Σελίδες

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Μας έλεγαν θα νικήσετε όταν υποταχτείτε. (Γιώργος Σεφέρης)

Μας έλεγαν θα νικήσετε όταν υποταχτείτε.
Υποταχτήκαμε και βρήκαμε τη στάχτη.
Μας έλεγαν θα νικήσετε όταν αγαπήσετε.
Αγαπήσαμε και βρήκαμε τη στάχτη,

Μας έλεγαν θα νικήσετε όταν εγκαταλείψετε τη ζωή σας

Εγκαταλείψαμε τη ζωή μας και βρήκαμε στάχτη.
Βρήκαμε τη στάχτη. Μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας.
Τώρα που δεν έχουμε πια τίποτα.(Γιώργος Σεφέρης).

epifaneia

Η “Άρνηση” είναι ένα από τα ποιήματα του Γ. Σεφέρη που μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη στο Παρίσι το 1960 και ηχογραφήθηκε τον Φεβρουάριο του 1962, με την φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση για τον δίσκο “Επιφάνια”. 
 Η μελωδία του Μίκη, το μπουζούκι του Κώστα Παπαδόπουλου και του Λάκη Καρνέζη, και φυσικά η φωνή του Γρηγόρη, βοήθησαν τους στίχους του ποιητή να φτάσουν εύκολα και ευχάριστα στα αυτιά, στα χείλη και στις καρδιές των ελλήνων.
 Με την μελοποίηση όμως αυτή, το ποίημα του Σεφέρη έχασε 2 πράγματα.
Πρώτον, έχασε οριστικά τον τίτλο του. Αν εξαιρέσουμε τους φιλολογούντες και τους φιλολόγους, όλοι οι υπόλοιποι όταν αναφέρονται σ’ αυτό, χρησιμοποιούν ως τίτλο τις πρώτες λέξεις του ποιήματος “Στο περιγιάλι το κρυφό” ή και σκέτα “Το περιγιάλι”. 
Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς το γιατί. Σ’ ένα λαϊκό τραγούδι όπως αυτό, ο τίτλος “άρνηση” θα ηχούσε παράταιρα.
Το δεύτερο πράγμα, που έχασε η “άρνηση” κατά την μελοποίησή της ήταν μια άνω τελεία, για την οποία έγινε πολύς λόγος.
 Αν δεν υπήρχε το περίφημο κόμμα στον διφορούμενο χρησμό της Πυθίας (“ήξεις αφήξεις ου θνήξεις εν πολέμω”), αυτή η άνω τελεία θα ήταν το πιο πολυσυζητημένο σημείο στίξης της ελληνικής γραμματείας.
 Προσέξτε την τρίτη στροφή από τους στίχους της “Άρνησης”.
Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι·
μα το νερό γλυφό.

Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της·
ωραία που φύσηξεν ο μπάτης

και σβύστηκε η γραφή.

Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.
Με την μελοποίηση όμως, η παύση που επιβάλει αυτή η άνω τελεία καταργήθηκε για τις ανάγκες του ρυθμού και της μελωδίας.
 Ο ίδιος ο Θεοδωράκης γράφει αναφερόμενος στον δίσκο του “Επιφάνια” και στις περιπέτειες της άνω τελείας:
Ηθελα τα «Επιφάνια» -ακριβώς γιατί ο στίχος ήταν τόσο διανοουμενίστικος- να τα περάσω σε όσο το δυνατόν πιο πλατύ κοινό με λαϊκό μουσικό ένδυμα.
Άλλωστε αυτή ήταν η πρώτη φορά που ελεύθερος στίχος φιλοδοξούσε να γίνει απλό λαϊκό τραγούδι. Να συντροφεύει δηλαδή τον κοσμάκη παντού. Στο γιαπί, στην ταβέρνα, στην εκδρομή, στην παρέα.
Όταν ηχογραφούσαμε, λέω στον Μπιθικώτση «πρόσεξε την άνω τελεία. Εκεί που λες πήραμε τη ζωή μας, βάλε παύση πριν πεις λάθος». Στα αυτιά μου είχα την προτροπή – παράκληση του ποιητή: «Την άνω τελεία! Την άνω τελεία!  Αλλιώτικα μου αντιστρέφεις το νόημα». Τελικά όμως αυτό αποδείχθηκε ανεφάρμοστο στην πράξη, με αποτέλεσμα να ακουστεί η λέξη «λάθος» κολλητά στο «πήραμε τη ζωή μας», δίνοντας αντίθετο νόημα στο ποίημα.
Όμως πόσο κατανοητό ήταν για το λαό, που ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχε πάρει τη ζωή του λάθος…
Και μπορεί οι στίχοι να έχασαν μια άνω τελεία, το τραγούδι όμως γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Παρά τα 45 του χρόνια που κουβαλάει στις πλάτες του, τραγουδιέται ακόμα και διατηρεί την φρεσκάδα της πρώτης ηχογράφησής του:

Η επιτυχία μάλιστα αυτή και η ανταπόκριση που είχε στον κόσμο το τραγούδι, έκανε τον ποιητή να νιώσει σαν μικρό παιδί, λησμονώντας την απώλεια της άνω τελείας του.
Το καλοκαίρι του 1962 ο Σεφέρης θέλησε να διαπιστώσει “ιδίοις όμμασι” πώς ο κόσμος τραγουδάει την ποίησή του. Ο Σεφέρης πήρε “αγκαζέ” τον Μίκη και τον Γ. Π. Σαββίδη και τριγυρνούσαν στις ταβέρνες της Πλάκας για να ακούσει το
“Περιγιάλι το κρυφό”. Γράφει σχετικά ο Μίκης: «Ποτέ ίσως ένας Σεφέρης δεν είχε γίνει σαν μικρό παιδί. Γελούσε, έλαμπε ολόκληρος από ευτυχία, και νομίζω πως εκείνη τη βραδιά επέτρεψε στην τόσο αυστηρή του καρδιά να με αγαπήσει. Στο μέτρο φυσικά του επιτρεπτού για ένα διπλωμάτη».

Πάνω σὲ μιὰ χειμωνιάτικη αχτίνα-Γιώργος Σεφέρης

«Εἶπες ἐδῶ καὶ χρόνια:
«Κατὰ βάθος εἶμαι ζήτημα φωτός».
Καὶ τώρα ἀκόμη σὰν ἀκουμπᾷς
στὶς φαρδιὲς ὠμοπλάτες τοῦ ὕπνου
ἀκόμη κι ὅταν σὲ ποντίζουν
στὸ ναρκωμένο στῆθος τοῦ πελάγου
ψάχνεις γωνιὲς ὅπου τὸ μαῦρο
ἔχει τριφτεῖ καὶ δὲν ἀντέχει
ἀναζητᾷς ψηλαφητὰ τὴ λόγχη
τὴν ὁρισμένη νὰ τρυπήσει τὴν καρδιά σου
γιὰ νὰ τὴν ἀνοίξει στὸ φῶς.

Μπιθικώτσης -Θεοδωράκης (1962)
Ἔγινε λίμνη ἡ μοναξιὰ
ἔγινε λίμνη ἡ στέρηση
ἀνέγγιχτη κι ἀχάραχτη.
16 Μαρτ. ῾39

 ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΩΜΑΤΟΣ
Στὸ μεταξὺ πολλὲς φορὲς μοῦ φαίνεται πὼς εἶναι πιὸ καλὰ νὰ κοιμηθεῖς
παρὰ νὰ βρίσκεσαι ἔτσι
χωρὶς σύντροφο καὶ νὰ ἐπιμένεις τόσο.
Καὶ τί νὰ κάνεις μέσα στὴν ἀναμονή, καὶ τί νὰ πεῖς;
Δὲν ξέρω. Κι οἱ ποιητὲς τί χρειάζονται σ᾿ ἕνα μικρόψυχο καιρό;


Η Λυπημένη:Ποίηση: Γιώργος Σεφέρης


Mουσική:Νίκος Πλάτανος-Ερμηνεία:Mελίνα Κανά
Στην πέτρα της υπομονής
Κάθισες προς το βράδυ
Με του ματιού σου το μαυράδι
Δείχνοντας πως πονείς

Κι είχες στα χείλια τη γραμμή
Που είναι γυμνή και τρέμει
Σαν την ψυχή γίνεται ανέμη
Και δέουνται οι λυγμοί

Κι είχες στο νου σου το σκοπό
Που ξεκινά το δάκρυ
Κι ήσουν κορμί που από την άκρη
Γυρίζει στον καρπό

Μα της καρδιάς σου ο Σπαραγμός
Δε βόγκηξε κι εγίνει
Το νόημα που στον κόσμο δίνει
Έναστρος ουρανός



Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Η επανάσταση και ο έρωτας έχουν ίδιο δυνατό χρώμα, κόκκινο..

Τα τριαντάφυλλα και τα σπαθιά
τάχτηκαν για το κόκκινο.
Κι η μνήμη 
για να φιλάει τα σύνορα.(Mιχάλης Γκανάς)

Τάσος ΛειβαδίτηςΉταν τότε που πίστεψα πως η Επανάσταση κι ο Έρωτας έχουν το ίδιο δυνατό κόκκινο χρώμα. Με τα μάτια μου ξεχειλισμένα στα δάκρυα ...
Τάσος Λειβαδίτης
Το ξέρω, είναι όμορφο ν΄ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ,
να κοιτάς έν΄ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμμένος πάνω απ΄το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
Να την ακούς να σου λέει τα όνειρα της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ΄αποχαιρετήσεις όλ΄αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου,
για όλα τ΄άστρα, για όλες τις λάμπες και
για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
-Γιάννης ΡΙΤΣΟΣ: «Γυμνό Σώμα»(απόσπασμα)

Είπε:

ψηφίζω το γαλάζιο.

Εγώ το κόκκινο.
Κ’ εγώ.

Το σώμα σου ωραίο.

Το σώμα σου απέραντο
Χάθηκα στο απέραντο.

Διαστολή της νύχτας.
Διαστολή του σώματος.
Συστολή της ψυχής.
Είπε:
ψηφίζω το γαλάζιο.
Εγώ το κόκκινο.
Κ’ εγώ.
Το σώμα σου ωραίο.
Το σώμα σου απέραντο
Χάθηκα στο απέραντο.
Διαστολή της νύχτας.
Διαστολή του σώματος.
Συστολή της ψυχής.
- See more at: http://www.egriechen.info/2014/07/giannis-ritsos-ta-erotika.html#sthash.yRydue2h.dpuf
Δυὸ μῆνες ποὺ δὲ σμίξαμε.
Ἕνας αἰῶνας
κι ἐννιὰ δευτερόλεπτα.

Τί νὰ τὰ κάνω τ᾿ ἄστρα
ἀφοῦ λείπεις;

Μὲ τὸ κόκκινο τοῦ αἵματος
εἶμαι.
Εἶμαι γιὰ σένα.

Δυό μήνες που δε σμίξαμε.
Ένας αιώνας
κ’ εννιά δευτερόλεπτα.
Τι να τα κάνω τ’ άστρα
αφού λείπεις;
Με το κόκκινο του αίματος
είμαι.
Είμαι για σένα.
- See more at: http://www.egriechen.info/2014/07/giannis-ritsos-ta-erotika.html#sthash.yRydue2h.dpuf
-Τεντ Χιουζ: «Κόκκινο ήταν το χρώμα σου.…
Η βελούδινη μακριά σου φούστα, ένας
 αιμάτινος επίδεσμος…
Το δωμάτιό μας ήταν κόκκινο…
Κι έξω απ’ το παράθυρο
παπαρούνες ντελικάτες κι εύθραυστες…
Τα χείλη σου ένα βαμμένο, βαθύ κόκκινο…
Οτιδήποτε έβαφες, το έβαφες λευκό
κι ύστερα το ‘πνιγες στα τριαντάφυλλα…
τριαντάφυλλα που έκλαιγαν,
ακόμα περισσότερα τριαντάφυλλα
και μερικές φορές, ανάμεσά τους, ένα μικρό γαλαζοπούλι.»

Κόκκινο ποίημα (Γιώργος Δουατζής)

Στάζανε οι λέξεις κάτι κόκκινο
αίμα, χρώμα
κάτι κόκκινο έσταζαν οι λέξεις
και το ποίημα έδειχνε αιμόφυρτο


αλλά κι αν ήτανε κρασί
κόκκινο, κατακόκκινο
και μεθυσμένο το ποίημα
αιμόφυρτο θα έδειχνε

σαν το πρώτο παιδικό ποδήλατο
που σκουριασμένο στο υπόγειο
ανακαλεί μνήμες δεκαετιών
κι ακόμα κοκκινίζει τα γόνατα
με ματωμένες αταξίες

Η Ποίηση είναι, μην ανησυχείς
φεύγει μόνο με αποδόμηση κυττάρων
κι ίσως με τη σιωπή της γνώσης
κάνει τα όνειρα αληθινά
κι ας είναι αιμόφυρτα ή μεθυσμένα

Γιώργος Δουατζής, Τα κόκκινα παπούτσια


Κόκκινα πόθου πάθους

Κόκκινα επιθυμίας αμαρτίας

Κόκκινα έντασης φευγιού

Κόκκινα ματωμένης αγκαλιάς

Κόκκινα ολέθρια κόκκινα

Παπούτσια κόκκινα

Τρία κόκκινα περιστέρια μέσα στο φως,
χαράζοντας τη μοίρα μας μέσα στο φως,
μέσα στο φως, με χρώματα και χειρονομίες,
ανθρώπων που αγαπήσαμε, που αγαπήσαμε.(Γ.Σεφέρης)
Artist Mark Arian

  Ερωτικό Κείμενο, Αλκυόνη Παπαδάκη

Ήταν καλά κρυμμένοι ανάμεσα στις πυκνές καλαμιές. Ούτε αστέρια δεν τους έβλεπαν.
Μόνο αν περνούσε κανένα νυχτοπούλι, θα πλήγωνε με τη φτερούγα του την ανάσα του έρωτα τους.
Δεν μιλούσαν.
Δεν είχαν να πουν λόγια αγάπης ούτε να δώσουν όρκους αφοσίωσης. 

Το πάθος μιλάει με την αφή.
Αυτή ανάβει χίλιες πυρκαγιές και κάνει στάχτες τα κορμιά.
Ύστερα, πάνω στις στάχτες και στ’ αποκαΐδια, κάνει βόλτες και σκαλίζει την ψυχή.
Σκαλίζει ήλιους τα μεσάνυχτα και κόκκινα φεγγάρια τα καταμεσήμερα.
Σκαλίζει… κι ονειρεύεται…
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα “Οι κάργιες”της Αλκυόνης Παπαδάκη



Έτσι πολύ ατένισα-Κ.Π.Καβάφης 
Την εμορφιά έτσι πολύ ατένισα,
που πλήρης είναι αυτής η όρασίς μου.
Γραμμές του σώματος. Κόκκινα χείλη. Μέλη ηδονικά.
Μαλλιά σαν από αγάλματα ελληνικά παρμένα·
πάντα έμορφα, κι αχτένιστα σαν είναι,
και πέφτουν, λίγο, επάνω στ’ άσπρα μέτωπα.
Πρόσωπα της αγάπης, όπως τάθελεν
η ποίησίς μου .... μες στες νύχτες της νεότητός μου,
μέσα στες νύχτες μου, κρυφά, συναντημένα ....


Κι έπινα μέσ’ από τα χείλια σου… 
Ναπολέων Λαπαθιώτης
Κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι,
κι όλο θόλωνε, όλο μέλωνε
το γλυκό σου μάτι,

και τα χέρια σου πλεκόντουσαν
στο κορμί μου γύρω γύρω
κι έπινα μέσ’ από τα χείλια σου,
γλυκιάν άχνα σαν το μύρο,

και σταλάζανε απ’ τα χείλια σου
γλυκά λόγια σαν τα μύρα,
κι ήταν άσπρό το κρεβάτι μας
κι οι μπερντέδες σαν πορφύρα…

Έτσι, αγάπη μου, σε χόρτασα
Κι έτσι, τη γλυκάδα σου ήπια
μέσα στ’ άνομα αγκαλιάσματα
στ’ άνομα τα καρδιοχτύπια

κι απ’ το μέλι ποθοπλάνταζε
το κορμί σου και το μάτι
κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι.



Το
κόκκινο στην ποίση του Οδ.Ελύτη (παραθέματα)


Η ΜΑΡΙΝΑ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ

Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα που γύριζες

Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας

Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους

Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο

Κι οι κόρες των  ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Χί-

μαιρας

Ριγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!

Που είναι η γνώριμη  ανηφοριά  του  μικρού  Σεπτεμβρίου

Στο κοκκινόχωμα όπου  έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω

Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών

Τις γωνιές  όπου  οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυο-σμαρίνια.

” Έτσι συχνά όταν μιλάω για τον ήλιο

μπερδεύεται στη γλώσσα μου ένα

Μεγάλο τριαντάφυλλο κατακόκκινο.

Αλλά δε μου είναι βολετό να σωπάσω… “



Ήλιος ο ηλιάτορας"

Τι να σας πω γυναίκες  τι να μη σας πω

    παρηγοριά κι αλήθεια που να μην ντραπώ


Μόνο να σας ακούω πότε θλίβομαι
    πιάνω τα σκοτεινά στα νέφη κρύβομαι

Πότε μα το Θεό περηφανεύομαι
    βάζω τα κόκκινα μου και πορεύομαι




Artist Mark Arian

Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη

Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα

Βαθιά μέσ' στο χρυσάφι του καλοκαιριού

Και τ' άρωμα των γυακίνθων - Μα που γύριζες...
Προσανατολισμοί -Οδ.Ελύτης 
Την αφρούρητη νυχτιά πήρανε θύμησες

Μαβιές

Κόκκινες

Κίτρινες

Τ' ανοιχτά μπράτσα της γεμίσανε ύπνο
Τα ξεκούραστα μαλλιά της άνεμο
Τα μάτια της σιωπή.

Ἡλικία τῆς γλαυκῆς θύμησης(αποσπάσματα)

Ἐλαιῶνες κι ἀμπέλια μακριὰ ὡς τὴ θάλασσα
Κόκκινες ψαρόβαρκες μακριὰ ὡς τὴ θύμηση
Ἔλυτρα χρυσὰ τοῦ Αὐγούστου στὸν μεσημεριάτικο ὕπνο
Μὲ φύκια ἢ ὄστρακα. Κι ἐκεῖνο τὸ σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, ποὺ διαβάζεις ἀκόμη
στὴν εἰρήνη τὸν κόλπου τῶν νερῶν ἔχει ὁ Θεός.

Το Μονόγραμμα (απόσπασμα)
Παιδί μέ τό λιβάνι καί μέ τόν κόκκινο σταυρό. Τήν ώρα πού βραδιάζει στών βράχων τό απλησίαστο. Πενθώ τό ρούχο πού άγγιξα καί μού ήρθε ο κόσμος. ΙΙΙ.

Aιχμαλωσία-Τάσος Λειβαδίτης 

Παρ' όλο που σε όλη μου τη ζωή βιαζόμουν, η νύχτα μ' έβρισκε πάντα απροετοίμαστο ή μάζευα τα φύλλα του φθινοπώρου, έχουν μια μυστηριώδη τύχη που μας ξεπερνά και γενικά τ' ανθρωπιστικά αισθήματα δε σ' ανεβάζουν ψηλά, το πολύ να φτάσεις ώς τη λαιμητόμο ή έστω ώς το παράθυρο μιας γυναίκας με κόκκινα μαλλιά, και λέω κόκκινα γιατί αγαπώ το μέλλον, όπως και τα φαρμακεία τη νύχτα μοιάζουν με φανταστικές εξόδους κι οι ποιητές ονειρεύονται ρωμαϊκές γιορτές ή αρνούνται να πεθάνουν, κατά τα άλλα συνήθως καίγομαι, έτσι ξεχειμωνιάζω καλύτερα ή στα σπίτια που μ' έδιωχναν άφηνα πάντα πίσω απ' την πόρτα ένα τσεκούρι.
    Aλλά οι καλύτερες στιγμές μου είναι τα βράδια, όταν ανοίγω το παράθυρο κι αφήνω ελεύθερα τα ωραία ωδικά πουλιά που εκγυμνάζω τις ατέλειωτες ώρες της αιχμαλωσίας.

Τάσος Λειβαδίτης: η επανάσταση και ο έρωτας έχουν ίδιο δυνατό  χρώμα, κόκκινο..

ΕΚΣΤΑΣΙΣ-Κική Δημουλά

Τὸ μικρό μου παιδὶ
σοβαρὴ ἀταξία ἔκανε πάλι.
Στὸ πεζούλι τοῦ σύμπαντος σκαρφάλωσε,
σκούντησε μὲ τὸ χέρι του
τὸ κρεμασμένο
στὸν τοῖχο τ᾿ οὐρανοῦ
κόκκινο πιάτο,
κι ἔχυσε ὅλο τὸ φῶς ἐπάνω του.

Ὁ Θεὸς ἀπόρησε
ποὺ εἶδε τὸν ἥλιο
ντυμένο ροῦχα παιδικὰ
νὰ κατεβαίνει τρέχοντας
τῆς φαντασίας μου τὴ σκάλα
καὶ νά ῾ρχεται σὲ μένα.
Κι ἐγὼ κάθομαι τώρα
καὶ μαλώνω αὐστηρὰ
τὸ μικρό μου παιδὶ
ἐνῶ κλέβω κρυφὰ
τὸν χυμένο ἐπάνω του ἥλιο.


Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Μαξίμ Γκόρκι-Στο βυθό

Απόσπασμα απο το το βιβλίο του ΜΑΞΙΜ ΓΚΟΡΚΙ -ΣΤΟ ΒΥΘΟ
 Στον βυθό της ψυχής των περιθωριακών ανθρώπων εισβάλει ο Ρώσος συγγραφέας Μαξίμ Γκόρκι και μας παρουσιάζει μια εικόνα οικεία για τον ίδιο, μια εικόνα που πηγάζει από τις δικές του δύσκολες εμπειρίες της αντίξοης ζωής του.
Στο υπόγειο ενός ιδιωτικού υπνωτηρίου μπορεί κανείς να βρει κάθε λογής ανθρώπους. Από αλκοολικούς και πόρνες, μέχρι ηθοποιούς και πρώην αριστοκράτες.
Όλοι βυθισμένοι σε έναν κόσμο μοναχικό και σκληρό, που οι εμπειρίες τους βυθίζουν ακόμη περισσότερο στον πάτο της αναισθησίας.



Πηγή:www.monopoli.gr
Ο «Βυθός» γράφτηκε από τον Μαξίμ Γκόρκι το 1902
-ΛΟΥΚΑΣ-Μας λες για την αλήθεια ..μα η αλήθεια δεν είναι πάντα καλή για τον άνθρωπο..δεν θεραπεύει πάντα την ψυχή.
Να σου πω ένα παράδειγμα:Eιχα κάποτε ένα γνωστό που πίστευε στη χώρα της Δικαιωσύνης..
-ΜΠΟΥΜΠΝΟΦ-Σε τι πράγμα;
-ΛΟΥΚΑΣ-Στη χώρα της δικαιοσύνης. 
Πρέπει να υπάρχει έλεγε, κάπου στη γη η χώρα της δικαιοσύνης..
Και στη χώρα αυτή έλεγε, πρέπει να κατοικούν  ξεχωριστοί άνθρωποι, καλοί άνθρωποι!
Που σέβονται ο ένας τον άλλον, που βοηθάνε ο ένας τον άλλον και όλα στη ζωή τους  είναι μέλι γάλα.
Και ο άνθρωπος αυτός όλο έλεγε να φύγει, να ψάξει να βρει αυτή τη χώρα, ήταν όμως φτωχός και δύσκολα τα 'φερνε βόλτα...κι όταν καμιά φορά τα πράγματα πηγαίνανε απο το κακό στο χειρότερο, κι έλεγες, τώρα θα πέσει να πεθάνει-ακόμα και τότε, δεν το έβαζε κάτω, χαμογελούσε κι έλεγε:
''δεν θα πάθω τίποτα!θα αντέξω!''
Λίγο ακόμα θα περιμένω και θα αφήσω αυτή τη ζωή, και θα παω στη χώρα της δικαιοσύνης..''<Μοναδική του χαρά ήταν αυτή η χώρα>
 - ΠΕΠΕΛ-Και τι έγινε; πήγε τελικά;
-ΜΠΟΥΜΠΝΟΦ-Που να παει; χα χα !
-ΛΟΥΚΑΣ-Μια φορά, στα μέρη που ζούσε, έφεραν έναν εξόριστο επιστήμονα..με βιβλία, χάρτες πολύ μορφωμένο..
Ο άνθρωπός μας λέει στον επιστήμονα ''Πες μου σε παρακαλώ, που βρίσκεται η χώρα της δικαιοσύνης, και πως μπορώ να παω εκεί;''
Ο επιστήμονας ανοίγει τα βιβλία του, βάζει κάτω τους χάρτες του, κοιτάζει, ψάχνει, πουθενά η χώρα της δικαιοσύνης..Ολες οι χώρες ήταν εκεί, εκτός απ' τη χώρα της δικαιοσύνης.
-ΠΕΠΕΛ (Χαμηλόφωνα) Ούτε ίχνος;;;
Ο Μπουμπνόφ γελάει
-ΝΑΤΑΣΑ ..Σώπα εσύ...λοιπόν παππού;
-ΛΟΥΚΑΣ-Ο άνθρωπος δεν τον πιστεύει..Πρέπει, πρέπει να υπάρχει ''λεει'' ψάξε καλύτερα, αλλιώς τα βιβλία και οι χάρτες σου δεν αξίζουν τίποτα, αν δεν μπορείς να βρεις αυτή τη χώρα..Ο επιστήμονας το πήρε κατάκαρδα.
Οι χάρτες μου, λεει, είναι ακριβέστατοι και δεν υπάρχει καμιά τέτοια χώρα πουθενά..
Ο άνθρωπος μας θύμωσε -πως είναι δυνατόν;
 Ζούσε τόσα χρόνια έκανε υπομονή, και πίστευε τόσο πολύ ότι υπάρχει..
Του είχε κλέψει τη χώρα που αγαπούσε..Λέει λοιπόν στον επιστήμονα<
Ελα δω ρε κάθαρμα. Δεν είσαι επιστήμονας εσύ..Απατεώνας είσαι...> και του ρίχνει μια μπουνιά στο μάτι(παύση). Και μετά πήγε στο σπίτι του και κρεμάστηκε..........
Ολοι μένουν σιωπηλοί..
-ΠΕΠΕΛ-Ε που να σε πάρει ο διάβολος,  μας έκανες την ψυχή μαύρη...είδες η χώρα της δικαιοσύνης;  δεν υπάρχει τελικά.. Μαξίμ Γκόρκι-Στο βυθό
(Το κείμενο έχει μεταφερθεί αυτούσιο, απο το βιβλίο )
 
 Στο βυθό (1981)
Το 1981 ανεβαίνει για πρώτη φορά στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου το έργο του
Μαξίμ Γκόρκι-Στο βυθό
 Μετάφραση: Γιώργος Σεβαστίκογλου
Σκηνοθεσία :Σπύρου Ευαγγελάτου


Φωτογραφικό υλικό, απο το Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου.
Ολο το φωτογραφικό υλικό/ εδώ http://www.nt-archive.gr/viewfiles1.aspx?playID=460&photoID=2629