άλλοι με νότες.  
Να φυλάξεις μονάχα  
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό  
λέξεις και έννοιες σαν και αυτές  
απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός  
για το μάθημα της ιστορίας.  
Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.  
Και θαρθούνε κι άλλοι.  
Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-  
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω  
κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:  
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".  
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!  
Παρ' όλα αυτά Μαρία.  
Είμαι ένα κομματάκι τ' ουρανού
Τετράγωνο, ολομόναχο, φωτισμένο.
Κατερίνα Γώγου.
Είμαι βροχή είμαι απάντηση είμαι απόδειξη θέλω όλα
τα θέλω όλα πίσω
δεν πιάνομαι αόρατος κλοιός με προστατεύει
είμαι χρυσόσκονη είμαι τα χρώματα είμαι γλαράκι του Μισισιπή
είμαι τα νέγρικα τα μπλουζ είμαι η Νέα Ορλεάνη
είμαι αγόρι πολεμιστής γυναίκα είμαι γυναίκα και παιδί
είμαι αέρας ανασφαλής στη νέκρα της γης
είμαι εγώ τα ποιήματα βαθιά κάτω απ’τη γη που κουνιέται.
Μπορώ. Μπορώ. Γράφω ξανά.
Δε θα ακρωτηριαστώ
τα δάχτυλα μου πήρανε της κάθαρσης τη φωτιά.
Περπατώ. Μ’ ένα παλιοπαντέλονο.
Με τις αισθήσεις μου αναμμένες.
Είμαι θέλω μπορώ
Γιατί μπορώ μπορώ μπορώ
επαναληπτικά ν΄αγαπάω..
Πώς με κοιτάζει έτσι

αυτό το άσπρο κομμάτι χαρτί

πώς με κοιτάζει έτσι το φεγγάρι...

Πώς θροΐζει μέσα μου

αυτό τον παγωμένο χάρτη στο βυθό

πώς με κοιτάει έτσι το φεγγάρι...

Ποιανού καιρού το λυπημένο δάχτυλο

κρυμμένο πίσω από δάση και βουνά

δείχνει παντού και πουθενά τι θέλει το φεγγάρι...

Ποιανού αλόγου τρελαμένου το χλιμίντρισμα

κάνει τόση αντήχηση μέσα μου

μού διογκώνει το Εγώ μου...

Ποιανής σελήνης έκλειψη

ποιου φεγγαριού η χάση

μαζί σηκώνει μέσα μου

άμπωτη και παλίρροια δίδυμες αδερφές μου...

πώς με κοιτ...

Πώς σκύβει έτσι πάνω στο στόμα μου να δει

αν ανασαίνω ο Καρυωτάκης...