Σελίδες

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2018

Η άμμος στην ποίηση


Γιάννης  Ρίτσος ''Τα Ερωτικά''

Το σώμα σου στην αμμουδιά

η άμμος κολλημένη στη σάρκα σου

η άμμος στα χέρια μου

στη γλώσσα μου

να σε ανακαλύπτω

πίσω απ' το λεπτότατο εμπόδιο

κι’ η άμμος να πέφτει απ' τα μαλλιά μας

να κατακάθεται στο βυθό της σιωπής

κ’  εμείς

ωραίοι φρεσκολουσμένοι

απ’  τα δικά μας νερά αναδυμένοι

στο φώς και στο σώμα

τούτης της Γής.


Αθήνα, 23.11.80
Νίκος Καββαδίας, «Γυναίκα» Απόσπασμα
 Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει 
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ που μ’ είδες
 Στην άμμο πάνω σ’ είχα ανάστροφα ζαβώσει
 τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες

Νικηφόρος Βρεττάκος, Ίσως είναι…(απόσπασμα)
Καιρός είναι άλλωστε ν’ αφήσουμε
τα όνειρα, σαν μια φούχτα άμμο
που τη ρίχνουμε πίσω μας. Αρκεί
πως αυτός ο παράδοξα όμορφος
κόσμος μάς μάγεψε. Μεθύσαμε
θάλασσα!
Τόσο η ψυχή μου όσο
κ’ εσύ, τον γιομίσαμε κύματα.

Από τη συλλογή Συνάντηση με τη θάλασσα (1991) του Νικηφόρου Βρεττάκου
Είμαι αυτή η ροή της άμμου που γλιστράει
Σάμιουελ Μπέκετ
Είμαι αυτή η ροή της άμμου που γλιστράει ανάμεσα στο βότσαλο και στον αμμόλοφο
η καλοκαιρινή βροχή πέφτει πάνω στη ζωή μου πάνω σ’ εμένα η ζωή μου
που μου ξεφεύγει με καταδιώκει και θα σβήσει τη μέρα που άρχισε
αγαπημένη στιγμή σε βλέπω μέσα σ’ αυτό το παραπέτασμα της ομίχλης που χάνεται
όπου δε θα ‘χω παρά να πατήσω σ’ αυτά τα μακριά κινούμενα κατώφλια και θα ζήσω όσο ν’ ανοιγοκλείσει μια πόρτα
Οι τρεις εραστές-Μίλτος Σαχτούρης (απόσπασμα)
ο τρίτος Έκανε την αγάπη του καράβι  
την κατευόδωσε στις τρεις θάλασσες  
τώρα έγινε πάλι παιδί 
σιάχνει πύργους με άμμο και μαζεύει χαλίκια κοχύλια 
και προσμένει να γυρίσει ξανά το καράβι η αγάπη

Περικοπές από ένα απόκρυφο ευαγγέλιο – Χόρχε Λουίς Μπόρχες
Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα, όλα πάνω στην άμμο χτίζονται, όμως το χρέος μας είναι να χτίζουμε σα νά ’τανε η άμμος πέτρα…

Πέντε μικρὰ θέματα-Μανόλης Αναγνωστάκης(απόσπασμα)

ΙΙ

Ἴσκιοι βουβοὶ ἀραγμένοι στὴ σκάλα
Μάτια θολὰ ποὺ κράτησαν εἰκόνες θαλασσινὲς
Κύματα μὲ τὴ γλυκιὰν ἀγωνία στὴν κάτασπρη ράχη

Γυμνὸς κυλίστηκα μέσα στὴν ἄμμο μὰ δὲν ὑποτάχτηκα
Καὶ δὲν ἀγάπησα μόνον ἐσένα ποὺ τόσο μὲ κράτησες
Ὅπως ἀγάπησα τὰ ναυαγισμένα καράβια μὲ τὰ τραγικὰ ὀνόματα
Τοὺς μακρινοὺς φάρους, τὰ φῶτα ἑνὸς ἀπίθανου ὁρίζοντα
Τὶς νύχτες ποὺ γύρευα μόνος νὰ βρῶ τὸ χαμένο ἑαυτό μου
Τὶς νύχτες ποὺ μόνος γυρνοῦσα χωρὶς κανεὶς νὰ μὲ νιώσει
Τὶς νύχτες ποὺ σκότωσα μέσα μου κάθε παλιά μου αὐταπάτη.

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Πρόσφυγες στην άμμο
Νύχτωσε στην Ελ Μίνα και πυκνή
σιωπή ανέβαινε απ’ τη μεριά της θάλασσας
κι αντάμωνε το κάστρο∙ ολημερίς
ξαπλώνονταν αμίλητο και σκυθρωπό
σα μουδιασμένο ζώο

Τότε ξεχώρισα ήχο πνιχτό καθώς το φύλλο
που τσαλακώνεται μέσα σε χέρια ανάρμοστα
γρατσούνισμα σε σώμα ακάθαρτο, αρρωστημένο

Κι είδα έναν Άραβα μικρό, σημαδεμένο
έφεγγαν χέρια, πρόσωπο, μάτια κι ήταν όλος
χιλιάδες που άφηναν τη γη τους κι επιστρέφανε
μέσα στην άμμο, σε σκηνές, στο άσπρο φως.
Κι όταν μιλούσε δάκρυζε η φωνή και όλο ικέτευε
για κάποια θέση στη ζωή ή έστω αντίσταση
στο θάνατο που ερχότανε αργά και τον ρουφούσε

Μα εγώ έπλενα τα χέρια μου. Άγρια μοναξιά
τα χρόνια που έφυγαν με είχανε ποτίσει

*Από τη συλλογή ‘Ο θάνατος του Μύρωνα’, 1960.
Προσχέδια για τη Μακρόνησο V  -Τίτος Πατρίκιος

Έτσι έμαθα πόσο βαριά είναι η άμμος
Πόσο σκληρή είναι η πέτρα που δε σπάει
Πώς ξεριζώνονται τα σκίνα κι οι αφάνες

Η άμμος έμεινε για πάντα μες στο στόμα μου
Η πέτρα για πάντα στην καρδιά μου
Τ’ αγκάθια μείναν για πάντα καρφωμένα μες στα νύχια μου

ΚΙΝΟΥΜΕΝΗ ΑΜΜΟΣ-Ζακ Πρεβέρ
Δαιμόνια και θαύματα
Άνεμοι και παλίρροιες
Η θάλασσα αποτραβήχτηκε ήδη μακριά
Κι εσύ
Σαν ένα φύκι απαλά χαϊδεμένο απ’ τον άνεμο
Στην άμμο του κρεβατιού δε βρίσκεις ησυχία καθώς ονειρεύεσαι
Δαιμόνια και θαύματα
Άνεμοι και παλίρροιες
Η θάλασσα αποτραβήχτηκε ήδη μακριά
Αλλά μέσα στα μισόκλειστά σου μάτια
Έμειναν δυο μικρά κύματα
Δαιμόνια και θαύματα
Άνεμοι και παλίρροιες
Δυο μικρά κύματα για να με πνίξουν
ΠΗΓΗ

Οδυσσέας Ελύτης-Ἡλικία τῆς γλαυκῆς θύμησης(απόσπασμα)

Τί γύρευα ὅταν ἔφτασες βαμμένη ἀπ᾿ τὴν ἀνατολὴ τὸν ἥλιου
Μὲ τὴν ἡλικία τῆς θάλασσας στὰ μάτια
Καὶ μὲ τὴν ὑγεία τὸν ἥλιου στὸ κορμὶ - τί γύρευα
Βαθιὰ στὶς θαλασσοσπηλιὲς μὲς στὰ εὐρύχωρα ὄνειρα
Ὅπου ἄφριζε τὰ αἰσθήματά του ὁ ἄνεμος;
Ἄγνωστος καὶ γλαυκὸς χαράζοντας στὰ στήθια μου
τὸ πελαγίσιο του ἔμβλημα.
Μὲ τὴν ἄμμο στὰ δάχτυλα ἔκλεινα τὰ δάχτυλα
Μὲ τὴν ἄμμο στὰ μάτια ἔσφιγγα τὰ δάχτυλα
Ἦταν ἡ ὀδύνη

ΛΙΓΟΣ ΑΜΜΟΣ-Γιώργης Παυλόπουλος


Θυμάμαι πήρες λίγον άμμο

τον κράτησες στο χέρι σου
κι ύστερα τον άφησες
να χύνεται σιγά
στην ανοιχτή παλάμη μου


Στον μέλλοντα λοιπόν αιώνα

θα μείνει λίγος άμμος

με τη δική μας την αφή

κι ο άνεμος που θα φυσάει

όπως τ' απόγιομα εκείνου του Οκτώβρη

θα τον πηγαίνει εδώ κι εκεί

όλο θα τον πηγαίνει

Γαλάζια Αγκαλιά-Σάκης Αθανασιάδης -Απο τη συλλογή ''Τα παπούτσια του μαγου χρόνου)
Αν
θες να ’ρθείς ως το ναυάγιο
Μάθε πως έχει και η θάλασσα φωνή
Κίτρινη άμμος στο φως το άγιο
Μη σε σκεπάσει το γαλάζιο στη στιγμή
Αν κοιμηθείς κι έρθει σκοτάδι
Και ο βαρκάρης μας ξεχάσει στην ακτή
Θα γίνει η άμμος το ζεστό μας το κρεβάτι
Και ο αέρας στα φιλιά μας μουσική
Σε μια σπηλιά
αγκαλιά γαλάζια
Σε μια βουτι
ά η ζωή γυμνή
Κάπου μακριά αν κοιμάται η αγάπη
Θα την ξυπνήσεις και θα ’ρθεί
Μη φοβηθείς της νύχτας το άγριο
Και ένα ναυάγιο που μιλά
Η αγάπη πάντα με έναν άγιο
Θα ξαγρυπνάει στην αμμουδιά
ΠΗΓΗ


''Στην άμμο και στα βότσαλα θ’ αφήσω ένα τραγούδι
να τραγουδάει στη θάλασσα και να τη γαληνεύει
να το φιλάει το κύμα της και να το ταξιδεύει
στην άμμο και στα βότσαλα θ’ αφήσω ένα τραγούδι..''

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2018

Τα Ξωκλήσια στην ποίηση

T άσπρο ξωκλήσι-Γιάννης Ρίτσος
T άσπρο ξωκλήσι στην πλαγιά,
 κατάγναντα στον ήλιο,
πυροβολεί με το παλιό, 
στενό παράθυρό του

Και την καμπάνα του αψηλά,
 στον πλάτανο δεμένη,
τηνε κουρντίζει ολονυχτίς 
για του Αϊ-Λαού τη σκόλη.

Κωστής Παλαμάς (1859-1943)
Το ξωκλήσι
Είπες: Μπορεί να ’ρθείς, είπες: μπορεί
και να μην έρθεις αύριο στο ξωκλήσι
το ερημικό που θα σε καρτερεί
ανοιγμένο για σε να λειτουργήσει.

Έρθεις δεν έρθεις, ο ύμνος θα ψαλεί,
το ερημικό ξωκλήσι θα γιορτάσει,
τ’ ορθρινό του τραγούδι το πουλί
με τη φωνή του ψάλτη θα ταιριάσει.
Τα κεράκια θα τρέμουν αναμμένα

σα να είναι από τα χέρια τα δικά σου,
του λιβανιού τα κρίνα φουντωμένα
θα ’χουν την ευωδιά της παρθενιάς σου.
Δίχως να ’ρθείς θα σ’ έχουν εκεί φέρει
κι η δέηση κι η λατρεία, μακαρισμένη.

Πνεύμα, με κάποιον άγγελο —ποιός ξέρει;—
τη λειτουργία θ’ ακούς γονατισμένη.
Η Παναγιά στο τέμπλο της θα στέκει,
με την αόρατή σου παρουσία,
χάρη κι εσύ της Παναγιάς παρέκει
για τη θυσία, τη μυστική θυσία…

Κάποιο τάμα...Ἰωάννης Γρυπάρης (1870-1942)
Γιὰ νὰ ξοφλήσω κάποιο τάμα
ξεκίνησα προσκυνητής.
Ξυπόλητη μαζί μου ἀντάμα
βουλήθηκες νὰ περπατεῖς,
μὰ ἀπόκαμες μεσοστρατίς.
Κι ἐγὼ στὰ χέρια μου σὲ πῆρα
καὶ δρόμο παίρνω καὶ περνῶ.
Βλέπω ἀντικρὺ τὴν ἅγια θύρα
καὶ τὸ ξωκλήσι στὸ βουνό...


Νὰ σὲ κοιτάξω δὲ γυρνῶ.
Σταλικοπόδιασα τοῦ δρόμου
Σφαλᾷ τὸ μάτι μου θαμπό,
δίπλα μὲ σένα, στὸ πλευρό μου
στὰ σκαλοπάτια σ᾿ ἀκουμπῶ
τῆς ἐκκλησιᾶς, ποὺ δὲ θὰ μπῶ.

Ο κήπος του έρωτα – του Ουίλιαμ Μπλέικ

Μετάφραση: Γιάννης Λειβαδάς
Στον κήπο του Έρωτα πήγα,
Και είδα εκείνο που δεν είχα ξαναδεί:
Ένα Ξωκλήσι είχε χτιστεί καταμεσής,
Εκεί που έπαιζα συχνά πάνω στη χλόη.
Και στο Ξωκλήσι οι πόρτες ήτανε κλειστές,
Και «Απαγορεύεται» έγραφε πάνω από την πύλη•
Κι έτσι επέστρεψα στου Έρωτα τον Κήπο
Που είχε πολλά υπέροχα λουλούδια,
Και τον βρήκα κατάμεστο από μνήματα
Και ταφόπλακες εκεί που περίμενα λουλούδια•
Και Ιερείς με μαύρα ράσα περπατούσαν,
Και έδεναν τους πόθους μου και τις χαρές μ’ αγκάθια.
ΠΗΓΗ

[Κι ήτανε τόσο η θάλασσα…]Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879)

Κι ήτανε τόσο η θάλασσα βαθιά αποκοιμισμένη,που ’βλεπες μες στα βάθη της ανάποδα χτισμένητην όμορφην ακρογιαλιά, τα σπίτια, το ξωκλήσι.τον πύργο τον απάτητο, τη μαρμαρένια βρύση.
Το Αιγαίο (ο δρόμος του Ήλιου, περικοπή 1η)
Του Πέτρου Καζακίδη
Γέμισαν ψαροπούλια οι σταυροί απ’ τα ξωκλήσια.
Πάνω τους προσκυνούν το λευκό τ’ Αγίου
και το Γαλάζιο του ορίζοντα.

Κι η θάλασσα
του Γραίγου, του Γαρμπή και του Μαϊστρου
λουλούδι του Αιολικού Θεού
σαν γέρνει σ’ Ουρανό τα γαλανά τα πέταλά,
πάντα θα του φιλά το μέτωπο, να τον τιμήσει
που σμίξανε.

Κι ο Ήλιος,
της Χρυσοποίκιλτης Ανατολής ο Γιος,
σαν κάθε Μέρα θα διαβαίνει το ποτάμι της Δημιουργίας
από Εκεί,
απ’ το Αιγαίο.
Θα συναντά ζευγάρια Θεών ενωμένα
να γιορτάζουν για την τόση Ομορφιά που φτιάξαν
και θα τους στεφανώνει με την Ελλάδα.

ΠΗΓΗ

Τρίτη 3 Ιουλίου 2018

«Εδώ θα μείνεις», ή «Σε περίμενα»

Είναι Καλοκαίρι, τα χρώματα τριγύρω έντονα και ζεστά.
Το πλοίο κόβει ταχύτητα και πλευρίζει σιγά σιγά.
Βλέπω τον κόσμο να ξεχύνεται στην προκυμαία, κουκκίδες σκόρπιες μέχρι που χάνονται απ' τα μάτια μου..
Και το ταξίδι, ξαναρχίζει....
Το πλοίο σηκώνει την άγκυρα και απομακρύνεται.
Νόμιζα πως θα κατέβαινα εδώ, το νησί μου φάνηκε γνώριμο, το πρόσταγμα όμως δεν ήρθε..
Θα μπορούσα να κατέβαινα, αλήθεια σας λέω, απλά, κατάλαβα ό,τι δεν είχα φτάσει ακόμα στον προορισμό μου...
Δεν αναγνώρισα εκείνα τα μάτια που θα μου έλεγαν :«Εδώ θα μείνεις», ή «Σε περίμενα»
Η Φράση :«Εδώ θα μείνεις», ή «Σε περίμενα» είναι από το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη ''Τα πράγματα ζουν απ' τον χαμό''.
Απόσπασμα
-Οι θλίψεις οι πολλές και οι δυσκολίες  την είχαν χαράξει. Όμως τα μάτια της! …Τα μάτια της  ήταν εκεί, ολοζώντανα. Υγρά , λαμπερά, με συγκίνηση, με εγρήγορση. Αμέσως το έβλεπες πως ήταν  μάτια που είχαν πολύ αγαπηθεί, που είχαν χορτάσει την αγάπη. Έτσι συμβαίνει πάντα με  τα μάτια  και με ό,τι  απομένει από το χαμόγελο.
 -Υπάρχουν μάτια όμως που από το πουθενά εμφανίζονται μια στιγμή μπρος μας, βυθίζονται στα δικά μας μάτια  και αξιώνουν: «Εδώ θα μείνεις» ή «Σε περίμενα». Συνήθως τέτοιες ακριβές διασταυρώσεις δεν  περιέχουν διλήμματα. Θα μπορούσε  να πει κανείς πως ούτε ενοχές περιέχουν. Προσπαθούν  να αισθανθούν ενοχές, γιατί έτσι πρέπει, έτσι είναι το σωστό, το λογικό, όμως στην ουσία , όχι.