Σελίδες

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2016

ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ- JULIO CORTAZAR


Ο Χούλιο Κορτάσαρ έχει μείνει στην ιστορία, όχι μόνο ως συγγραφέας και μεταφραστής, αλλά και σαν διανοούμενος του καιρού του. Πολλά από όσα αποτελούσαν το προσωπικό του σύμπαν- καλλιτέχνες, βιβλία, ζωγραφικοί πίνακες, μουσικά ρεύματα- μετουσιώθηκαν στο «Κουτσό» δημιουργώντας ένα παράλληλο σύμπαν με αυτό των ηρώων του βιβλίου, στο οποίο κατοικούν μεταξύ άλλων οι- Roberto Arlt, Louis Armstrong, Antonin Artaud, Baudelaire, Faulkner, Juan Filloy, Goethe, Homero, Paul Klee, François Mauriac, Joan Miró, Piet Mondrian, Thelonious Monk, Charlie Parker, Rembrandt, san Agustín, Erik Satie, Igor Stravinsky, Dylan Thomas, Hugo Wolf, Bessie Smith.

Το "Κουτσό" δεν αφηγείται μια ιστορία ξένη προς το συγγραφέα· το υλικό του είναι εν μέρει αυτοβιογραφικό και ο Κορτάσαρ έχει πει: "Αν δεν έγραφα αυτό το βιβλίο εκείνη την εποχή, μάλλον θα έπεφτα στον Σηκουάνα".
Το "Κουτσό" θεωρείται από ορισμένους δύσκολο βιβλίο, φιλοσοφικό και μεταφυσικό, εκείνο όμως που κυρίως το χαρακτηρίζει είναι το χιούμορ.
  Σύμφωνα με τον Κάρλος Φουέντες, "Δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα, αλλά το κουτί της Πανδώρας". Πέρα από την ιστορία που αφηγείται, θέτει πάρα πολλά προβλήματα, υπαρξιακά και αισθητικά. Είναι ένα έργο που διαπνέεται από τον άνεμο της δημιουργικής ελευθερίας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Αποτέλεσμα εικόνας για Χούλιο Κορτάσαρ
"Από πολύ μικρός αποτέλεσε για μένα ευχή και κατάρα ταυτόχρονα το γεγονός ότι δεν αποδεχόμουν τα πράγματα όπως αυτά μου δίνοταν. Δεν μου αρκούσε όταν μου έλεγαν ότι αυτό είναι ένα τραπέζι, ή ότι η λέξη «μητέρα» είναι η λέξη «μητέρα» και τίποτε παραπάνω. Αντίθετα, από το αντικείμενο «τραπέζι», ή από την λέξη «μητέρα», άρχιζε για μένα μια μυστική διαδρομή μέσα στην οποία, υπήρχαν φορές, που κατάφερνα να χαθώ και άλλες να σμπαραλιαστώ.
Με λίγα λόγια, από μικρός η σχέση μου με τις λέξεις, με την γραφή, δεν διέφερε από τη σχέση μου με τον κόσμο γενικά. Μοιάζει σαν έχω γεννηθεί για να μην αποδέχομαι τα πράγματα, όπως αυτά που δίνονται”.

ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ- JULIO  CORTAZAR
Νʼ ανατριχιάζεις απάνω μου όπως η σελήνη στο νερό(απόσπασμα)
 Αγγίζω το στόμα σου, με το δάχτυλό μου αγγίζω το περίγραμμα του στόματος σου, το σχεδιάζω σαν να το δημιουργεί το χέρι μου, σαν το στόμα σου να μισανοίγει για πρώτη φορά και αρκεί να κλείσω τα μάτια μου για να το σβήσω και να ξαναρχίσω να το φτιάχνω, και κάθε φορά κάνω να γεννιέται το στόμα που ποθώ,
το στόμα που επιλέγει το χέρι μου και σχεδιάζει πάνω στο πρόσωπό σου, ένα στόμα επιλεγμένο ανάμεσα σε τόσα άλλα, επιλεγμένο με ηγεμονική ελευθερία από μένα για να το ζωγραφίσει το χέρι μου πάνω στο πρόσωπό σου και που από ένα γύρισμα της τύχης που δεν προσπαθώ να καταλάβω συμπίπτει ακριβώς με το στόμα σου που χαμογελάει κάτω από εκείνο που σχεδιάζει το χέρι μου.

Με κοιτάς, με κοιτάς από κοντά, κάθε φορά και από πιο κοντά και τότε παίζουμε τον κύκλωπα, κοιταζόμαστε όλο και από πιο κοντά και τα μάτια μεγαλώνουν, πλησιάζουν το ένα το άλλο, κολλάνε το ένα στο άλλο και οι κύκλωπες κοιτιούνται, οι ανάσες τους μπλέκουν, τα στόματα συναντιούνται και παλεύουν ανόρεχτα, δαγκώνονται χείλια με χείλια, ακουμπώντας μόλις τη γλώσσα πάνω στα δόντια, παίζουν μέσα στον περίβολό τους όπου πηγαινοέρχεται ένας βαρύς αέρας με ένα παλιό άρωμα και μια σιωπή.

Τότε τα χέρια μου θέλουν να βυθιστούν στα μαλλιά σου, να χαϊδέψουν αργά τα βάθη των μαλλιών σου ενώ φιλιόμαστε σαν το στόμα μας να είναι γεμάτο λουλούδια ή ψάρια, ζωηρές κινήσεις, σκοτεινή ευωδιά.
Και όταν δαγκωνόμαστε ο πόνος είναι γλυκός κι όταν πνιγόμαστε μʼ ένα σύντομο και τρομερό ταυτόχρονο ρούφηγμα της αναπνοής, αυτός ο στιγμιαίος θάνατος είναι όμορφος.
Και υπάρχει ένα και μόνο σάλιο, μια και μόνη γεύση από ώριμο φρούτο κι εγώ σε νιώθω νʼ ανατριχιάζεις απάνω μου όπως η σελήνη στο νερό.
 http://www.politeianet.gr

JULIO  CORTAZARBιογραφία http://www.biblionet.gr/author/


Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Ο παίκτης - Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (Fyodor Mikhailovich Dostoyevsky)

I am a dreamer. I know so little of real life that I just can’t help re-living such moments as these in my dreams, for such moments are something I have very rarely experienced.
I am going to dream about you the whole night, the whole week, the whole year.
I feel I know you so well that I couldn’t have known you better if we’d been friends for twenty years. You won’t fail me, will you?
Only two minutes, and you’ve made me happy forever. Yes, happy. Who knows, perhaps you’ve reconciled me with myself, resolved all my doubts.
Fyodor Dostoyevsky, White Nights

Portrait of Dostoyevsky by Vasily Perov, 1872

Ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι υπήρξε κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Γεννήθηκε το 1821 στη Μόσχα. Μελέτησε την κοινωνία και τον κόσμο όχι θεωρητικά αλλά στην πράξη. Θέμα των έργων του, η ίδια η ζωή. Είδε από κοντά τις υποβαθμισμένες συνοικίες, γνώρισε τη φτώχεια, τον πόνο, την εξαθλίωση των ταπεινών ανθρώπων και στη συνέχεια μετέφερε τις εικόνες αυτές στα μυθιστορήματα του.
Ασχολήθηκε με τον άνθρωπο και την κοινωνία και υπήρξε αγωνιστής και επαναστάτης.

Εναντιώθηκε στην πολιτική του Τσάρου Νικολάου του Α'. Αυτή του η στάση είχε αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για συνωμοσία και να καταδικαστεί σε τετραετή φυλάκιση. Τα χρόνια του εγκλεισμού του στις φυλακές του Όμσκ υπέφερε τρομερά βασανιστήρια και εξευτελισμούς.
Το 1859 επέστρεψε στην Πετρούπολη, ο μόνος τρόπος για να συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Άρχισε λοιπόν να γράφει συνέχεια και ακούραστα με αποτέλεσμα να καταφέρει να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του σχετικά άνετα.

Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών και η προσφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι διεθνώς αναγνωρισμένη. Θεωρείται ως ο μεγαλύτερος μυθιστοριογράφος όλων των εποχών και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου.

 solar-aestheticss:

Ilya Glazunov,  Fyodor Mikhailovich Dostoyevsky
Ilya Glazunov,  Fyodor Mikhailovich Dostoyevsky

Φιόντορ Ντοστογιέφσκι - Ο παίχτης

Πιεζόμενος από τους δανειστές του αλλά και από τον εκδότη Στελόφσκι, ο Ντοστογιέφσκι γράφει μέσα σε λίγες εβδομάδες, τον Οκτώβριο του 1866 τον Παίκτη. Το μυθιστόρημα αυτό αποτέλεσε την αφορμή της γνωριμίας του Ντοστογιέφσκι με τη δεύτερη σύζυγό του, Άννα Γκριγκόριεβνα Σνίτκινα, η οποία στάθηκε πλάι του, στο ρόλο του φύλακα αγγέλου, μέχρι το τέλος της ζωής του.

Ο Παίκτης έχει αυτοβιογραφική βάση και περιλαμβάνει τις εμπειρίες του δημιουργού του από την εποχή του δεύτερου ταξιδιού του στο εξωτερικό, το 1863, στις γερμανικές λουτροπόλεις Βισμπάντεν και Χόμπουργκ, όπου ο Ντοστογιέφσκι γνώρισε τον κόσμο της ρουλέτας και του χαρτοπαίγνιου και γοητεύθηκε για ένα διάστημα από αυτόν.


 Από μικρό παιδί έχει το πάθος των χαρτιών – αλλά μόνο στην Ευρώπη ανακαλύπτει το διαβολικό καθρέφτη της νευρικότητάς του: το Κόκκινο και το Μαύρο, τη ρουλέτα, αυτό το τόσο επικίνδυνο παιχνίδι μέσ’ στον πρωτόγονο δυϊσμό του.
Η πράσινη τσόχα του Μπάντεν, η ρουλέτα του Μόντε-Κάρλο είναι οι εντονότερες εκστάσεις του στην Ευρώπη: τον υπνωτίζουν πιο πολύ απ’ τη Μαντόνα της Σιξτίνα, απ’ τ’ αγάλματα του Μιχαήλ Άγγελου, απ’ τα μεσηβρινά τοπία, απ’ την τέχνη και τον πολιτισμό ολόκληρου του κόσμου.
Επειδή εκεί βρίσκει την ένταση, την τελεσίδικη απόφαση: μαύρο ή κόκκινο, μονά ή ζυγά, ευτυχία ή εκμηδένιση, χασούρα ή κέρδος – συμπυκνωμένα στα δευτερόλεπτα εκείνα που η ρόδα γυρίζει: η ένταση συγκεντρωμένη μέσ’ σ’ αυτή την αστραπή του πόνου ή της απόλαυσης, όπως τη λαχταράει η ιδιοσυγκρασία του.


Στο πρόσωπο του βασικού ήρωα, του Αλεξέι Ιβάνοβιτς, αντανακλώνεται πολλές από τις ψυχολογικές δοκιμασίες που υπέστη τότε ο Ντοστογιέφσκι, ενώ στο χαρακτήρα της Πωλίνας αντανακλάται ο ψυχικός κόσμος της Πωλίνας Σουσλόβα, της τότε αγαπημένης του.
Παράλληλα, στα πρόσωπα των υπόλοιπων ηρώων του, ο Ντοστογιέφσκι σατιρίζει με ιδιαίτερα έντονο τρόπο τα ήθη των Δυτικοευρωπαίων, ιδίως των Γάλλων, και τον ηθικό μαρασμό της Γαλλίας κατά την περίοδο της Δεύτερης Αυτοκρατορίας, ενώ τονίζει την ηθική υπεροχή των, έστω και ξεπεσμένων, Ρώσων ηρώων του απέναντί τους.

Πηγή https://athens.indymedia.org/post/853401/

Ο παίκτης - Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (απόσπασμα)


"Θα προτιμούσα να ζήσω όλη μου τη ζωή σε μια τσερκέζικη σκηνή παρά να προσκυνήσω το γερμανικό είδωλο".

"Ποιο είδωλο;" φώναξε ο στρατηγός που είχε αρχίσει να θυμώνει.
"Το γερμανικό 
 τρόπο πλουτισμού. Δεν είμαι καιρό εδώ κι όμως έχω παρατηρήσει πράγματα που  
κάνουν την ταταρική μου φύση να αγανακτεί.
Μα την αλήθεια μακριά από κάτι τέτοιες αρετές! Χτες περπάτησα καμία δεκαριά χιλιόμετρα στα περίχωρα. Λοιπόν είναι ακριβώς όπως στα ηθικοπλαστικά βιβλία, ξέρετε εκείνα τα μικρά εικονογραφημένα βιβλία που κυκλοφορούν στη Γερμανία: όλα τα σπίτια έχουν τον πατέρα τους, έναν υπερβολικά ενάρετο και τίμιο άνθρωπο, τόσο τίμιο που φοβάται κανείς να τον πλησιάσει.


.....Λοιπόν εδώ η κάθε οικογένεια είναι υποταγμένη, τυφλά υποταγμένη στον πατέρα. Δουλεύουν όλοι σαν τα ζώα και κάνουν οικονομία σαν Εβραίοι.
Όταν ο πατέρας συγκεντρώσει κάποιο σημαντικό ποσό, μεταβιβάζει τη δουλειά ή τα κτήματα του στον πρωτότοκο γιο του. Για αυτό αρνιέται να δώσει προίκα στη κόρη του που έτσι καταδικάζεται να μείνει γεροντοκόρη.
Ο μικρότερος γιος είναι αναγκασμένος να δουλέψει σκληρά, κι όσα κερδίζει, τα προσθέτει στο κεφάλαιο της οικογένειας που όσο πάει και αυξάνεται.
Ναι αυτό γίνεται εδώ, το έχω ερευνήσει. Και το μοναδικό κίνητρο για όλα είναι η τιμιότητα, μια τιμιότητα που φτάνει σε τέτοιο σημείο, ώστε ο μικρότερος γιος φαντάζεται ότι τον εκμεταλλεύονται από τιμιότητα…»

http://www.evripidis.gr/datafiles/010200003303l.jpg


Ο παίκτης - Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (απόσπασμα)

- Παραφλυαρήσατε και χάσατε τον ειρμό σας. Αν όχι εμένα, την εχτιμησή μου νομίζετε όμως πως θα μπορέσετε να την αγοράσετε με χρήματα.
- Ελάτε δα, κάθε άλλο. Σας είπα πως μου είναι δύσκολο να εξηγηθώ. Με πνίγετε. Μη θυμώνετε για τη φλυαρία μου. Καταλαβαίνεται, γιατί δεν κάνει να θυμώνει κανείς μαζί μου: είμαι απλούστατα τρελός.
Άλλωστε το ίδιο μου κάνει κι αν θυμώνετε. Φτάνει πάνω στην καμαρούλα μου να θυμηθώ και να φανταστώ το θρόισμα μονάχα του φουδτανιού σας, κι είμαι έτοιμος να καταδαγκώσω τα χέρια μου. Και γιατί τάχα να θυμώνετε μαζί μου; Γιατί ονομάζω τον εαυτό μου δούλο;
Επωφεληθείτε, επωφεληθείτε απ’ τη δουλεία μου επωφεληθείτε! Το ξέρετε πως κάποτε θα σας σκοτώσω; Δε θα σας σκοτώσω γιατί θα πάψω να σας αγαπώ ή θα σας ζηλεύω, μα έτσι – απλούστατα θα σας σκοτώσω, γιατί κάποτε με τραβάει κάτι να σας κατασπαράξω. Γελάτε...
Fyodor Dostoevsky.
- Δε γελώ καθόλου – είπε με θυμό – Σας διατάζω να σωπάσετε.

Σταμάτησε βαρυανασαίνοντας από οργή. Μα το θεό δεν ξέρω αν ήταν ωραία αλλά μ’ άρεσε πάντα να την κυττάζω σα σταματούσε μπροστά μου και για το λόγο τούτο ευχαριστιόμουνα συχνά να προκαλώ την οργή της. Μπορεί να το είχε προσέξει και θύμωνε επίτηδες. Της είπα αυτό που σκέφτηκα.

- Τί αισχος – φώναξε μ’ αποστροφή.
- Μου είναι αδιάφορο – εξακολούθησα – Ξέρετε ακόμα πως είναι επικίνδυνο να περπατούμε οι δυό μας: πολλές φορές με είχε καταλάβει μια ακαταμάχητη επιθυμία να σας χτυπήσω να σας παραμορφώσω να σας πνίξω. Και τι νομίζετε, δε θα φτάσουμε ως αυτού; Θα με κάνετε να φτάσω σε παροξυσμό. Λέτε να φοβάμαι το σκάνδαλο; Την οργή σας; Τι είναι για μένα ο θυμός σας;
Αγαπώ χωρίς ελπίδα, και ξέρω πως έπειτα απ’ την πράξη αυτή θα σας αγαπώ χίλιες φορές περισσότερο. Αν καμιά φορά σας σκοτώσω θα πρέπει κι εγώ να σκοτωθώ. Κι όμως εγώ θ’ αργήσω όσο μπορώ να σκοτωθώ για να νιώσω αυτόν τον αβάσταχτο πόνο του χαμού σας.
Ξέρετε κάτι απίστευτο: μέρα με τη μέρα σας αγαπώ περισσότερο,  κι αυτό είναι σχεδόν ανυπόφορο. Πως ύστερα απ’ όλα αυτά να μην είμαι 

μοιρολάτρης;
Θυμάστε τρεις μέρες πριν στο Σλάνγκεμπεργκ, σας ψιθύρισα αυτό που σείς προκαλέσατε: πέστε μια λέξη κι εγώ θα πέσω μέσα σ’ αυτό το βάραθρο. Αν είχατε πει αυτή τη λέξη θάχα πέσει τότε. Πως είναι δυνατόν να μην πιστεύετε πως θά ‘πεφτα;

- Τί κουτή φλυαρία! – φώναξε η Πολίνα.

- Δε με νοιάζει διόλου, αν είναι κουτή ή γνωστική – φώναξα. – Ξέρω μονάχα πως μπροστά σας έχω ανάγκη να μιλώ – κι εγώ μιλώ. Χάνω όλο μου τον εγωισμό μπροστά σας κι αυτό μου είναι αδιάφορο.

- Γιατί να σας ανάγκαζα να πέσετε στο Σλάνγκεμπεργκ; είπε κείνη ξερά. Αυτό θα ήτανε εντελώς ανώφελο για μένα.

- Θαυμάσια! Φώναξα, τόπατε επίτηδες αυτό το υπέροχο «ανώφελο», για να με πνίξετε. Σας βλέπω δα πέρα ως πέρα. Ανώφελο, λέτε;
Μα η ευχαρίστηση πάντα είναι ωφέλιμη, και μια άγρια, απεριόριστη εξουσία, έστω και σε μια μύγα, είναι κι αυτή στο είδος της μια απόλαυση. Ο άνθρωπος είναι δεσπότης από φυσικού του κι αγαπάει να βασανίζει. Αυτό σας αρέσει φοβερά.

Μετάφραση από τα Ρώσικα: Αθηνά Σαραντίδη
Εκδόσεις: Γκοβόστη

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjrB1Mq9by7NhfURFb2M19zvyHCoHSZlThn-7y4NrvzerqkKaZ5DyzHU3LCw33DtwU2iHUpDe17kaYVAH9vrI8W8a3a48Xg1g14MyFE6tZDT5_GPfFZAuhWGXtkvbh5mrBLOyohb3AygAQ/s1600/2125752-260fffa7889dfeb1.jpgDostoyevsky, 1872. 
Image from www.fdostoevsky.ru   

Anna Dostoevskaya portrait of the wife of Russian writer Feodor Dostoevsky ( or Fyodor Dostoyevsky / Dostoevsky ) , 1878 . The Dostoevsky museum in Moscow .
The Dostoevsky family  -from http://pages.stolaf.edu/russian261-fall2014/russian-lit-main-page/dostoevsky/
Tomb of the novelist Fyodor Dostoevsky in the Necropolis of Masters of Art

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Παραθέματα ποιητικού λόγου για τη ''Μοίρα''



'Ερημο μεγαλώνει το δέντρο / στην άκρη της Θάλασσας..
Με την αγάπη του Ηλιου ψηλώνει/το φεγγάρι του μαθαίνει /την Άνοιξη να καρτερεί..
Η παλίρροια των κυμάτων /του διδάσκει την υπομονή/το πέταγμα των γλάρων την Ελπίδα..
'Ερημο μεγαλώνει το δέντρο/στην άκρη της θάλασσας..
Εκεί, όπου ευδοκιμούν τα όνειρα /σε τόπους σιωπηλούς..
Μοίρα τ' ονόμασα..
Εχει τις ρίζες μαύρες/και τα κλαδια / φτερά....(Μ.Λαμπράκη)

Παραθέματα ποιητικού λόγου για τη ''Μοίρα''
Μικρή Πράσινη Θάλασσα(απόσπασμα, Οδυσσέας Ελύτης)


Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Πού θά 'θελα νά σέ υἱοθετήσω
Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία
Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο

Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο
Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν' ἀκούσεις
Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς
Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται

Ἀκόμα οἱ μακρινοί μας συγγενεῖς
Πού κρατοῦν τόν ἀέρα σάν ἀγάλματα

Το μονόγραμμα-απόσπασμα-Οδυσσέας Ελύτης)

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα,
μόνος,στόν Παράδεισο

Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές
Τής παλάμης,η Μοίρα,σάν κλειδούχος
Μιά στιγμή θά συγκατατεθεί ο Καιρός

Πώς αλλιώς,αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

http://hdwallpaperbackgrounds.net/wp-content/uploads/2015/08/best-beautiful-girl-eye-dark-wallpapers.jpgΤόλης Νικηφόρου, Σκοτεινή μοίρα

σκοτεινή μοίρα

εκούσια βυθίζομαι
μες στις αστραφτερές παγίδες
τις κόρες των γυμνών ματιών σου
τη σκοτεινή εκείνη θάλασσα των τροπικών
που λαχταράει τον ξάστερο ουρανό
τους μυστικούς βυθούς όπου ελλοχεύει
στο αίμα βουτηγμένη
γεμάτη αγκίδες κι άρωμα μεθυστικό
ακέραια η ψυχή σου
μετά τις τόσες μάταιες απόπειρες λεηλασίας

τυλίγομαι στα μαύρα σύννεφα
και τον κατακλυσμό δακρύων των μαλλιών σου
κι εσύ δεν μου μιλάς
μα στέλνεις τις σκιές σου αδιάκοπα
να απλωθούν στους ώμους μου

ζητάς βοήθεια απεγνωσμένα
με ήχους που δεν κρυσταλλώνονται
ξέροντας πως καμιά φυγή
καμιά προσποιητή αδιαφορία
τίποτα δεν σε σώζει πια

μα όπως δεν θέλεις να σωθείς
και διάλεξες ν' ακολουθήσεις χωρίς δισταγμό
τον τελικό αυτό δρόμο της φωτιάς
χαμογελάς και χαίρεσαι
καθώς με βεβαιότητα ορθώνεται μπροστά
η σκοτεινή μας μοίρα

Από τη συλλογή ''Το μαγικό χαλί'' (1980)
Πηγή
http://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2015/05/Clotho-Lachesis-and-Atropos.jpg

The Fates, by Paul Thumann

Η μορφή της Μοίρας(απόσπασμα)-Γιώργος Σεφέρης

Ιστορισμένα παραμύθια στην καρδιά μας
σαν ασημένια σκούνα μπρος στο τέμπλο
μιας άδειας εκκλησιάς, Ιούλιο στο νησί.

Γ. Σ.

Η μορφή της μοίρας πάνω απ’ τη γέννηση ενός παιδιού, γύροι των άστρων κι ο άνεμος μια σκοτεινή βραδιά του Φλεβάρη,
γερόντισσες με γιατροσόφια ανεβαίνοντας τις σκάλες που τρίζουν
 

 και τα ξερά κλωνάρια της κληματαριάς ολόγυμνα στην αυλή.

Η μορφή πάνω απ’ την κούνια ενός παιδιού μιας μοίρας μαυρομαντιλούσας χαμόγελο ανεξήγητο και βλέφαρα χαμηλωμένα και στήθος άσπρο σαν το γάλα
κι η πόρτα που άνοιξε κι ο καραβοκύρης θαλασσοδαρμένος
πετώντας σε μια μαύρη κασέλα το βρεμένο σκουφί του.