Σελίδες

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Του χρόνου η αιώρα

Κάθε τέλος σηματοδοτεί την ύπαρξη μιας νέας αρχής.
Το 2014 μετρά  ήδη τα πρώτα του εικοσιτετράωρα, σε λίγο θα σβήσουν τα ''φωτα'' της γιορτής και στον απόηχο όλων αυτών, ας μείνουν να ακούγονται οι ευχές που ανταλλάξαμε για την καινούργια χρονιά.
Ευχές για ένα ελπιδοφόρο ξεκίνημα, γεμάτο με στιγμές,  πρόσωπα, καθαρό βλέμμα, αγωνιστικότητα, αλληλεγγύη <Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε> πιο επιτακτικό απο ποτέ. 
Αλλά και με 'Ερωτα.
Έχουν περάσει περισσότερα από τριάντα χρόνια  όταν  ο Οδ.Ελύτης , έγραφε :
''Μπαίνοντας ο 20ος αιώνας στο τελευταίο του τέταρτο, αισθάνομαι άστεγος και περιττός.
Όλα είναι κατειλημμένα –ως και τ' άστρα.Οι άνθρωποι  έχουν απαλλαγεί απο κάθε παιδεία, όπως την εποχή του Τζέγκις Χαν, και δεν ερωτεύονται ούτε κατ' ιδέαν.''
Αν έτσι αισθανόταν ο ποιητής τη δεκαετία του 70, μπορούμε να φανταστούμε πως θα αισθανόταν σήμερα , που όλα έχουν υποταγεί στην πανταχού παρούσα και πάντα κυριαεχούσα  αρχή του ωφελιμισμού;
Τον κόσμο δεν μπορείς να τον κατακτήσεις θεωρητικά αλλά εμπειρικά.
Να γκρεμίσεις τις μέχρι τώρα ''αλήθειες'' σου αν χρειαστεί.
 Θα μου πεις, για να γκρεμίσεις μια αλήθεια  πρέπει να τοποθετήσεις στη θέση της μια άλλη.
Ναι...Οποια κι αν είναι αυτή, αν εσύ την πιστέψεις αγωνίσου να την κατακτήσεις.
Κανείς δεν θα μας πάρει απ' το χέρι για να μας οδηγήσει στα Ηλύσια πεδία.
 Ο δρόμος για τον 'Ολυμπο είναι μοναχικός, γίνεται όμως ευκολότερος όταν τον διαβαίνουμε μαζί,  για ένα κοινό στόχο και σκοπό.
Ο Ναζίμ Χικμέτ (1958) αναφέρει:
Ανοίγουμε πόρτες
Κλείνουμε πόρτες
Δρασκελάμε πόρτες
Και στο τέρμα του μοναδικού μας ταξιδιού
Μήτε πολιτεία ,μήτε λιμάνι .
Αν είχα δικαίωμα εκλογής να ξαναρχίσω ή όχι τούτο το ταξίδι.
Τούτο το ταξίδι θα το ξανάρχιζα, θα το ξανάρχιζα , θα το ξανάρχιζα..
Ζούμε μια εποχή σεισμικών δονήσεων.
Δίπλα μας , προς στα μάτια μας συντελούνται αλλαγές, που η τριβή με την πιεστική καθημερινότητα δεν μας αφήνει ίσως να τις δούμε καθαρά. 
Οι άξονες πάνω στους οποίους στηρίχτηκε και χτίστηκε ο ανθρώπινος πολιτισμός ''τρίζουν'' ή γκρεμίζοντα.
Οι τεκτονικές πλάκες του μετακινούνται. «Μα, κι ο σεισμός βαθύτερη την χτίση Θεμελιώνει>
Χρειάζεται ένα θαύμα εδω..
Ο ποιητής μας Γ.Σεφέρης , γράφει:<<Για  να ζήσεις ένα θαύμα , πρέπει  να  σπείρεις το αίμα σου στις οχτώ γωνιές των ανέμων.
Γιατί  το θαύμα δεν είναι πουθενά, παρά  κυκλοφορεί
μέσα στις φλέβες των ανθρώπων>>
Ελάτε, λοιπόν
όλοι μαζί
να φυσήξουμε
αυτό το μικρό καρβουνάκι
στη χόβολη της

ελπίδας
(Τ.Λειβαδίτης)

Καλή χρονιά !

Στίχοι: Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος
Μουσική: Βαγγέλης Φάμπας
Πρώτη εκτέλεση: Σωκράτης Μάλαμας

Σαν νά ταν σήμερα το χτες,
και αύριο το τώρα
έτσι, βουβά, λικνίζεται
του χρόνου η αιώρα

Στέκω στο σύνορο μπροστά
που νύχτα δεν διαβαίνεις
γιατί ξυπνούν φωνές του χτες
που δεν καταλαβαίνεις

Δεν έχει νόημα να ζητάς
στο σύννεφο μην κλάψει
στον ήλιο μη φιλήσει τη σκιά
στον άνεμο μην τρέξει.

Ήταν εχθές, ήταν μετά
ή μήπως είναι τώρα
όταν το σύννεφο έκλαιγε
κι ο άνεμος χυμούσε
όταν ο ήλιος φίλαγε
σκιά π αναριγούσε;

Εύχομαι να μαι έτοιμος
όταν θα έρθει η ώρα
για να διαβώ το σύνορο
να σπρώξω την αιώρα,

Κι ας σηκωθεί ο άνεμος
το σύννεφο να κλάψει
ο ήλιος να φιλήσει τη σκιά
η μνήμη να φωνάξει.

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

ΚΑΡΤΟΥΝ-Κική Δημουλά-Ενός λεπτού μαζί

ΚΑΡΤΟΥΝ-Κική Δημουλά-Ενός λεπτού μαζί


Ποιητικὴ Συλλογή, ἐκδόσεις Ἴκαρος, 1998
Πρέπει νὰ θυμηθῶ ἐκεῖνο τὸ πακέτο Camel
Τὴν καμήλα ποὺ ἀποτελεῖ γι᾿ ἀπόψε ἐγγύηση
Τῆς διαπιστωμένης μου ἀνασφάλειας

Μαρία Κυρτζάκη, Ἡ γυναίκα μὲ τὸ κοπάδι


Ἀκόμη αὐτὰ καπνίζεις; Πάρε Κάμελ.
Ὄχι πῶς διαφημίζω νέα πίσσα
ποὺ ἀφαιρεῖ τοὺς δύσκολους λεκέδες τοῦ θανάτου
μήτε ὅτι πιστεύω ἀκόμα στὴν ἀλλιώτικη
γεύση τοῦ ἀδοκίμαστου, σὲ νέα ἀντοχή του.


Κάθε φιλὶ ποὺ ἀνταλάσσει ἡ γηραιὰ ἡδυπαθὴς
συνήθεια μὲ τοὺς ἑκάστοτε ζιγκολὸ καπνοὺς
ταχείας καύσεως εἶναι.
Βραδύτερη ποιότης ἐρώτων δὲν εὑρέθη.


Κάμελ ἐπειδὴ
ὅσο καλὰ κι ἂν τὰ κατάφερες ὡς τώρα
μόνος σου πεζὴ νὰ τὴν προχωρεῖς τὴν ἔρημο
ἀκολουθώντας ἀπὸ τὰ μύρια μονοπάτια της
τὸ δύσκολο ἐκεῖνο ποὺ σὲ βγάζει στὴν ἐξάλειψη
παντὸς συνοδοιπόρου,

τώρα ὅπως βλέπεις ἐπαναστάτησε τὸ κλίμα
σήκωσε κεφάλι ἡ ἄμμος ἔγινε ἀμμοθύελλα
τὸ φορτίο χρόνου ποὺ κουβαλᾶς ἔγινε δριμύτερο
μολύβι καθὼς τὸ μούσκεψε ἡ βροχὴ ραγδαίων ἀριθμῶν.


Θέλεις νὰ φταίει τὸ ὄζον, νὰ παραμεγάλωσε
ἐκείνη ἡ μαύρη τρύπα τῆς ψυχῆς

θέλεις ν᾿ ἀπέτυχε ἡ στείρωση ποὺ ἔκανες
σὲ ὄνειρα νὰ μὴ γεννιοῦνται ἄλλα
τώρα παλεύεις, βογκᾶς, σκούζεις
ὅπως σκούζει ὄνειρο ποὺ παρὰ τὴ στείρωση
ὄνειρο συντρόφου σοῦ γεννᾶ.


Δέξου λοιπὸν τὶς νουθεσίες τῆς ταπείνωσης
κι ἀνέβα στὴν καμπούρα εὐκαιρία τῆς καμήλας
ποὺ σοῦ προσφέρει ἐτούτη ἡ διερχόμενη
φελλάχα νικοτίνη.

Ἀνέβα, παραδέξου το
στὴν αὐτάρκειά σου μπῆκαν συνεταῖροι φόβοι
(ἤδη τὶς προάλλες ἐθεάθης στοὺς καθρέφτες
τῆς ἡλίασης μὲ παρέα).


Ἂς μὴ γελιόμαστε ὅμοιέ μου.
Αὔταρκες εἶναι μοναχὰ τὸ μάταιον.




 Σ' ένα χαρτάκι από τσιγάρα
έγραψες "φεύγω" πριν σε δω.
Ένα χαρτάκι σαν και τ' άλλα
αυτά που γράφαν "σ' αγαπώ".

Δυο λέξεις που άντεχαν οι ώμοι
μα δεν τις άντεξε η φωνή
κάτι που θύμιζε συγνώμη
τι θα μπορούσε να μου πει;

Σε πήρε η νύχτα το ίδιο βράδυ
αυτή που σ' έφερνε παλιά
κι εγώ κοιτούσα το σημάδι
απ' του Φλεβάρη τα φιλιά...

Πέρασαν χρόνια μα θυμάμαι
τη νύχτα εκείνη της σιωπής
νύχτα που φταίει όταν πονάμε
μα εσύ ποτέ δε θα το πεις.

Τώρα τραγούδια λυπημένα
έχω μονάχα να σου πω
σώματα ξένα όλα για σένα
μα πουθενά δε θα σε βρω.

Σε παίρνει η νύχτα κάθε βράδυ
αυτή που σ' έφερνε παλιά
κι εγώ έχω ακόμα το σημάδι
απ' του Φλεβάρη τα φιλιά...

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

"Αναφορά στον Γκρέκο"-Πάμε, είπες....Νίκος Καζαντζάκης

-Πάμε, είπες....
Μια φλόγα διαπερνάει τις πέτρες, τους ανθρώπους, τους αγγέλους.
Αυτή θέλω να ζωγραφίσω, δε θέλω να ζωγραφίσω τη στάχτη.
Τη στιγμή που καίγονται τα πλάσματα του Θεού, τη στιγμή αυτή θέλω να ζωγραφίσω, λίγο προτού γίνουν στάχτη.
Τυραννάς και σκοτώνεις τα κορμιά για να σώσεις την ψυχή τους.
-Εσύ τη λες ψυχή, εγώ τη λέω φλόγα, μου αποκρίθηκες.
-Εγώ αγαπώ τα κορμιά. Έχει και η σάρκα ένα αντιφέγγισμα ψυχής.
Έχει και η ψυχή ένα χνούδι σάρκας.
Ισορροπούν αρμονικά, ζουν μαζί, εσύ συντρίβεις την άγια ισορροπία.

-Ισορροπία θα πει ακινησία, ακινησία θα πει θάνατος.
-Μα τότε η ζωή είναι ακατάπαυτη άρνηση, αρνιέσαι ό,τι μπόρεσε, ισορροπώντας, ν’ αντισταθεί στη φθορά, το συντρίβεις και ζητάς το αβέβαιο.

-Ζητώ το βέβαιο, σκίζω τις μάσκες, ανασηκώνω τα κρέατα, δε γίνεται, λέω, κάτι αθάνατο υπάρχει κάτω από τα κρέατα, αυτό ζητώ, αυτό θα ζωγραφίσω. Όλα τ’ άλλα, μάσκες, κρέατα, ομορφιές, τα χαρίζω στους Τιτσιάνους και Τιντορέτους, με γειά χαρά τους!
-Θες να ξεπεράσεις τον Τιτσιάνο και τον Τιντορέτο; Μην ξεχνάς την κρητικιά μαντινάδα: «Πολλά ψηλά τη χτίζεις τη φωλιά και θα σου σπάσει ο κλώνος...»
Κούνησες το κεφάλι:
-Όχι, δε θέλω να ξεπεράσω κανένα.
-Είσαι περίσσια περήφανος.
-Όχι, είμαι περίσσια μόνος.
-Ο Θεός τιμωρεί την αλαζονεία και τη μοναξιά, έχε το νου σου, αγαπημένε!
Δεν αποκρίθηκες. Σβάρνισες τη ματιά σου στην υπνωμένη ακόμα πολιτεία, τα πρώτα κοκόρια λάλησαν.
Σηκώθηκες
-Πάμε, είπες, ξημερώνει...
*
Τότε μονάχα δύο αγαπιούνται τέλεια, όταν ο ένας φωνάζει τον άλλο: ω εγώ μου! (σελ.380)
Από την "Αναφορά στον Γκρέκο" του Ν. Καζαντζάκη